Οι σπηλιές (σπήλαια) είναι μεγάλες φυσικές κοιλότητες μέσα σε βράχους ή υπό την επιφάνεια της γης. Σπήλαια σχηματίζονται σε διάφορους τύπους πετρωμάτων, κυρίως ασβεστόλιθους, δολομίτες, γύψους και ασβεστολιθικούς ψαμμίτες, δηλαδή σε πετρώματα που διαλύονται εύκολα από το υπόγειο νερό. Σχηματίζονται επίσης κατά μήκος απότομων και βραχωδών ακτών. Η ενέργεια των κυμάτων διαλύει τα ευδιάλυτα πετρώματα και διανοίγει κοιλότητες οι οποίες τελικά αναπτύσσονται σε σπήλαια, τα ενάλια σπήλαια.
Βλέπε λήμμα: Θαλασσινές σπηλιές
Σπήλαια δημιουργούνται επίσης σε ορισμένες περιπτώσεις από τη ψύξη και στερεοποίηση αλλεπάλληλων στρωμάτων λάβας ηφαιστείων. Η σημαντικότερη όμως αιτία γένεσης των σπηλαίων είναι η διαλυτική ενέργεια του νερού πάνω στα ασβεστολιθικής κυρίως σύστασης πετρώματα. Ο βαθμός διαλυτότητας τους είναι κατά πολύ μεγαλύτερος όταν το νερό περιέχει σε διάλυση διοξείδιο του άνθρακα (CΟ2). To τελευταίο προσλαμβάνεται από το νερό της βροχής, είτε από την ατμόσφαιρα είτε από το έδαφος, το οποίο προκύπτει από την αποσύνθεση οργανικών ουσιών. Σαν συνέπεια της διαλυτικής ενέργειας του νερού παρατηρούνται διάφορα φαινόμενα πάνω στα ευδιάλυτα πετρώματα, κυρίως τα ασβεστολιθικά, τα οποία γενικά ονομάζονται καρστικά φαινόμενα. Το όνομα προήλθε από το οροπέδιο Karso των βορειοανατολικών ακτών της Αδριατικής όπου τα καρστικά φαινόμενα παρουσιάζουν μεγάλη ανάπτυξη. Τα διαβρωτικά αυτά φαινόμενα διακρίνονται σε επιφανειακά και υπόγεια. Στα επιφανειακά φαινόμενα ανήκουν μεταξύ άλλων οι αμαξοτροχιές (αυλακοειδείς παράλληλες ραβδώσεις), τα καρστικά φρέατα, οι δολίνες (κλειστές κυκλικές ή ελλειψοειδείς λεκάνες), οι ουβάλες (συνένωση πολλών δολινών) και οι πόλγες (καρστικές πεδιάδες). Στα υπόγεια κάρστ υπάγονται οι καταβόθρες, οι οπές αποχέτευσης ή βύθισης και τα υπόγεια σπήλαια. Οι καταβόθρες, όπως και οι οπές, δημιουργούνται σε κλειστές κυρίως κοιλάδες λόγω διάλυσης των πετρωμάτων κατά μήκος ρηγμάτων ή γραμμών επαφής. Οι καταβόθρες προχωρούν στο εσωτερικό των πετρωμάτων όπου σχηματίζουν ένα σύστημα από υπόγειους αγωγούς και στοές λαβυρινθώδους μορφής. Το νερό που κυκλοφορεί στο υπόγειο αυτό σύστημα οχετών και σηράγγων, τελικά αναβλύζει είτε στους πρόποδες των βουνών υπό μορφή πηγών, τα γνωστά κεφαλάρια ή κεφαλόβρυσα, είτε στη θάλασσα όπου σχηματίζει τις υποβρύχιες πηγές.
Βλέπε λήμμα: Κεφαλόβρυσο
Τα σπήλαια είναι μικροί ή μεγάλοι υπόγειοι θάλαμοι που προ ήλθαν από τη διάλυση και έκπλυνση του υλικού των πετρωμάτων, δηλαδή ανθρακικού ασβεστίου στην περίπτωση των ασβεστολίθων, ανθρακικού ασβεστίου και μαγνησίου στην περίπτωση των δολομιτών και θειικού ασβεστίου στην περίπτωση του γύψου. Η σπηλαιογένεση είναι μια πολύπλοκη διαδικασία η οποία συνήθως διακρίνεται σε τρεις φάσεις: α) Στην πρώτη φάση τα πετρώματα διαλύονται από το νερό, συνήθως κατά μήκος σχισμών, επαφών και ρηγμάτων, δηλαδή γραμμών αδυναμίας. Τα έγκοιλα που σχηματίζονται σταδιακά ενώνονται και σχηματίζουν τις σπηλαιώδεις διαβάσεις, β) Στη δεύτερη φάση οι διαβάσεις πληρούνται από άργιλο, ιλύ και αμμοχάλικα που είναι προϊόντα διάβρωσης των γειτονικών επιφανειακών πετρωμάτων, γ) Στην τρίτη και τελευταία φάση συντελείται η μερική ή πλήρης απομάκρυνση των υλικών που εναπετέθησαν από ρεύματα νερού και διευρύνονται οι σπηλαιώδεις διαβάσεις. Ταυτόχρονα αρχίζει η εναπόθεση ασβεστίτη και άλλων ορυκτών που βρίσκονται σε διάλυση μέσα στο νερό, στην οροφή ως σταλακτιτών, στο δάπεδο ως σταλαγμιτών και στα τοιχώματα των κοιλοτήτων ή διαβάσεων.
Η εναπόθεση ασβεστίτη αρχίζει να πραγματοποιείται όταν το κορεσμένο σε δισανθρακικό ασβέστιο διάλυμα έλθει σε επαφή με τον αέρα και αρχίσει η εξάτμιση. Η εναπόθεση του ορυκτού αυτού προϋποθέτει επίσης περιορισμένη ροή του διαλύματος, συνήθως υπό μορφή σταγόνων. Η σταγόνα, ερχόμενη σε επαφή με τον αέρα στην οροφή του σπηλαίου, αποθέτει λόγω εξάτμισης μέρος του φορτίου της υπό μορφή ανθρακικού ασβεστίου σε σχήμα δακτυλίου. Μετά τη πτώση της στο δάπεδο εναποθέτει νέο φορτίο. Με τον τρόπο αυτό σχηματίζονται στην οροφή οι σταλακτίτες και στο δάπεδο οι σταλαγμίτες. Σε περίπτωση που ενωθούν οι δύο, σχηματίζουν τους σταλακτιτικούς στύλους ή κολόνες. Σειρά δε από κολόνες σχηματίζει τους σταλακτιτικούς τοίχους που χωρίζουν τα σπήλαια σε θαλάμους. Τα είδη, τα σχήματα και τα χρώματα του σταλακτιτικού διακόσμου που αναπτύσσονται στα σπήλαια είναι συνάρτηση του μεγέθους του σπηλαίου, των κλιματολογικών συνθηκών, της ταχύτητας σταγονοροής, του φωτισμού και της σύστασης των περιβαλλόντων πετρωμάτων.
Το μέγεθος των σπηλαίων κυμαίνεται από μικρές κοιλότητες ορισμένων τετραγωνικών μέτρων μέχρι γιγαντιαίων σπηλαίων πλάτους και μήκους εκατοντάδων μέτρων. Τα Πυρηναία όρη της νοτίου Γαλλίας εγκλείουν το βαθύτερο σπήλαιο του κόσμου με θαλάμους σε βάθος 600 και πλέον μέτρων από την είσοδο του. Στην Ελλάδα, λόγω της τεράστιας ανάπτυξης των ασβεστολιθικών σχηματισμών, υπάρχουν χιλιάδες σπήλαια. Το βαθύτερο είναι το σπήλαιο του Ομαλού στα Χανιά της Κρήτης, με βάθος 280 μέτρα. Το μεγαλύτερο δε σε μήκος διαδρόμων είναι το σπήλαιο του Δυρού στην Αρεόπολη της Πελοποννήσου, με συνολικό μήκος 3.300 μέτρα. Τέλος, το μεγαλύτερο σε επιφάνεια είναι του Περάματος στα Ιωάννινα της Ηπείρου, με συνολική έκταση 14.800 τετραγωνικά μέτρα.
Οι κλιματολογικές συνθήκες των σπηλαίων παρουσιάζουν μεγάλη ομοιότητα μεταξύ τους. Η θερμοκρασία παρουσιάζει ελάχιστες διακυμάνσεις και στην είσοδο τους πλησιάζει τη μέση ετήσια θερμοκρασία της περιοχής. Η υγρασία στα ασβεστολιθικά σπήλαια πλησιάζει το 90% ενώ στα σπήλαια σε σχηματισμούς γύψου είναι κατά πολύ χαμηλότερη. Σε σπήλαια με δυο ή περισσότερες εξόδους συνήθως σχηματίζεται ισχυρό ρεύμα αέρα. Όταν δε το ρεύμα στην είσοδο του σπηλαίου αλλάζει κατεύθυνση, δηλαδή τότε είναι εισερχόμενο και πότε εξερχόμενο, το σπήλαιο χαρακτηρίζεται ως αναπνέον.
Τα σπήλαια ως λατρευτικοί χώροι: Τα σπήλαια, λόγω ευνοϊκών κλιματολογικών συνθηκών και άλλων πλεονεκτημάτων όπως η παρουσία νερού, χρησιμοποιήθηκαν ως καταφύγια ζώων, κατοικία του Παλαιολιθικού, Μεσολιθικού και Πρωτονεολιθικού ανθρώπου, καθώς επίσης ως λατρευτικός χώρος. Τα σπήλαια έδωσαν στον πρώτο άνθρωπο κυνηγό - τροφοσυλλέκτη όχι μόνο προστασία από τα στοιχεία της φύσης αλλά και εργαστήριο και χώρο εκδήλωσης των πρώτων καλλιτεχνικών δημιουργιών του. Στην Ευρώπη είναι ιδιαίτερα γνωστά τα σπήλαια Αλταμίρα της Ισπανίας και Λασκώ της Γαλλίας με τις μοναδικές σπηλαιογραφίες που απεικονίζουν βοοειδή, ελαφοειδή και σκηνές της καθημερινής ζωής. Στην Ελλάδα είναι γνωστό το σπήλαιο των Πετραλώνων της Χαλκιδικής όπου το 1960 ανευρέθη κρανίο Παλαιολιθικού ανθρώπου (Homo erectus) ηλικίας 200.000 χρόνων.
Τα σπήλαια επίσης χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται ως λατρευτικοί χώροι από τους Προϊστορικούς χρόνους μέχρι σήμερα. Στη Μινωική Κρήτη η γονιμότητα της φύσης, της κύησης και της γέννησης συνδέονται άμεσα με το σπήλαιο το οποίο θεωρείται η μήτρα της γης. Η Ρέα επιλέγει το σπήλαιο, το Δικταίον Άντρον, για να γεννήσει τον Δία. Το σπήλαιο αυτό όπως και το Ιδαίον Άντρον στους πρόποδες της Ίδης (Ψηλορείτης), είναι δυο από τους σημαντικότερους λατρευτικούς χώρους της αρχαίας Ελλάδος. Γνωστά επίσης λατρευτικά σπήλαια είναι του Πανός στην Πάρνηθα και των Νυμφών σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Στους Πρωτοχριστιανικούς, Βυζαντινούς χρόνους αλλά και σήμερα, πολλά σπήλαια χρησιμοποιήθηκαν και χρησιμοποιούνται ως εκκλησίες.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια