Σημαντικός Κύπριος λόγιος και συγγραφέας, ένας από τους σημαντικότερους του Ελληνισμού κατά τον 17ο αιώνα. Γεννήθηκε στο χωριό Ποταμιού της επαρχίας Λεμεσού περί το 1579 και πέθανε, άγνωστο πού, περί το 1660. Οι χρόνοι γέννησης και θανάτου του δεν είναι ακριβώς γνωστοί αλλά υπολογίστηκαν με βάση διάφορα δεδομένα (βλέπε Γ. Βαλέτα, Νεόφυτος Ροδινός, Αθήνα, 1979).
Γιος του λογίου Σολομώντος Ροδινού , ο Νεόφυτος Ροδινός έζησε λίγα μόνο χρόνια της ζωής του στην Κύπρο. Ήταν πολυταξιδεμένος και η ζωή του υπήρξε περιπετειώδης.
Καλογερος στο μετόχι της Αγίας Αικατερίνης στα Χανιά
Σε νεαρή ηλικία πήγε στη Λευκωσία όπου, μεταξύ του 1592 και του 1599, παρακολούθησε μαθήματα στη σχολή του αξιόλογου Κυπρίου λογίου και συντοπίτη του (καταγόμενου από το Κοιλάνι) Λεοντίου Ευστρατίου. Λίγο αργότερα ο Νεόφυτος Ροδινός πήγε στην Κρήτη όπου και καλογέρεψε στο σιναϊτικό μετόχι της Αγίας Αικατερίνης στα Χανιά. Απ' εδώ πιστεύεται ότι πήρε και το επώνυμο με το οποίο αργότερα υπογράφει τα έργα του: Νεόφυτος Ροδινός Κύπριος ο Σιναῒτης. Πιθανό όμως να έζησε για λίγο και στο ίδιο το μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, μια και γνωρίζουμε από τα γραφόμενα του ιδίου ότι είχε ταξιδέψει και στην Αίγυπτο κι είχε γνωρίσει την Αλεξάνδρεια και την εκκλησιαστική της περιφέρεια, συνδεόμενος και με τον συγχωριανό του Παρθένιο, αργότερα μητροπολίτη Λιβύης, θεωρείται μάλιστα πιο πιθανό ότι το επώνυμο Σιναΐτης πήρε από το ίδιο το μοναστήρι του Σινά κι όχι από το μετόχι του στα Χανιά της Κρήτης. Ίσως, ακόμη, στο μετόχι των Χανίων να εστάλη από το κεντρικό μοναστήρι του Σινά.
Βλέπε λήμμα: Παρθένιος Μητροπολίτης
Είναι όμως γεγονός ότι βοηθήθηκε από τον ηγούμενο του σιναϊτικού μοναστηριού των Χανίων Ιωάννη Μούρτζινο που, εκτιμώντας τη φιλομάθειά του, τον έστειλε στη Βενετία για να εργαστεί ως βοηθός του Μαξίμου Μαργουνίου. Ο Μαργούνιος, πολυμαθέστατος ιεράρχης από την Κρήτη που ζούσε και δίδασκε στη Βενετία, είχε ζητήσει από τον Μούρτζινο (με επιστολή του το 1599) ένα βοηθό. Ο τελευταίος του έστειλε τον Νεόφυτο Ροδινό.
Ως βοηθός αλλά και μαθητής του Μαργουνίου, ο Νεόφυτος Ροδινός παρέμεινε μέχρι τον θάνατο του διδασκάλου του, το 1602. Επιμελήθηκε μάλιστα και τη μεταθανάτια έκδοση του έργου του Μαργουνίου Brevis Tractatus (εκδομένου στη Βενετία το 1602). Στη Βενετία γνώρισε επίσης τον Γαβριήλ Σεβήρο, από τον οποίο διδάχθηκε αρκετά περί της εκκλησιαστικής τάξεως.
Επιστροφή στην Κύπρο
Μετά τον θάνατο του προστάτη του Μαργουνίου, ο Νεόφυτος Ροδινός επέστρεψε για λίγο στην Κύπρο. Φιλοδοξία του ήταν να διδάξει τα γράμματα στους συμπατριώτες του οι οποίοι, ζώντας υπό τον σκληρό ζυγό των Τούρκων, ήταν εντελώς αμόρφωτοι. Ίδρυσε, φαίνεται, κάποια σχολή ακολουθώντας το παράδειγμα του πρώτου του δασκάλου Λεοντίου Ευστρατίου, αλλά χωρίς να βρει την αναμενόμενη ανταπόκριση. Τούτο πρέπει να συνέβη μεταξύ του 1603 και του 1606. Απογοητευμένος εγκατέλειψε την προσπάθεια και την ίδια την Κύπρο.
Από Ορθόδοξος γίνεται Καθολικός
Πήγε τότε στην Πάτμο, όπου ο ηγούμενος του εκεί φημισμένου μοναστηριού Νικηφόρος Χαρτοφύλακας τον παρακίνησε να επιστρέψει στην Ιταλία και να συνεχίσει τις σπουδές του. Αφού περιπλανήθηκε για λίγο στη Θράκη, ο Ροδινός πήγε στη Ρώμη το 1607 και εγγράφηκε στο φημισμένο Κολλέγιο του Αγίου Αθανασίου. Την ίδια αυτή εποχή (1607 ή 1608) άλλαξε δόγμα κι από Ορθόδοξος έγινε Καθολικός.
Τις σπουδές του στο Κολλέγιο της Ρώμης ολοκλήρωσε το 1611, οπότε έφυγε για την Ισπανία. Εκεί φοίτησε στο φημισμένο Πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα, όπου σπούδασε φιλοσοφία. Παράλληλα εργάστηκε στο ίδιο πανεπιστήμιο ως καθηγητής των ελληνικών. Την ίδια περίοδο έκανε περιοδείες σε διάφορα μέρη της Ισπανίας κι έρευνες σε βιβλιοθήκες και σε αρχεία μοναστηριών.
Μετά την Ισπανία πήγε στη Γαλλία, όπου έζησε γι’ αρκετό καιρό στην περιοχή του Δελφινάτου Σαντοσπίριτο, κοντά στη Λυών. Απ' εκεί έκανε περιοδείες σ' ολόκληρη σχεδόν τη νότια Ευρώπη και γνώρισε πολλούς λογίους, κληρικούς και σοφούς.
Επόμενος σταθμός του η Πορτογαλία. Έζησε κυρίως στην Κόιμβρα, όπου παρακολούθησε μαθήματα στο αρχαιότατο και ιστορικό πανεπιστήμιό της.
Μετά το πέρας κι αυτών των σπουδών και των ερευνών του εργοδοτήθηκε από τη Λατινική Εκκλησία, από δε τη Ρώμη στάλθηκε στην Πολωνία αρχικά κι ύστερα στην Ελλάδα κι άλλες περιοχές των Βαλκανίων με αποστολή τον προσηλυτισμό Ορθοδόξων ή και άλλων στον Καθολικισμό. Στην Πολωνία μάλιστα χειροτονήθηκε ιερέας. Η κάθοδός του, λίγο αργότερα, στην υπόδουλη στους Τούρκους Ελλάδα, υπήρξε σημαντική. Εργαζόμενος ως διαφωτιστής περισσότερο των υπόδουλων Ελλήνων παρά ως προπαγανδιστής του Καθολικισμού, ονειρευόταν την ώρα της απελευθέρωσης και δίδασκε, φαίνεται, προς αυτή την κατεύθυνση. Προσέχθηκε η δραστηριότητά του από τους Τούρκους, με αποτέλεσμα να υποστεί σκληρούς διωγμούς, μάλιστα να συλληφθεί από τους Τούρκους και να πωληθεί ως δούλος. Κατόρθωσε όμως ν' απελευθερωθεί, με την επέμβαση της Δημοκρατίας της Βενετίας, και να φυγαδευθεί πίσω στην Ιταλία.
Γνωριμία με τον Ιλαρίωνα Κιγάλα
Εγκαταστάθηκε τότε στη Νεάπολη, όπου διορίστηκε ιερέας στην εκεί ελληνική εκκλησία. Παράλληλα δίδασκε και στην εκεί δημοτική σχολή. Δεν γνωρίζουμε πόσα χρόνια παρέμεινε στη Νεάπολη. Όμως γύρω στα 1630 τον βρίσκουμε ν' αναλαμβάνει μια νέα αποστολή προπαγάνδας και διαφωτισμού στην περιοχή της Χειμάρρας. Περί το 1645 επέστρεψε στη Νεάπολη, αλλά λίγο αργότερα έφυγε για καινούργια περιοδεία και για περαιτέρω διαφωτιστικό έργο στην Ήπειρο και στην Αλβανία. Ο ίδιος μνημονεύει παραμονή του στα Ιωάννινα, όπου γνώρισε και τον λόγιο συμπατριώτη του ιεράρχη (αρχιεπίσκοπο Κύπρου λίγο αργότερα), λόγιο και διαφωτιστή Ιλαρίωνα Κιγάλα, καθώς και στη Χειμάρρα και την Πωγωνιανή. Στην Ήπειρο και στην Αλβανία προσπάθησε, μεταξύ άλλων, να ιδρύσει σχολεία και να προαγάγει την εκπαίδευση των Ελληνοπαίδων.
Στο μοναστήρι του Κύκκου
Άγνωστος είναι κι ο χρόνος παραμονής του στην Ήπειρο και στην Αλβανία. Πάντως, γύρω στα 1655 βρισκόταν ξανά στη Νεάπολη, σε αρκετά προχωρημένη ήδη ηλικία. Τότε, είναι πολύ πιθανό να επέστρεψε στην Κύπρο, όπου φαίνεται ότι τα τελευταία λίγα χρόνια της ζωής του τα πέρασε αποτραβηγμένος στο μοναστήρι του Κύκκου. Τούτο προκύπτει έμμεσα, από μια μεταγενέστερη σημείωση στο σημαντικό αυτόγραφο έργο του Νεοφύτου Ροδινού Περί ἡρώων..., που αναφέρει ότι τούτο ἐγράφη ἐν Κύπρῳ τῷ 1660 ὑπό τοῦ Κυπρίου ἱερέως Ροδινοῦ. Επίσης στο φύλλο 72β του ιδίου έργου, αναγράφεται: Ἐν Κύπρῳ 1660 ὑπό ἱερέως Νεοφύτου Ροδινοῦ αχξ'.
Διαφωτιστικό έργο
Το διαφωτιστικό έργο του Νεοφύτου Ροδινού σε διάφορα τμήματα του υπόδουλου Ελληνισμού υπήρξε σημαντικό και τον καθιστά πρωτοπόρο και φωτισμένο δάσκαλο. Η προσπάθειά του να προωθήσει την εκπαίδευση, στην Ελλάδα και στην Κύπρο, φανερώνει την ευρύτητα αντιλήψεως που τον διέκρινε, δεδομένου ότι θεωρούσε την παιδεία ως απαραίτητη υποδομή για το μέλλον του Ελληνισμού. Η αγάπη του, επίσης, προς την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Κύπρο, υπήρξε μεγάλη. Παράλληλα, στα πολλά μέρη που είχε επισκεφθεί, έκαμε έρευνες και βρήκε χειρόγραφα και ιστορικό κι εκκλησιαστικό υλικό που σχετιζόταν προς την Κύπρο ή πρόσωπα κυπριακής καταγωγής. Το κυριότερο, εξ άλλου, έργο του, σημαντική μελέτη της εποχής εκείνης που είχε επίσης μεγάλη σημασία για τον διαφωτισμό των συμπατριωτών του, είναι άμεσα σχετιζόμενο προς την Κύπρο. Πρόκειται για το έργο του με τίτλο Περί ἡρώων, στρατηγῶν, φιλοσόφων, ἁγίων καί ἄλλων ὀνομαστῶν ἀνθρώπων, ὁποῦ ἐβγήκασιν ἀπό τό νησί τῆς Κύπρου, που πρωτοεκδόθηκε στη Ρώμη το 1659 (πράγμα που σημαίνει ότι η χρονολογία 1660 στα δυο μεταγενέστερα σημειώματα που αναφέρθηκαν πιο πάνω, είναι λανθασμένη).
Από τον τίτλο και μόνο του έργου αυτού του Νεοφύτου Ροδινού, που το έγραψε στο τέλος της ζωής του, καταφαίνεται η προσπάθεια να πληροφορήσει τους συμπατριώτες του και γενικότερα κάθε αναγνώστη, ότι η Κύπρος είχε ένα λαμπρό ιστορικό παρελθόν, ότι υπήρξε πατρίδα σημαντικών ανθρώπων, κι ότι της αξίζει καλύτερη τύχη από τη σκλαβιά και την εξαθλίωση.
Άλλο σημαντικό στοιχείο περί το συγγραφικό έργο του Νεοφύτου Ροδινού είναι ότι αυτός απέφυγε τη γλώσσα του λογιωτατισμού κι έγραψε στην απλή δημοτική γλώσσα της εποχής του. Επηρεασμένος αρχικά από τον δάσκαλό του Μαργούνιο, στον οποίο, κατά τον Γ. Βαλέτα (ό.π.π.) ο Ροδινός χρωστά τη λογογραφική του πανοπλία και το δημοτικισμό του, κατανόησε τη σημασία του να προσεγγίσει τον απλό λαό γράφοντας στη δημοτική γλώσσα. Και στον τομέα αυτό ο Νεόφυτος Ροδινός υπήρξε επίσης πρωτοπόρος.
Τα έργα του: Εκκλησιαστικά, μεταφραστικά και λογογραφικά
Τα έργα του μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: Εκκλησιαστικά, μεταφραστικά και λογογραφικά. Κι αυτά είναι τα ακόλουθα:
01. Σύνοψις τῶν θείων καί ἱερῶν τῆς Ἐκκλησίας μυστηρίων εἰς ὠφέλειαν τῶν ἱερέων ἁπλῇ φράσει παρά Νεοφύτου ἱερομόναχου Ροδινοῦ Κυπρίου τοῦ Σιναΐτου συντεθεῖσα (α' έκδοση, Ρώμη, 1628. β' έκδοση, Ρώμη, 1633).
2. Περί ἐξομολογήσεως. Βιβλίον πολλά ὠφέλιμον διά νά ἠξεύρη κανείς νά ἐξομολογᾶ... (α' έκδοση, Ρώμη, 1630. β' έκδοση, μετά τον θάνατο του συγγραφέα, Ρώμη, 1671).
3. Πανοπλία πνευματική, τουτέστι πρόχειρος διδασκαλία, πολλά ὠφέλιμη, διά νά ἠξεύρη κανείς τά πράγματα τῆς χριστιανικῆς πίστεως εἰς κοινήν ὠφέλειαν παρά Νεοφύτου ἱερομονάχου Ροδινοῦ Κυπρίου τοῦ Σιναΐτου συντεθεῖσα (α' έκδοση, Ρώμη, 1630. β' έκδοση, Ρώμη, 1671, μετά τον θάνατο του συγγραφέα).
4. Ἐξήγησις εἰς τήν ὠδήν τῆς Θεοτόκου, τουτέστιν εἰς τό «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον», μοιρασμένη εἰς δώδεκα ὁμιλίες πολλά ὠφελίμας διά διδακτάδες καί κάθε φιλοπάρθενον Χριστιανόν... εἰς τήν ἁπλήν γλώσσαν, παρά Νεοφύτου ἱερομονάχου Ροδινοῦ Κυπρίου τοῦ Σιναΐτου (Ρώμη, 1636).
5. Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Αὐγουστίνου ἐπισκόπου ’Ιππώνης, Ἐγχειρίδιον εἰς τήν κοινήν τῶν Ρωμαίων [=Ελλήνων] γλώσσαν, μεθερμηνευθέν ὑπό Νεοφύτου τοῦ Ροδινού τοῦ Κυπρίου. Τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Αυγουστίνου..., Μονολόγιον τῆς ψυχῆς πρός τόν Θεόν (α' έκδοση, Ρώμη, 1637. β' έκδοση, Ρώμη, 1671, μετά τον θάνατο του συγγραφέα).
6. Ἄσκησις πνευματική, βιβλίον πολλά ὠφέλιμον διά νά ἐπιστραφῇ ὁ ἄνθρωπος εἰς τόν Θεόν λογιάζοντας τά ὑστερινά του, ἥγουν τόν θάνατον, τήν κρίσιν, τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν καί τήν κόλασιν τοῦ Ἅδου... Κόπος Νεοφύτου πρεσβυτέρου τοῦ Ροδινοῦ. Μελέτη θανάτου (α' έκδοση, Ρώμη, 1641. β' έκδοση, Ρώμη, 1671, μετά τον θάνατο του συγγραφέα).
7. Ἀπόκρισις εἰς τήν ἐπιστολήν Ἰωάννου τοῦ πρεσβυτέρου... (Ρώμη, 1659).
8. Περί ἡρώων, στρατηγῶν, φιλοσόφων, ἁγίων καί ἄλλων ὀνομαστῶν ἀνθρώπων, ὁποῦ ἐβγήκασιν ἀπό τό νησί τῆς Κύπρου (Ρώμη, 1659).
9. Ρωμαϊκή ἀκολουθία (καλλιγραφημένο αντίγραφο βρίσκεται στο Βατικανό, όμως δεν αναφέρεται το όνομα του συγγραφέα).
10. Βίος καί μαρτύριον τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἰγνατίου ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, γραμμένος ἑλληνικά ἀπό Νικήταν Δαυΐδ τόν Παφλαγόνα καί γυρισμένος εἰς τήν ἁπλήν γλώσσαν ὑπό Νεοφύτου Ροδινοῦ τοῦ Κυπρίου (χειρόγραφο στο Βατικανό).
11. Σύντομος περί τῶν ἁγίων οἰκουμενικῶν καί τοπικῶν συνόδων πραγματεία (χειρόγραφο στο Βατικανό).
12. Ρωμαϊκόν Μαρτυρολόγιον... (χειρόγραφο στο Βατικανό).
13. Τοῦ μακαρίου Νιφώνου ἐπισκόπου Κωνσταντινιανῶν, Εὐχαί συλλεγεῖσαι παρά τοῦ ταπεινοῦ πρεσβυτέρου τοῦ Ροδινοῦ (χειρόγραφο στη Βιβλιοθήκη Βιλλικελλιάνα της Ρώμης).
14. Πανοπλία πνευματική. Νεοφύτου ἱερομονάχου Ροδινοῦ Κυπρίου τοῦ Σιναῒτου (χειρόγραφο στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Αθήνας).
15. Βίος καί πολιτεία τῆς ὁσίας ἡμῶν Θεοδώρας τῆς ἐν Ἀλεξανδρείᾳ, γραμμένον ἑλληνικά ἀπό τόν Μεταφραστήν καί μεταγλωττισμένον εἰς τήν κοινήν γλῶσσαν παρά Νεοφύτου ἱερομονάχου Ροδινοῦ Κυπρίου τοῦ Σιναΐτου (χειρόγραφο στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Αθήνας, με σημείωση ότι γράφτηκε στο μοναστήρι του Κύκκου το 1659).
16. Μαρτύριον τῆς ἁγίας καί ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Αἰκατερίνης, μεταγλωττισμένον ὑπό τοῦ αὐτοῦ Κυπρίου (εργασία στο ίδιο χειρόγραφο της Αθήνας με το προηγούμενο).
Επίσης στη Βιβλιοθήκη του Βατικανού σώζονται μερικά επιγράμματα του Ροδινού.
Η χρονολογική σειρά των έργων του Ροδινού δεν είναι η σειρά του πιο πάνω καταλόγου, στον οποίο και παρετέθησαν πρώτα τα τυπωμένα έργα του, που είναι τα πρώτα 8, κι ακολούθησαν τα υπόλοιπα.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια