Η ελιά (Olea europaea της οικογένειας των Ελαιϊδών – Oleaceae) είναι δέντρο ή ψηλός θάμνος ιθαγενής τόσο της Κύπρου όσο και όλων των παραμεσόγειων χωρών. Στην Κύπρο αποτελεί ένα των κύριων χαρακτηριστικών της υπαίθρου, καθώς απαντάται σχεδόν παντού στο νησί, από τα παράλια μέχρι και σε υψόμετρο 1.000 μέτρων περίπου. Είναι γνωστή ως «αρκοελιά» (=άγρια ελιά) σε αντίθεση προς τις διάφορες καλλιεργούμενες ποικιλίες, κάποιες εισαγμένες. Σε ύψος φθάνει συνήθως μέχρι και τα 10 μέτρα, σπανιότερα και περισσότερο. Είναι φυτό γνωστότατο ήδη από τα αρχαία χρόνια, σε όλες τις χώρες της Μεσογείου, αλλά και χρησιμότατο ιδίως λόγω της αξίας των προϊόντων του και κυρίως του πολύτιμου λαδιού.
Θεωρήθηκε ιερό δέντρο. Στην αρχαία Ελλάδα την ελιά προσέφερε η ίδια η θεά Αθηνά, ενώ με τα κλαδιά της κατασκευάζονταν στεφάνια, οι κότινοι, με τους οποίους στέφονταν οι νικητές των Ολυμπιακών Αγώνων. Θεωρείται σύμβολο της ειρήνης αλλά και της ζωής, λόγω της μακροβιότητάς της. Στον Κατακλυσμό ένα περιστέρι έφερε στο Νώε ένα κλαδί ελιάς, σημάδι ζωής. Ακριβώς το περιστέρι, με ένα κλαδί ελιάς στο ράμφος, είναι και το επίσημο σύμβολο στον θυρεό της Κυπριακής Δημοκρατίας. Στους Αγίους Τόπους το Όρος των Ελαιών συνδέθηκε με τον Χριστό. Στην Κύπρο η Κυριακή των Βαΐων (η Κυριακή πριν το Πάσχα) ονομάζεται Κυριακή της Ελιάς και συνηθίζεται την ημέρα αυτή οι γυναίκες να μεταφέρουν στις εκκλησίες κλαδιά ή φύλλα ελιάς για ευλογία. Τα φύλλα αυτά χρησιμοποιούνται καθ’ όλο τον χρόνο για το οικιακό «κάπνισμα» (θυμίαμα) αφού τοποθετούνται λίγα κάθε φορά πάνω σε αναμμένα κάρβουνα στο πήλινο «καπνιστήρι».
Η ελιά ευδοκιμεί σχεδόν σε όλα τα εδάφη, ακόμη και στα βραχώδη και άγονα. Είναι ολιγαρκής, ανθεκτική και μακρόβια – η διάρκεια ζωής της ξεπερνάει τα 500 χρόνια. Τα ηλικιωμένα δέντρα αποκτούν χοντρούς κορμούς σε εντυπωσιακά σχήματα, με κουφάλες και εξογκώματα, και είναι πραγματικά γλυπτά έργα τέχνης της φύσης. Το ξύλο της ελιάς χρησιμοποιήθηκε ευρέως κατά το παρελθόν από Κυπρίους λαϊκούς τεχνίτες για κατασκευή κυρίως έργων ξυλογλυπτικής.
Ακριβώς η ανθεκτικότητα και μακροβιότητα της ελιάς την έχει φορτώσει με θρύλους και παραδόσεις. Έχει υμνηθεί από ποιητές και έχει τραγουδηθεί από τη λαϊκή μούσα. Ο τιμημένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας ποιητής Γιώργος Σεφέρης (του οποίου αρκετά ποιήματα είναι εμπνευσμένα από την Κύπρο) θεωρεί την ελιά και το βράχο ως τα αιώνια χαρακτηριστικά του τόπου:
«...οι ελιές με τις ρυτίδες των γονιών μας,
Τα βράχια με τη γνώση των γονιών μας...»
Σε παλαιότερες εποχές η ελιά έδινε στην Κύπρο τους καρπούς της ως βασικό φαγητό ιδίως για το πλήθος των φτωχών. Πρβλ. και το σχετικό ποίημα λαϊκού ποιητή:
«Ψουμίν τζ’ ελιάν που το πρωίν
τζιαί κρόμμυον πουπάνω,
γέρημη φτώσ΄εια έφας μας
στον κόσμον παραπάνω...»
Αλλά και το λάδι ήταν ιδιαίτερα πολύτιμο προϊόν αφού κατά την Αρχαιότητα και αργότερα ανά τους αιώνες χρησιμοποιείτο στα λυχνάρια ως μέσο φωτισμού. Επίσης με λάδι ανάβονταν και ανάβονται ακόμη τα καντήλια στις εκκλησίες. Κατά την Αρχαιότητα με λάδι άλειβαν τα κορμιά τους οι αθλητές, ενώ τούτο χρησίμευε ακόμη και ως φάρμακο για κάποιες παθήσεις. Στην αρχαία Κύπρο φαίνεται ότι το λάδι είχε χρησιμοποιηθεί ακόμη και ως καύσιμη ύλη, σύμφωνα προς σχετικά ευρήματα στο χωριό Πύργος της Λεμεσού.
Σε διάφορες περιοχές της Κύπρου μερικές ελιές ονομάζονται «αποστολιτζ΄ιές» επειδή θεωρούνται ως απόγονοι δέντρων που είχαν φυτρώσει από κουκούτσια ελιών με τις οποίες γευμάτιζαν οι απόστολοι Παύλος, Βαρνάβας και Μάρκος κατά την αποστολική τους περιοδεία στο νησί το 45 μ.Χ. Πολλές άλλες ελιές μεγάλης ηλικίας (γνωστότερη είναι η ελιά των Αγγλεισίδων) αποκαλούνται «φραγκοελιές» διότι θεωρείται ότι είχαν φυτευτεί ή φυτρώσει κατά την περίοδο της κυριαρχίας των Φράγκων στο νησί (1192 – 1489). Στην Κύπρο απαντώνται εκατοντάδες τοπωνύμια σχετιζόμενα με την ελιά, περιλαμβανομένων και ονομάτων χωριών. Σε πολλούς δε χώρους απαντώνται κατάλοιπα παλαιών ελαιοτριβείων διαφόρων εποχών. Συνήθως τέτοια πέτρινα ελαιοτριβεία βρίσκονταν στις αυλές εκκλησιών, επειδή δεν ανήκαν σε συγκεκριμένα άτομα αλλά στις κοινότητες. Ένας δε μεγάλος αριθμός μονολίθων, που απαντώνται είτε όρθιοι και φυτεμένοι στο έδαφος, είτε ξεριζωμένοι και πεσμένοι στη γη, θεωρούνται ως κατάλοιπα αρχαίων ελαιοπιεστηρίων. Τέτοιοι μονόλιθοι, φορτωμένοι με θρύλους, απαντώνται σε πολλές περιοχές των επαρχιών Λεμεσού και Πάφου.
Βλέπε λήμμα: Μονόλιθοι
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια