Τα τραγικά γεγονότα που συνέβησαν στο διεθνές αεροδρόμιο της Λάρνακας στις 19 Φεβρουαρίου 1978, αφορούν τη μάχη μεταξύ Αιγυπτίων καταδρομέων και ανδρών της κυπριακής Εθνοφρουράς και τα οποία είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 16 ανθρώπων (15 Αιγυπτίων και ενός Ελληνοκυπρίου) και τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ Αιγύπτου και Κύπρου (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ).
Η τραγική αυτή ιστορία που συγκλόνισε την Κύπρο κι είχε παγκόσμια απήχηση, άρχισε την προηγούμενη μέρα, 18 Φεβρουαρίου 1978, με μια δολοφονία στο ξενοδοχείο Χίλτον της Λευκωσίας. Στο ξενοδοχείο διεξάγονταν οι εργασίες της 6ης συνόδου του προεδρείου του Κινήματος Αφροασιατικής Αλληλεγγύης (AAPSO) και για τον σκοπό αυτό βρίσκονταν εκεί συγκεντρωμένοι αρκετοί ηγέτες του κινήματος, μεταξύ των οποίων κι ο Κύπριος πολιτικός Βάσος Λυσσαρίδης. Στις 11.20' της 18 Φεβρουαρίου 1978, δυο ένοπλοι Άραβες μπήκαν στο ξενοδοχείο και δολοφόνησαν εν ψυχρώ τον Αιγύπτιο πολιτικό, δημοσιογράφο και συγγραφέα Γιούσεφ ελ Σεμπάι, γενικό γραμματέα του Κινήματος Αφροασιατικής Αλληλεγγύης και πρόεδρο του προεδρείου του Κινήματος. Η δολοφονία του Σεμπάι, που ήταν φίλος του Αιγυπτίου προέδρου Ανουάρ ελ Σαντάτ, σχετιζόταν με ενδοαραβικές διαφορές και διαμάχες.
Στη συνέχεια οι δυο Άραβες οπλοφόροι συνέλαβαν αρκετούς ομήρους και υπέβαλαν προς την κυβέρνηση της Κύπρου διάφορους όρους. Όμηροι κρατήθηκαν οι σύνεδροι, περιλαμβανομένων του Βάσου Λυσσαρίδη και του υπουργού Εσωτερικών και Αμύνης της Κύπρου Χριστόδουλου Βενιαμίν ο οποίος μπήκε στην αίθουσα όπου βρίσκονταν οι δολοφόνοι με τους λοιπούς ομήρους για να διαπραγματευθεί. Με δική του πρωτοβουλία έμεινε ως όμηρος και ο στρατιωτικός ακόλουθος της συριακής πρεσβείας στη Λευκωσία συνταγματάρχης Χαττάτ. Οι όροι που έθεσαν οι δυο δολοφόνοι ήταν να μεταφερθούν με ασφάλεια στο αεροδρόμιο της Λάρνακας κι απ' εκεί ν' αναχωρήσουν στο εξωτερικό με αεροσκάφος που έπρεπε να τεθεί στη διάθεσή τους. Η κυπριακή κυβέρνηση υπέκυψε στις αξιώσεις των δυο δολοφόνων, οι οποίοι βγήκαν από το ξενοδοχείο γύρω στις 13.40', μαζί με 12 Άραβες ομήρους που είχαν επιλέξει για να πάρουν μαζί τους, καθώς και με τον Βάσο Λυσσαρίδη και τον υπουργό Χριστόδουλο Βενιαμίν. Με ένα λεωφορείο που τέθηκε στη διάθεσή τους αναχώρησαν για το αεροδρόμιο της Λάρνακας. Αφού έγιναν εκεί πολύωρες διαπραγματεύσεις, τελικά παραχωρήθηκε στους δυο δολοφόνους αεροσκάφος των Κυπριακών Αερογραμμών με το οποίο αναχώρησαν γύρω στις 20.20' το βράδυ. Μαζί τους πήραν ως ομήρους, εκτός από τους πιλότους του αεροσκάφους που προσφέρθηκαν εθελοντικά, τους 12 Αραβες, ενώ απελευθέρωσαν τους Κυπρίους.
Το αεροσκάφος των Κυπριακών Αερογραμμών κατευθύνθηκε αρχικά προς τη Λιβύη, μετά επέστρεψε, πέρασε πάνω από την Κρήτη, με κατεύθυνση το Άντεν και τη Σαουδική Αραβία, όμως καμιά χώρα και κανένα αεροδρόμιο δεν το δέχτηκε. Απ' όπου πέρασε, τ' αεροδρόμια έκλεισαν, όπως εκείνα της Αδδίς Αμπέμπα, του Άμπου Ντάμπι, του Ντουμπάι, του Κατάρ, της Νότιας Υεμένης. Τελικά το αεροσκάφος αναγκάστηκε, λόγω έλλειψης καυσίμων, να προσγειωθεί στο Τζιμπουτί, όπου όμως η κυβέρνηση της χώρας αρνήθηκε να δώσει οποιαδήποτε βοήθεια ή να δεχτεί τους δολοφόνους. Το μόνο που δέχτηκε ήταν ν' ανεφοδιάσει με καύσιμα το αεροσκάφος, κι αυτό μόνο αν εξασφαλιζόταν εκ των προτέρων άδεια προσγείωσης του σε άλλη χώρα. Καθώς όμως καμιά χώρα δεν δεχόταν το αεροσκάφος σε αεροδρόμιό της, η κυβέρνηση της Κύπρου έδωσε εντολή σ' αυτό να επιστρέψει στη Λάρνακα για να διαπραγματευθεί ξανά με τους δυο δολοφόνους. Ο πρόεδρος της Κύπρου Σπύρος Κυπριανού βρισκόταν, όλες αυτές τις ώρες, σε επικοινωνία με τους αρχηγούς διαφόρων χωρών. Τελικά το αεροσκάφος επέστρεψε στο αεροδρόμιό της Λάρνακας στις 17.30' της επομένης, 19 Φεβρουαρίου 1978.
Ο πρόεδρος Κυπριανού βρίσκεται στον πύργο ελέγχου του αεροδρομίου κι από εκεί αρχίζει διαπραγματεύσεις με τους δυο δολοφόνους. Στις διαπραγματεύσεις μεσολαβεί ο Βάσος Λυσσαρίδης. Στο μεταξύ ισχυρές δυνάμεις της Εθνοφρουράς, ενισχυμένες με τεθωρακισμένα, έχουν περικυκλώσει το αεροδρόμιο.
Ενώ οι διαπραγματεύσεις προχωρούν με αργό ρυθμό, στη Λάρνακα φθάνει ένα στρατιωτικό μεταγωγικό αεροσκάφος και του δίνεται άδεια προσγείωσης στο αεροδρόμιο αφού δηλώνει στον πύργο ελέγχου ότι μεταφέρει εκπρόσωπο της κυβέρνησης της Αιγύπτου. Όμως στην πραγματικότητα το αεροσκάφος αυτό μεταφέρει ένα λόχο Αιγυπτίων καταδρομέων. Ο πρόεδρος της Αιγύπτου Σαντάτ έχει αποφασίσει, χωρίς καμιά συνεννόηση με τις κυπριακές αρχές, να στείλει στην Κύπρο στρατιώτες του για να επιτεθούν στο αεροσκάφος, ν' απελευθερώσουν τους ομήρους και να τιμωρήσουν τους δυο δολοφόνους του φίλου του Σεμπάι, που είναι, όπως γίνεται γνωστό, Παλαιστίνιοι. Στο μεταξύ στο χώρο του αεροδρομίου κινείται ύποπτα ο στρατιωτικός ακόλουθος της αιγυπτιακής πρεσβείας στη Λευκωσία πλωτάρχης Φαρούκ Τάκι, γίνεται όμως αντιληπτός και συλλαμβάνεται.
Όταν διαπιστώνεται ότι στο αιγυπτιακό μεταγωγικό βρίσκονται στρατιώτες κι όχι κυβερνητικοί επίσημοι, δίνεται σ' αυτούς εντολή να εγκαταλείψουν αμέσως το έδαφος της Κύπρου. Όμως ο Φαρούκ Τάκι κατορθώνει να συνεννοηθεί μαζί τους, κι εκείνοι βγαίνουν από το αεροσκάφος τους και διενεργούν επίθεση εναντίον του κυπριακού αεροσκάφους, χρησιμοποιώντας κι ένα στρατιωτικό τζιπ. Η Εθνοφρουρά επεμβαίνει και τους χτυπά, ενώ με βαρέα όπλα καταστρέφει ολότελα και το μεταγωγικό τους αεροσκάφος, τύπου «Χέρκουλες» που γίνεται παρανάλωμα του πυρός. Ο πρόεδρος Κυπριανού και οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι εγκαταλείπουν εσπευσμένα τον χώρο του αεροδρομίου που μετατρέπεται σε πεδίο μάχης.
Η σύγκρουση κράτησε 30' περίπου. Αποτέλεσμα ήταν: 15 Αιγύπτιοι καταδρομείς νεκροί και 16 τραυματίες, ενώ οι υπόλοιποι 44 αιχμαλωτίστηκαν. Επίσης ένας Ελληνοκύπριος υπάλληλος του αεροδρομίου σκοτώθηκε, κι άλλοι 7 τραυματίστηκαν. Το αιγυπτιακό αεροσκάφος καταστράφηκε ολότελα, ενώ εκείνο των Κυπριακών Αερογραμμών υπέστη μεγάλες ζημιές από την επίθεση των Αιγυπτίων. Οι δυο δολοφόνοι παραδόθηκαν στις κυπριακές αρχές χωρίς αντίσταση. Οι όμηροι και το πλήρωμα δεν έπαθαν τίποτε.
Την επόμενη μέρα, 20 Φεβρουαρίου 1978, έφτασε στην Κύπρο ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Αιγύπτου Μπούτρος Γκάλι, ο οποίος παρέλαβε τους νεκρούς, τραυματίες και αιχμαλώτους Αιγυπτίους καταδρομείς και τους μετέφερε στο Κάιρο, μαζί με τον οπλισμό τους.
Μετά τα δραματικά αυτά γεγονότα, ο πρόεδρος της Αιγύπτου Ανουάρ ελ Σαντάτ πήρε την απόφαση να διακόψει η χώρα του τις διπλωματικές της σχέσεις με την Κύπρο. Η όλη στάση της αιγυπτιακής κυβέρνησης προκάλεσε δυσμενή εναντίον της σχόλια, κυρίως για το ότι αποφάσισε κι έστειλε στρατιώτες να διενεργήσουν επιχείρηση σε ξένη χώρα, χωρίς την άδεια της χώρας αυτής.
Οι δυο δολοφόνοι του Σεμπάι ήσαν ο Σαρί Μωχάμ Κατάρ, 28 χρόνων, κάτοχος ιορδανικού διαβατηρίου κι ο Ζαγιέτ Αλί, 26 χρόνων, κάτοχος κουβεϊτιανού διαβατηρίου. Δικάστηκαν και καταδικάστηκαν από κυπριακό δικαστήριο σε θάνατο. Αργότερα η ποινή τους μετατράπηκε σε ισόβια δεσμά (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ).