Γάλλος «ευγενής» ιππότης και τυχοδιώκτης που έδρασε στη μεσαιωνική Μέση Ανατολή κατά το δεύτερο μισό του 12ου αιώνα, οπότε κούρσεψε και την Κύπρο το 1155/6.
Ο Ρενώ ντε Σιατιγιόν, Seigneur de Gien sur Loire, από το Σιατιγιόν της Γαλλίας, ήλθε στην Ανατολή για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στη φραγκική Συρία, αναζητώντας ταυτόχρονα την τύχη του. Το 1153 νυμφεύθηκε την Κωνστάνς της Αντιόχειας, χήρα του Ραϋμόνδου του Πουατιέ (Raymond de Poitiers), πρίγκιπα της Αντιόχειας, αποκτώντας έτσι το πριγκιπάτο. Έδρασε στους Αγίους Τόπους και στη Μικρά Ασία, κινούμενος μεταξύ Βυζαντινών, Φράγκων, Αρμενίων και Μουσουλμάνων, μέχρι το 1187 οπότε στη μάχη του Χιττεΐν συνελήφθη αιχμάλωτος από τον Σαλαντίν. Ο τελευταίος τον εκτέλεσε, μάλιστα αποκεφαλίζοντάς τον ο ίδιος προσωπικά.
Βλέπε λήμμα: Βυζάντιο και Κύπρος
Ο Ρενώ ντε Σιατιγιόν είχε, αρχικά, αναπτύξει συμμαχικές σχέσεις με τους Βυζαντινούς (που κατείχαν τότε ακόμη την Κύπρο) κι είχε συνεργαστεί μαζί τους. Μάλιστα είχε αναλάβει να επιτεθεί εναντίον του Θορός Β' (1145-1168), ο οποίος είχε ιδρύσει, ουσιαστικά, το βασίλειο της Αρμενίας στην Κιλικία της Μικράς Ασίας (απέναντι από τις βόρειες ακτές της Κύπρου) αποσπώντας την περιοχή αυτή από τη Βυζαντινή αυτοκρατορία. Ο Ρενώ ντε Σιατιγιόν επετέθη κατά του Θορός Β', αφού εκμισθώθηκε προς τούτο από τον τότε Βυζαντινό αυτοκράτορα Μανουήλ Α' Κομνηνό (1143-1180). Ο Μανουήλ Κομνηνός είχε, επίσης, χρησιμοποιήσει κατά του Θορός Β΄και τον Μανσούτ Α΄, σουλτάνο του Ρούμ χωρίς όμως επιτυχία. Το 1155 ο Ρενώ ντε Σιατιγιόν βάδισε πράγματι κατά του Θορός Β' και μια σύγκρουσή τους, με άγνωστα αποτελέσματα, συνέβη στην περιοχή της Αλεξανδρέττας. Όμως ευθύς αμέσως ο Ρενώ ντε Σατιγιόν βρέθηκε να είναι σύμμαχος του Θορός Β' κατά των Βυζαντινών, επειδή για κάποιο λόγο είχε δυσαρεστηθεί με τον Μανουήλ Κομνηνό. Ο λόγος της δυσαρέσκειάς του αυτής αναφέρεται ότι ήταν άρνηση ή καθυστέρηση του αυτοκράτορα να τον πληρώσει (σύμφωνα προς τον Γουλιέλμο της Τύρου). Αλλού αναφέρεται ότι δυο ήσαν οι λόγοι της δυσαρέσκειάς του: η κακή συμπεριφορά των Βυζαντινών έναντι των Φράγκων (κυρίως εμπόρων) που ζούσαν στην Κύπρο, και η ενθάρρυνση των Τούρκων από τους Βυζαντινούς για εξολόθρευση των Αρμενίων (ίσως η χρησιμοποίηση από τον αυτοκρά τορα Μανουήλ του Μασούτ Α' κατά του Θορός Β).
Βλέπε λήμμα: Κομνηνοί και Κύπρος
Εν πάση περιπτώσει, θέλοντας τώρα να πλήξει τους Βυζαντινούς, ο Ρενώ ντε Σιατιγιόν εστράφη κατά της Κύπρου. Επειδή η Κύπρος ήταν τμήμα της αυτοκρατορίας, αλλά και απομονωμένη στην ανατολική Μεσόγειο και ανίκανη να προβάλει επιτυχημένη αντίσταση, παρά τα κάποια μέτρα προστασίας της που είχαν ληφθεί επί Μανουήλ Κομνηνού. Ενισχυμένος κι από τον Θορός Β', ο Ρενώ ντε Σιατιγιόν έπλευσε αμέσως στην Κύπρο.
Ο τότε Βυζαντινός δούκας (κυβερνήτης) της Κύπρου Ιωάννης Κομνηνός κι ο βοηθός του Μιχαήλ Βρανάς, είχαν ήδη πληροφορηθεί τις προθέσεις του Ρενώ ντε Σιατιγιόν, ειδοποιηθέντες από φίλους τους, Λατίνους της Αντιοχείας. Ο Ιωάννης Κομνηνός, που είχε το αρχηγείο του στη Λευκωσία, έστειλε τον Βρανά στην ακτή για να εμποδίσει την απόβαση των δυνάμεων του ντε Σιατιγιόν. Σύμφωνα προς τον Κίνναμο, ο Βρανάς αντιμετώπισε τον εισβολέα με πολλή ορμή και σκληρότητα. Τελικά όμως δεν μπόρεσε και να νικήσει, αλλ' απωθήθηκε προς τη Λευκωσία. Ο Ιωάννης Κομνηνός έσπευσε με τις υπόλοιπες δυνάμεις του σε βοήθεια του Βρανά, αλλά ηττήθηκαν από τον Ρενώ ντε Σιατιγιόν και συνελήφθησαν και οι δύο αιχμάλωτοι. Δεν είναι γνωστή η τύχη τους μετά τη σύλληψή τους από τον εισβολέα.
Άλλες πηγές αναφέρουν ότι δεν είχε προβληθεί σοβαρή αντίσταση κατά του Ρενώ ντε Σιατιγιόν, κι ότι οι Βυζαντινοί είχαν καταληφθεί εξ απροόπτου.
Μετά την εξουδετέρωση των Κομνηνού και Βρανά η Κύπρος παρέμεινε εντελώς ανυπεράσπιστη στις ορέξεις του Ρενώ ντε Σιατιγιόν, που απεδείχθη πως όχι μόνο δεν ήταν διαποτισμένος από τα ιδεώδη του ιπποτισμού αλλά πως ήταν ένας πορωμένος κι αισχρός δολοφόνος. Ο κτηνώδης αυτός «σταυροφόρος» διελθών ἅπασαν τήν Νῆσον κατέσκαπτε καί ἒφθειρεν ὂπου ἢθελεν τάς πόλεις, κατεπάτει ἀκολάστως μοναστήρια ἀνδρῶν καί γυναικῶν, ὑποβάλλων εἰς κτηνώδη διαφθοράν τάς γυναίκας καί τάς τρυφεράς παρθένους, σύμφωνα προς το Συριακόν Χρονικόν (Chronicon Syriacum). Προστίθεται δε ότι οι ορδές του «ευγενούς» αυτού Γάλλου ἐπί ἡμέρας τινάς ἐμαίνοντο ἀνά πᾶσαν τήν γῆν [της Κύπρου], οὐδένα εὑρίοκοντες ἀνθιστάμενον, οὔτε ἡλικίαν οὔτε φῦλον σέβοντες...
Δολοφονίες, λεηλασίες και βιασμοί έγιναν ακόμη και σε εκκλησίες και σε μοναστήρια, με τη δικαιολογία ότι επρόκειτο για χώρους λατρείας «αιρετικών» Ορθοδόξων κι όχι δυτικών Χριστιανών!
Βλέπε λήμμα: Λατινική εκκλησία
Οι θηριωδίες του Ρενώ ντε Σιατιγιόν στην Κύπρο προκάλεσαν μεγάλη αγανάκτηση, ακόμη και στους ιδίους τους Λατίνους που θεώρησαν τις πράξεις του ως εγκλήματα εναντίον ενός χριστιανικού λαού. Αφού δε ο Ρενώ ντε Σιατιγιόν κόρεσε το πάθος του, κι αφού συγκέντρωσε όσα περισσότερα λάφυρα μπορούσε μαζί με πολλούς αιχμαλώτους, αναχώρησε για την Αντιόχεια. Αριθμός αιχμαλώτων του απελευθερώθηκε αργότερα, ύστερα από καταβολή μεγάλων λύτρων. Άλλοι από τους αιχμαλώτους ακρωτηριάστηκαν κι εστάλησαν ως «δώρο» στον αυτοκράτορα Μανουήλ Κομνηνό στην Κωνσταντινούπολη! Ο αυτοκράτορας πληροφορήθηκε, έτσι, από «πρώτο χέρι» τα φρικτά γεγονότα που συνέβησαν στην Κύπρο επί ημερών του, και που δεν ήσαν τα μόνα: δυο περίπου χρόνια αργότερα, το 1158, επιτέθηκε κατά της Κύπρου ο αιγυπτιακός στόλος۠ και πάλι τρία περίπου χρόνια αργότερα, το 1161, επέδραμε στην Κύπρο ένας άλλος «ευγενής», ο Ραϋμόνδος Γ' της Τριπόλεως, σ' αντίποινο επειδή ο αυτοκράτορας Μανουήλ νυμφεύθηκε τη Μαρία της Αντιοχείας που την προτίμησε αντί της αδελφής του!
Δυο περίπου χρόνια μετά την εγκληματική επιχείρηση του Ρενώ ντε Σιατιγιόν στην Κύπρο, ο αυτοκράτορας Μανουήλ βρισκόταν στη Μικρά Ασία. Ο Ρενώ ντε Σιατιγιόν αναγκάστηκε να παρουσιαστεί σ' αυτόν και να ζητήσει συγχώρεση. Παρουσιάστηκε στη σκηνή του αυτοκράτορα ξυπόλυτος, σ' ένδειξη ταπείνωσης, έπεσε στο χώμα, κατέθεσε το ξίφος του στα πόδια του Μανουήλ και κλαίγοντας και παρακαλώντας, ζήτησε χάρη τόσο επίμονα και δουλικά, ώστε προκάλεσε αηδία και στον ίδιο τον αυτοκράτορα και στους παρευρισκόμενους λοιπούς Γάλλους ευγενείς και στους άλλους πρέσβεις. Τελικά κατόρθωσε να σωθεί χάρις στην ευσπλαχνία του αυτοκράτορα, που φαίνεται ότι είχε επιδειχθεί και για πολιτικούς λόγους.
Αλλ' αφού σώθηκε, ο Ρενώ ντε Σιατιγιόν συνέχισε πάλι τα εγκλήματά του, διαπράττοντας απίστευτες ωμότητες, αλλά τώρα κυρίως εναντίον αόπλων Μουσουλμάνων. Όλη αυτή του η δραστηριότητα προκάλεσε την οργή του περιβόητου σουλτάνου Σαλαντίν, ο οποίος και τον αποκεφάλισε με το ίδιό του το χέρι όταν τον συνέλαβε αιχμάλωτο το 1187.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια