Είδος αγγείου που βρισκόταν σε χρήση σε παλαιότερες εποχές στην Κύπρο. Ήταν μικρή πήλινη κούπα ή γαβάθα. Ελέγετο και σκουτέλλα (η) και σκουτελλικόν (το), η δε λέξη σκουτελλικά σήμαινε γενικά και το σύνολο των πιατικών/κουζινικών. Η λέξη έχει ιταλική προέλευση (scutella=αγγείο), άρα είναι της περιόδου της Φραγκοκρατίας/Βενετοκρατίας.
Πρβλ. και την παροιμία:
Σατσ'ίν λάχανα, σκουτέλλιν μαειρκόν.
Δηλαδή ένα σακί λάχανα δίνει ένα πιάτο μαγείρευμα.
Στην Κύπρο απαντώνται και σχετικά τοπωνύμια, όπως Σκουτέλλιν, Σκουτελλάδες, Παλαισακούτελλα κλπ.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια