Ξύλινη μακρόστενη λεκάνη, απαραίτητη σε παλαιότερες εποχές σε κάθε κυπριακό σπίτι, γιατί αποτελούσε ένα από τα βασικά αντικείμενα εξοπλισμού για την οικοκυρά.
Η σκάφη κατασκευαζόταν από ειδικούς τεχνίτες που χρησιμοποιούσαν ντόπια σκληρά ξύλα. Με ειδικά εργαλεία λάξευαν εξωτερικά κι εσωτερικά μεγάλο κομμάτι από χοντρό κορμό δέντρου πεύκου και κατασκεύαζαν τη σκάφη που συνήθως είχε μήκος περί τα 80 εκ., πλάτος περί τα 40 εκ. και ύψος 16-18 εκ. Το εσωτερικό της ήταν λείο και το πάχος των τοιχωμάτων της 1-2 εκ. Όταν χρειαζόταν, στις άκρες προσετίθετο εξωτερικά ενίσχυση από μεταλλική λάμα. Υπήρχαν και μικρότερες σκάφες, τα λεγόμενα σκαφίδκια (τα). Το σκαφίδιν είχε μήκος περίπου 60 εκ., πλάτος 28-30 εκ. και ύψος περί τα 13 εκ.
Τόσο η σκάφη όσο και το σκαφίδιν χρησιμοποιούνταν για το ζύμωμα του αλευριού για κατασκευή ψωμιών, κουλουριών και άλλων παρομοίων ειδών.
Οι βιοτέχνες ξυλογλύπτες που κατασκεύαζαν σκάφες και σκαφίδκια εργάζονταν συνήθως σε ορεινά χωριά του Τροόδους όπου κι εύρισκαν την πρώτη τους ύλη, δηλαδή τους κατάλληλους κορμούς δέντρων. Ιδίως στην περιοχή Πεδουλά-Μουτουλλά είχε αναπτυχθεί η βιοτεχνία αυτή, στην οποία απασχολούνταν μερικοί τεχνίτες, όπως και στη Λυσό της Πάφου.
Η σκάφη εξακολουθεί να χρησιμοποιείται και σήμερα από τις οικοκυρές, ιδίως στα χωριά.