Σύμφωνα με τις αρχαίες φιλολογικές πηγές οι αρχαιότατοι Κύπριοι δεν θυσίαζαν ζώα στους θεούς ούτε έτρωγαν το κρέας τους γιατί το θεωρούσαν αντίθετο στον φυσικό νόμο. Όπως αναφέρει ο συγγραφέας Πορφύριος ο Τύριος, στο έργο του Περί ἀποχῆς ἐμψύχων, κάποια φορά κάποιοι Κύπριοι, «επιδιώκοντας να τους δοθεί ψυχή αντί ψυχής», θυσίασαν το πρώτο ζώο. Ενώ συνέχισαν όμως να θυσιάζουν ζώα, δεν τα έτρωγαν, αλλά τα έκαιγαν ολόκληρα στον βωμό. Σε μια θυσία, ενώ καιγόταν το σφάγιο, ένα κομμάτι κρέας έπεσε από τον βωμό και ο ιερέας το σήκωσε και το ξανάβαλε σ' αυτόν. Επειδή όμως ένιωσε κάψιμο στα δάκτυλά του, τα έφερε ασυναίσθητα στο στόμα του. Έτσι, χωρίς να το θέλει, δοκίμασε τη γεύση του κρέατος, του άρεσε, έφαγε απ' αυτό και έδωσε και στη γυναίκα του. Όταν ο τότε βασιλιάς της Κύπρου Πυγμαλίων* το πληροφορήθηκε, τιμώρησε και τους δυο με θάνατο, ρίχνοντάς τους σε βάραθρο, και ανέθεσε την ιεροσύνη σε άλλον. Και ο δεύτερος ιερέας έπεσε στο ίδιο αμάρτημα και τιμωρήθηκε κατά τον ίδιο τρόπο. Με τον καιρό εν τούτοις οι αντιδράσεις στην πράξη αυτή ελαττώθηκαν και οι Κύπριοι άρχισαν να τρώνε κρέας θυσιών χωρίς καμιά τιμωρία.