Μεσαιωνικός οικισμός της Κύπρου, που δεν υφίσταται σήμερα. Μνημονεύεται σε διάφορες γραπτές πηγές. Στο γνωστό χειρόγραφο του Κυπριακού Μουσείου, ο οικισμός αναφέρεται ότι ευρισκόταν στη Μαραθάσα, και μάλιστα στο τμήμα της εκείνο που αποτελούσε βασιλική ιδιοκτησία κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, τη «Βασιλική Μαραθάσα» (Marath Real).
Ως τέτοιος, ο οικισμός αναφέρεται και από τον ντε Μας Λατρί. Εξάλλου, στον Κτηματικό Κώδικα της μητρόπολης Κερύνειας απαντάται ο οικισμός Πλατής (ή ίσως Πλατύ, το) και αναφέρονται δύο εκκλησίες του, εκείνες του Αγίου Μηνά και του Αγίου Ανδρονίκου, με καταγραφή των εις αυτές σκευών. Υπήρχε και τρίτη εκκλησία στον ίδιο οικισμό, εκείνη του Αγίου Αββακούμ. Σώζεται εξάλλου εικόνα της Παναγίας Ελεούσας, προερχόμενη από εκκλησία του Πλατή, με την επιγραφή: «χείρ Δημητρίου ἱερέως» και χρονολογία: 1616 (Ν.Γ. Κυριαζής, «Τα Χωριά της Κύπρου», 1952, σ. 155).
Ο Ν.Γ. Κυριαζής αναφέρει ότι ο οικισμός ήταν μεγάλος και πλούσιος και διακρινόταν σε Πάνω Πλατήν και σε Κάτω Πλατήν. Προσθέτει δε ότι ο οικισμός εκτεινόταν στην περιοχή του σημερινού δρόμου Πεδουλά-Κύκκου, και από τον δρόμο αυτόν προς την κατεύθυνση του γνωστού γεφυριού του Τζιελεφού.
Σε σωζόμενο, πάλι, έγγραφο που δημοσιεύθηκε στα «Κυπριακά Χρονικά» (τόμος ΙΓ) και φέρει τη χρονολογία 1756 (11 Ιουλίου) αναφέρεται ο Πλατής σε συμφωνητικό γάμου: «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Γένοιτο Κύριε το έλεος σου εφ' ημάς. Κατά τους θείους και ιερούς νόμους ηθέλησα και εγώ ο παπά Χριστόδουλος εκ του χωρίου Προδρόμου να πανδρέψω την γνησίαν μου θυγατέραν ονόματι Ευγενίαν, με τον υιόν Χατζή Γαβριήλην από χωρίον Πλατήν, το όνομαν Αντωνήν...», κλπ.
Κατά την τοπική παράδοση, στον Πλατήν υπήρχε ανάκτορο του αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού(Ι) και βρέθηκαν εκεί κάποτε χρυσά νομίσματα με τη μορφή του. Βεβαίως δεν ήταν
δυνατό να υπήρχε στην Κύπρο ανάκτορο του αυτοκράτορα (ο Αλέξιος Κομνηνός μάλιστα ουδέποτε επεσκέφθη ή πέρασε κάν από την Κύπρο), αλλά θα μπορούσε να υποτεθεί ότι
στην περιοχή υφίστατο είτε μικρός πύργος είτε εξοχικό ενδιαίτημα κάποιου ευγενούς κατά τα Βυζαντινά Χρόνια ή και κάποιου βασιλιά κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, δεδομένου ότι η περιοχή εκείνη της Μαραθάσας ανήκε στον βασιλιά της Κύπρου — και δεδομένου επίσης ότι στην περιοχή γίνονταν κυνήγια, κυρίως αγρινών. Η τοπική παράδοση ομιλεί επίσης για τοποθεσίες ή και σπήλαια με μεγάλους θησαυρούς κρυμμένους, κάτι όχι ασύνηθες στην Κύπρο. Πάντως, ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α ' Κομνηνός σχετίζεται και με το όλο ζήτημα της ίδρυσης του μοναστηριού του Κύκκου, στην ίδια εκείνη περιοχή.
Το έγγραφο του γάμου του Αντωνή και της Ευγενίας, που συντάχθηκε το 1756, φανερώνει ότι ο Πλατής εξακολουθούσε να υφίσταται κατά τα μέσα του 18ου αιώνα. Έτσι, η καταστροφή και εγκατάλειψη του οικισμού αυτού θα πρέπει να συνέβη κατά το β' μισό του 18ου αιώνα ή και τις αρχές ακόμη του 19ου. Άγνωστοι είναι οι λόγοι της καταστροφής του. Οι κάτοικοι πάντως, του οικισμού αυτού, κατά παράδοσιν και άλλων που υπήρχαν στην ίδια περιοχή, μετακινήθηκαν στα χωριά Λεμύθου, Μηλικούρι και Πρόδρομο. Ελέγετο μία χαρακτηριστική παροιμιακή φράση, σχετική με την καταστροφή του οικισμού αυτού: Η 'πομονή εξήλειψεν τον Πλατήν, τζ' ακόμα 'λλίον τζ'ιαί το Μηλικούριν...
Έτσι, η καταστροφή του οικισμού αποδίδεται στην «υπομονή» (=στην αναβλητικότητα) των κατοίκων του Πλατή, διότι η τοπική παράδοση αναφέρει και πάλιν ότι, όταν οι κάτοικοι ειδοποιήθηκαν ότι κατέφθαναν κουρσάροι/επιδρομείς, αντί να πάρουν τα μέτρα τους, έλεγαν: υπομονή, έχουμε ακόμη καιρό...
Δεν είναι, βεβαίως, πολύ πιθανό να καταστράφηκε ένας οικισμός ψηλά στα βουνά του Τροόδους από κουρσάρους (οι οποίοι συνήθως λεηλατούσαν τις παράκτιες περιοχές, χωρίς να τολμούν να αφήνουν τα καράβια τους και να εκστρατεύουν στα ενδότερα του νησιού). Εάν λοιπόν η καταστροφή του οικισμού αυτού οφείλετο σε κάποια επιδρομή, αυτή θα πρέπει να έγινε από τουρκικά στρατεύματα, αφού ήταν τότε περίοδος Οθωμανικής κατοχής της Κύπρου. Ας μη ξεχνούμε ότι, κατά τον Ιούλιο του 1821, είχε λεηλατηθεί και αυτό τούτο το μοναστήρι του Κύκκου, από το οποίο δεν ευρισκόταν μακριά ο Πλατής.
Πάντως, το άνω μέρος της κοιλάδας του ποταμού Διαρίζου (ο οποίος πηγάζει από την περιοχή Μηλικουρίου-Κύκκου) ονομάζεται Κοιλάδα Πλατύ (ή ίσως ορθότερη γραφή θα ήταν Πλατή). Πρόκειται για μια εξαίρετης ομορφιάς περιοχή, που εκτείνεται σε μια στενή κοιλάδα (κατ' αντιδιαστολή προς το όνομα Πλατύ) με πλούσια βλάστηση και εκδρομικό χώρο.
Το όνομα Πλατύ (το) πιθανόν να προήλθε από κάποια τοποθεσία που αποτελούσε «πλάτωμα» μέσα στη στενή εκείνη κοιλάδα. Ωστόσο πιθανότατα σχετίζεται με τον οικισμό Πλατήν. «Πλατής» λέγεται χαϊδευτικά στην Κύπρο ο Πλάτων. Όμως η ονομασία προήλθε μάλλον από τον πλάτανο, δέντρο που ευδοκιμεί κατά μήκος της κοιλάδας εκείνης, που θα πρέπει, νομίζουμε, να είναι η κοιλάδα Πλατή — και όχι Πλατύ.