Αγροτική οικονομία ή αγροτική οικονομική είναι ο κλάδος των γεωπονικών και οικονομικών επιστημών, που ασχολείται με τη μελέτη των θεμάτων που σχετίζονται με τα οικονομικά του γεωργικού τομέα, όπως είναι η αγροτική στατιστική, η οργάνωση και διαχείριση των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, η οικονομική αξιολόγηση σχεδίων γεωργικής ανάπτυξης κι άλλων επενδύσεων, η αγροτική δανειοδότηση, η εμπορία των γεωργικών προϊόντων κλπ.
Στην παρούσα περίπτωση ο όρος αγροτική οικονομία θα εξεταστεί σε συσχετισμό με τον ευρύ γεωργικό τομέα της Κύπρου. Ο ευρύς γεωργικός τομέας καλύπτει την φυτική και ζωική παραγωγή, τα δάση, την αλιεία και το θήραμα. Είναι ένας από τους πιο βασικούς παραγωγικούς τομείς της κυπριακής οικονομίας και τούτο γιατί συμβάλλει κατά 11% περίπου στη δημιουργία του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (πριν από την εισβολή η συμβολή του ανερχόταν γύρω στο 17%), παρέχει απασχόληση στο ένα πέμπτο περίπου του οικονομικά ενεργού πληθυσμού της Κύπρου (πριν από την εισβολή η απασχόληση αυτή ανερχόταν στο ένα τρίτο), προσφέρει 30% περίπου στην ολική αξία των εγχωρίων εξαγωγών (πριν από την εισβολή το ποσοστό αυτό ξεπερνούσε το 50%), καλύπτει το μεγαλύτερο ποσοστό των αναγκών του κυπριακού πληθυσμού σε τρόφιμα και, τέλος, προμηθεύει τις πρώτες ύλες για τη λειτουργία των κυπριακών αγροβιομηχανιών.
Οι πιο σπουδαίοι υποτομείς της κυπριακής γεωργίας είναι η φυτική και η ζωική παραγωγή. Η συμμετοχή της φυτικής παραγωγής στην αξία της ολικής γεωργοκτηνοτροφικής παραγωγής σε τιμές παραγωγού ανέρχεται στο 66% περίπου, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό (34%) αντιπροσωπεύει τη συνεισφορά της κτηνοτροφικής παραγωγής. Η φυτική παραγωγή χωρίζεται στην παραγωγή που προέρχεται από τις ξηρικές εκτάσεις και την παραγωγή που προέρχεται από τις αρδευόμενες εκτάσεις. Οι σπουδαιότερες ξηρικές καλλιέργειες της Κύπρου είναι τα σιτηρά, τα οινοποιήσιμα σταφύλια, οι ελιές και τα ψυχανθή (όσπρια και κτηνοτροφικά φυτά). Τα κυριότερα αρδευόμενα φυτά, κατά σειρά σπουδαιότητας, είναι οι πατάτες, τα εσπεριδοειδή, τα λαχανικά, τα επιτραπέζια σταφύλια και τα φυλλοβόλα οπωροφόρα δέντρα.
Η ζωική παραγωγή προέρχεται από τα πρόβατα, αίγες και αγελάδες (που παράγουν κρέας και γάλα), τους χοίρους (για κρέας) και τα πουλερικά (που δίνουν κρέας και αυγά).
Η Κύπρος είναι αυτάρκης στα κυριότερα γεωργοκτηνοτροφικά προϊόντα, όπως είναι το χοιρινό κρέας, το κρέας πουλερικών, τα αυγά, τα φρούτα, οι πατάτες και άλλα λαχανικά. Σε μερικά άλλα προϊόντα υπάρχει έλλειμμα μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης, όπως στην περίπτωση του μοσχαρίσιου και πρόβιου κρέατος που ο βαθμός αυτάρκειας της Κύπρου στα χρόνια αυτά είναι περίπου 65%. Για τα γαλακτοκομικά και τα ελαιοκομικά προϊόντα, καθώς και τα σιτηρά, ο βαθμός αυτάρκειας είναι 75%, 80% και 30% αντιστοίχως.
Τα κύρια χαρακτηριστικά της κυπριακής γεωργίας παρατίθενται πιο κάτω:
1. Διακατοχή της γης: Σύμφωνα με την απογραφή του 1977 η ιδιωτική ιδιοκτησία αντιπροσώπευε το 93.3%. Το υπόλοιπο αποτελείτο από κυβερνητική (1.4%), εκκλησιαστική (5%) και κοινοτική γη (0.3%). 80% της ιδιωτικής γης καλλιεργείται από τους ιδιοκτήτες της, ενώ η ενοικιαζόμενη γη αποτελεί περίπου το 25% της ολικής γεωργικής γης. Ο ολικός αριθμός των γεωργικών κλήρων ήταν 44. 522 (περιλαμβανομένων και 715 κλήρων που ανήκουν σε ακτήμονες κτηνοτρόφους) και το μέσο μέγεθος του κλήρου ήταν 34,5 κ. σκάλες κι αποτελείτο από 6,4 αγροτεμάχια.
2. Υδάτινοι πόροι και αρδεύσεις: Η σημασία της αρδευόμενης έκτασης είναι πολύ μεγάλη για την κυπριακή οικονομία και τούτο γιατί προσφέρει το 60% της αξίας ολόκληρης της φυτικής παραγωγής, ενώ αντιπροσωπεύει μόνο το 13% της ολικής γεωργικής γης. Ολόκληρη η ξηρική έκταση που αντιπροσωπεύει το 87% της κυπριακής γεωργικής γης παράγει προϊόντα αξίας ίσης με το 40% της ολικής φυτικής παραγωγής. Είναι γι' αυτό τον λόγο που η κυβέρνηση της Κύπρου έδωσε και δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη και ορθή χρήση των υδατίνων πόρων. Πάνω από το 1/3 των κυβερνητικών δαπανών για αγροτική ανάπτυξη έχει δοθεί για την υδατική ανάπτυξη. Η χωρητικότητα των υδατοφρακτών, από 6 εκατομμύρια τόνους, που ήταν το 1960, έφτασε το 1982 τα 118 εκατομμύρια τόνους.
3. Μερική απασχόληση στη γεωργία: Το φαινόμενο αυτό, που είναι πολύ διαδεδομένο στον τόπο μας, μπορεί να χωριστεί σε δυο κατηγορίες. Η μια κατηγορία αφορά εκείνους που κατοικούν στην ύπαιθρο και βρίσκουν εποχιακή απασχόληση στις πόλεις και η άλλη αφορά εκείνους που κατοικούν στην πόλη κι ασχολούνται με τη γεωργία επισκεπτόμενοι την ύπαιθρο κυρίως τα Σαββατοκυρίακα και τις γιορτές.
4. Ο ρόλος της Κυπρίας αγρότισσας: Ο ρόλος των αγροτισσών της Κύπρου είναι πολύπλευρος. Εκτός του γεγονότος ότι είναι οικοκυρές και καταναλωτές, συμμετέχουν ενεργά στις πλείστες γεωργικές δραστηριότητες. Αξίζει να αναφερθεί ότι οι γυναίκες σήμερα αποτελούν πέραν του 55% των προσώπων που απασχολούνται αποδοτικά στη γεωργία.
5. Οργάνωση της εμπορίας: Οι κύριοι φορείς της γεωργικής εμπορίας είναι οι ιδιώτες έμποροι, το Συνεργατικό κίνημα, καθώς και διάφοροι ημικρατικοί οργανισμοί. Αρμόδιο υπουργείο που χειρίζεται τα θέματα εμπορίας των γεωργικών προϊόντων είναι το υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας. Τα προϊόντα που καλύπτονται με ημικρατικούς οργανισμούς είναι οι πατάτες, τα καρότα, τα τεύτλα, το ελαιόλαδο, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα οινοποιήσιμα σταφύλια και τα σιτηρά.
6. Αγροτική δανειοδότηση: Τα αγροτικά δάνεια στην Κύπρο δίδονται κυρίως από το Συνεργατικό κίνημα (κυρίως τα βραχυπρόθεσμα) και την κυβέρνηση (για τα μεσομακροπρόθεσμα) μέσω των δανειστικών επιτρόπων και της Κεντρικής Συνεργατικής Τράπεζας. Οι εμπορικές τράπεζες παρέχουν πολύ περιορισμένα δάνεια, κυρίως σε μεγάλες γεωργικές εταιρείες και αγροκτήματα.
7. Προσφορά διαφόρων προμηθειών: Οι διάφορες προμήθειες που χρειάζονται οι γεωργοί προσφέρονται μέσω των εμπόρων, της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας (κυρίως λιπάσματα, φάρμακα) και κυβερνητικών τμημάτων, όπως οι πιστοποιημένοι σπόροι σιτηρών και κτηνοτροφικών φυτών από το τμήμα Γεωργίας.
8. Επικοινωνίες: Οι επικοινωνίες μεταξύ των χωριών της Κύπρου είναι ικανοποιητικές. Τα πλείστα χωριά συνδέονται με ασφαλτοστρωμένους δρόμους, έχουν καθημερινή διανομή ταχυδρομείου και εξυπηρετούνται με δημόσια τηλέφωνα, ηλεκτρισμό και έχουν πόσιμο νερό σχεδόν σ' όλα τα σπίτια. Το ποσοστό αναλφαβητισμού στην ύπαιθρο είναι χαμηλό (της τάξης του 10%).
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ
Τα κυριότερα προβλήματα και οι πιο σοβαροί περιοριστικοί παράγοντες για την ανάπτυξη της κυπριακής γεωργίας παρατίθενται πιο κάτω:
α) Προβλήματα που δημιούργησε η τουρκική εισβολή. Τα προβλήματα αυτά μπορούν να συνοψιστούν στην απώλεια του 45% της παραγωγικής δυναμικότητας, 80% των εκτάσεων με εσπεριδοειδή, 65% των σιτηρών, 45% των ελαιοδέντρων, 50% των ζώων, 41% των αλιευτικών εξαγωγών και όλα αυτά πέρα από την προσφυγοποίηση μεγάλου αριθμού αγροτικών οικογενειών από τις περιοχές Μόρφου, Καραβά, Λαπήθου, Ακανθούς, Καρπασίας, Μεσαορίας κ.ά.
β) Ανεπάρκεια κατάλληλης γεωργικής γης και υδατίνων πόρων.
γ) Ο πολυτεμαχισμός και ο κατατεμαχισμός της γεωργικής γης (μικροί γεωργικοί κλήροι με αυξημένο αριθμό διασκορπισμένων αγροτεμαχίων). Η κατάσταση αυτή, εκτός των άλλων, εμποδίζει τη μηχανοποίηση και την εισαγωγή νέας τεχνολογίας με δυσμενείς επιπτώσεις στην παραγωγικότητα και το κόστος παραγωγής.
δ) Η αστικοποίηση, κυρίως των νέων, που μετακινούνται στα αστικά κέντρα σε συνάρτηση με την έλλειψη εποχιακών γεωργικών χεριών στην γεωργία. Η απογραφή του 1977 έδειξε ότι ο μέσος όρος της ηλικίας των γεωργών ήταν 50 χρόνια. Το 1/3 από αυτούς είχε ηλικία 60 χρόνια και άνω και μόνο το 1/60 των γεωργών είχαν ηλικία κάτω των 25 χρόνων.
ε) Προβλήματα στη διάθεση της γεωργοκτηνοτροφικής παραγωγής, που οφείλονται κυρίως στην ύπαρξη περιορισμών (ποσοτικών και δασμολογικών) για την εξαγωγή των κυπριακών προϊόντων σε ορισμένες χώρες και τον πολύ οξύ ανταγωνισμό από μέρους άλλων χωρών που παράγουν τα ίδια με την Κύπρο προϊόντα, σε συνθήκες κάποτε πιο ευνοϊκές από τις δικές μας. Στις δυσκολίες στον τομέα αυτό μπορούν να προστεθούν και τα οργανωτικά προβλήματα που έχει η Κύπρος να αντιμετωπίσει με το υφιστάμενο σύστημα εμπορίας για ορισμένα προϊόντα, όπως τα επιτραπέζια σταφύλια, τα λαχανικά, τα εσπεριδοειδή κλπ.
στ) Ζημιές στη γεωργική παραγωγή από τις θεομηνίες. Οι πιο σοβαρές θεομηνίες είναι η ανομβρία, η χαλαζόπτωση και οι παγετοί.
Στην ανάπτυξη του ευρέος γεωργικού τομέα αποβλέπουν οι προσπάθειες της κυπριακής κυβέρνησης μέσα στα πλαίσια εφαρμογής πενταετών προγραμμάτων ανάπτυξης των οποίων οι κύριοι στόχοι είναι:
Βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του αγροτικού πληθυσμού, μείωση του εισοδηματικού χάσματος μεταξύ αγροτικών και αστικών περιοχών, προαγωγή ισόρροπης περιφερειακής ανάπτυξης των αγροτικών περιοχών, αύξηση της αξίας της αγροτικής παραγωγής και της συνεισφοράς του αγροτικού τομέα στη δημιουργία του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος.
Για την επίτευξη των πιο πάνω σκοπών επιδιώκονται οι πιο κάτω ειδικοί αντικειμενικοί σκοποί και στόχοι:
1. Αύξηση της έκτασης που θα μπορεί να αρδεύεται.
2. Αύξηση της παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής και βελτίωση της ποιότητας των παραγομένων προϊόντων.
3. Εισαγωγή νέας τεχνολογίας προσαρμοσμένης στις κυπριακές συνθήκες.
4. Βελτίωση της εμπορίας των γεωργικών προϊόντων με στόχο την αύξηση των εξαγωγών και την υποκατάσταση των εισαγωγών γεωργικών προϊόντων.