Ριζιμιά πέτρα λέγεται στην Κύπρο η «ριζωμένη» βαθιά στην γη κι αμετακίνητη πέτρα. Ουσιαστικά πρόκειται για τμήμα μεγάλου βράχου που προεξέχει πάνω από το έδαφος και φαίνεται σαν πέτρα. Επειδή όμως κάτω από την επιφάνεια του εδάφους ο βράχος συνεχίζεται, η προεξέχουσα «πέτρα» θεωρείται «ριζωμένη» στη γη, απ' όπου κι η ονομασία της. Αντίθετα, οι συνηθισμένες κι εύκολα μετακινούμενες πέτρες λέγονται λιδρακούνες. Τέτοιες λιδρακούνες ήταν, συνήθως, σωροί από πέτρες αρχαίων και μεσαιωνικών ερειπίων που οι άνθρωποι τις μάζευαν για να κτίσουν νέες οικοδομές. Επίσης με λιδρακούνες πέτρες είναι κτισμένες οι «δόμες» σε καλλιεργούμενες πλαγιές, τα «δήμματα» στις πεδιάδες κ.α.
Η ριζιμιά πέτρα, όπως κι η λιδρακούνα, χρησιμοποιούνται μεταφορικά κι αλληγορικά στην Κύπρο, ιδίως από τους λαϊκούς ποιητές, ως αμετακίνητη και στέρεη η πρώτη, ως μετακινούμενη κι ασταθής η δεύτερη. Πρβλ. Και τη λαϊκή ρήση:
Εν του αδρώπου πάνω του, πάντα να δητζ'ιμάσει,
νάν' η γεναίκα ριζιμιά τζ 'αι να τον πολογιάσει.
Αλλά και στη δημοτική ποίηση, όπως λ.χ. στο τραγούδι του Κωσταντά, απαντούμε την ριζιμιά πέτρα:
... Όσον τζ' επαραξέβηκεν τζ'αι πάει εις τον κάμπον,
βρίσκει μιαν πέτραν ριζιμιάν τζ'αι γέρνει τζ' αι κουμπίζει...
Αλλά και σ' αυτή την ποίηση του Δημήτρη Λιπέρτη απαντούμε αναφορές, όπως στο ποίημά του με τίτλο Πέτρα του Κάστρου ριζιμιά:
...Με τούτον ήντα ν' πού κερτίζουν;
Έχουν ωφέλειαν καμμιάν;
Τίποτες ۠ εσ σαλαωνίζουν
Πέτραν του κάστρου ριζιμιάν...
Κι αλλού, σε ποίημά του αφιερωμένο στον Φίλιο Ζαννέτο, γράφει ο Λιπέρτης:
... Εσέναν τόν ἐξόριστον πκοιός ἒννα σέ ξηχάση
πὢν ν' ἀδονοῦν κάμποι, βουνά 'πού μιάν μερκάν ὣς ἂλλην
πώς ἢσουν πέτρα ριζιμιά, στύλλος τζ'αί παραστάτης
δροσ’ιά νεροκαμένης γῆς τζ’αί ποσπασ‘ιᾶς ἀρκάτης;
Και σ' ένα «τσιαττιστόν» από παλαιά γιορτή του Κατακλυσμού στη Λάρνακα σημειώνουμε:
Ἐγιώ 'ν είμαι φύλλον της ελιάς
για πέτρα λιδρακούνα.
Εγιώ ‘μαι πέτρα ριζιμιά
που στέκει στην φουρτούναν.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια