Βασιλιάς της Αγγλίας από το 1189 μέχρι το 1199. Τρίτος γιος του βασιλιά Ερρίκου Β', είχε γεννηθεί στις 8 Σεπτεμβρίου 1157 και πέθανε στις 6 Απριλίου 1199. Μητέρα του ήταν η Ελεονώρα της Ακουϊτανίας κι ο ίδιος αισθανόταν περισσότερο Γάλλος παρά Άγγλος. Σε ηλικία 11 χρόνων κληρονόμησε το δουκάτο της Ακουϊτανίας κι ονομάστηκε δούκας το 1172 στο Πουατιέ. Μετά τον θάνατο των δυο μεγαλυτέρων αδελφών του παρέμεινε ο κληρονόμος της Αγγλίας, της Νορμανδίας και των Ανδεγαυών, με δευτερότοκο τον νεότερο αδελφό του Ιωάννη. Φοβούμενος ο Ριχάρδος μήπως ο πατέρας του ευνοούσε τον Ιωάννη, στράφηκε εναντίον του, βοηθούμενος κι από τον βασιλιά της Γαλλίας Φίλιππο Β' Αύγουστο. Κι όταν ο Ερρίκος Β' αρνήθηκε ν' αναγνωρίσει τον Ριχάρδο διάδοχο του θρόνου, ο τελευταίος κινήθηκε εναντίον του. Ο Ερρίκος, κυνηγημένος, πέθανε στις 6 Ιουλίου 1189. Στις 20 Ιουλίου 1189 ο Ριχάρδος απέκτησε τη Νορμανδία και δυο ακριβώς μήνες αργότερα και την Αγγλία.
Ενδιαφερόμενος ελάχιστα για τα εσωτερικά ζητήματα του βασιλείου του (στην Αγγλία έζησε μόνο 6 μήνες), έστρεψε τις φιλοδοξίες του προς την Ανατολή, επιθυμώντας να ηγηθεί μιας νέας σταυροφορίας, ιδίως μετά τις θεαματικές επιτυχίες του σουλτάνου της Αιγύπτου Σαλαντίν στους Αγίους Τόπους (ο Σαλαντίν είχε καταλάβει και την ίδια την Ιερουσαλήμ το 1187, πράγμα που είχε προκαλέσει τεράστια θλίψη κι αγανάκτηση στη χριστιανική Δύση).
Αμέσως μόλις ο Ριχάρδος έγινε βασιλιάς (1189), οργάνωσε τη δική του σταυροφορία (ήταν η τρίτη) και ξεκίνησε για την Ανατολή. Πέρασε από τη Σικελία, κατέλαβε τη Μεσσήνη στις 4 Απριλίου 1190, πέρασε από την Κύπρο την οποία επίσης κατέλαβε, και προχώρησε προς την Ιόππη και την Παλαιστίνη. Στην τρίτη αυτή σταυροφορία είχαν πάρει μέρος κι άλλοι δυο ηγεμόνες της Δύσης, ο βασιλιάς Φίλιππος Αύγουστος της Γαλλίας (που ακολούθησε διαφορετικό δρομολόγιο από τον Ριχάρδο) κι ο αυτοκράτορας της Γερμανίας Φρειδερίκος Α' Βαρβαρόσσα (που καθ' οδόν πέθανε από ατύχημα στη Μικρά Ασία, πριν δηλαδή φθάσει στους Αγίους Τόπους).
Στους Αγίους Τόπους, όπου κέρδισε και το επώνυμο Λεοντόκαρδος εξ αιτίας της γενναιότητας που είχε επιδείξει, ο Ριχάρδος δεν πέτυχε τίποτε το ουσιαστικό, ιδίως λόγω της μεγάλης αντίστασης που είχε προβάλει ο Σαλαντίν. Επιστρέφοντας στην Ευρώπη το 1192, το καράβι του ναυάγησε λόγω καταιγίδας στα παράλια της Βενετίας κι ο Ριχάρδος λίγο αργότερα αναγνωρίστηκε και συνελήφθη στη Βιέννη από τον Αυστριακό δούκα Λεοπόλδο Ε'. Ο δούκας ήταν ήδη δεδηλωμένος εχθρός του Ριχάρδου, επειδή τον προηγούμενο χρόνο ο Άγγλος βασιλιάς είχε καταλάβει την Κύπρο, νικώντας τον αυτοανακηρυχθέντα ηγεμόνα του νησιού Ισαάκιο Κομνηνό, με τον οποίο είχε συγγένεια η μητέρα του Λεοπόλδου. Έτσι, ο τελευταίος παρέδωσε τον αιχμάλωτο Ριχάρδο στον αυτοκράτορα Ερρίκο Στ'. Ο Ριχάρδος παρέμεινε αιχμάλωτος μέχρι το 1194 κι απελευθερώθηκε ύστερα από καταβολή, από τους οπαδούς του στην Αγγλία, τεραστίων ποσών ως λύτρων. Κατά την απουσία του Ριχάρδου την Αγγλία κυβερνούσε τυραννικά ο αδελφός του Ιωάννης ο Ακτήμων.
Όταν επέστρεψε στον θρόνο του, ο Ριχάρδος σύντομα ήλθε σε σύγκρουση με τον Φίλιππο της Γαλλίας, εναντίον του οποίου ξεκίνησε έναν πόλεμο που κράτησε τα τελευταία 5 χρόνια της ζωής του. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του κάστρου του Σαλύ (Chalus), ο Ριχάρδος πληγώθηκε από βέλος. Η πληγή του μολύνθηκε με αποτέλεσμα τον θάνατό του στις 6 Απριλίου 1199. Τάφηκε στο αββαείο του Φοντεβρό. Τον γιο του Αρθούρο δολοφόνησε ο Ιωάννης ο Ακτήμων, που ανήλθε έτσι στον θρόνο ως διάδοχος του Ριχάρδου.
Την επωνυμία Λεοντόκαρδος (Lion Heart ή, γαλλικά, Coeur de Lion) λέγεται ότι είχαν δώσει στον Ριχάρδο οι Νορμανδοί, λόγω κυρίως του χαρακτήρα του, που ήταν αδίστακτος, ατρόμητος αλλά κι απερίσκεπτος. Η επωνυμία όμως αυτή δεν φαίνεται να υπονοούσε θετικά χαρίσματα.