Μια από τις πιο τραγικές συνέπειες της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, το καλοκαίρι του 1974, είναι η δημιουργία ενός μακρού καταλόγου αγνοουμένων ατόμων, στρατιωτών αλλά και αμάχων. Ο αρχικός αριθμός των αγνοουμένων ήταν 1.619 (1.536 Ελληνοκύπριοι από τους οποίους οι 611 άμαχοι-ανάμεσά τους και 26 παιδιά- και 83 Ελλαδίτες).
Αναλυτικά:
Άντρες | Γυναίκες | Σύνολο | |
---|---|---|---|
Στρατιώτες | 1.008 | - | 1.008 |
Πολίτες | 499 | 112 | 644 |
Σύνολα | 1.507 | 112 | 1.619 |
Κατά ηλικία:
Φύλο | Πάνω από 60 | 40-60 | Κάτω των 16 | Σύνολο | |
---|---|---|---|---|---|
Άντρες | 257 | 222 | 1.008 | 20 | 1.507 |
Γυναίκες | 58 | 15 | 33 | 6 | 112 |
Σύνολα | 315 | 237 | 1.041 | 26 | 1.619 |
Ο αριθμός των αγνοουμένων μετά από εκταφές που άρχισαν να διενεργούνται τόσο στις ελεύθερες όσο και στις κατεχόμενες περιοχές και την ταυτοποίηση λειψάνων με την επιστημονική μέθοδο του DNA, κατέβηκε στους 1.587. Ο αριθμός αυτός αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω καθώς η διαδικασία εκταφών και ταυτοποιήσεων λειψάνων συνεχίζεται.
Πολλοί από τους αγνοουμένους, μετά τη σύλληψή τους, είχαν κρατηθεί από τον τουρκικό στρατό σε φυλακές στην Τουρκία και την Κύπρο και σε άλλους χώρους, ακόμη και μετά τον τερματισμό των πολεμικών επιχειρήσεων. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι αρκετοί αγνοούμενοι απαθανατίζονται σε εικόνες-ντοκουμέντα που έχουν καταγράψει διεθνή τηλεοπτικά δίκτυα και έχουν προβληθεί ευρέως. Ένα από αυτά είναι ντοκιμαντέρ του BBC, το οποίο γυρίστηκε στις φυλακές των Αδάνων. Υπάρχει επίσης σωρεία φωτογραφιών-ντοκουμέντων στις οποίες διακρίνονται ευκρινώς άτομα των οποίων αγνοείται η τύχη, να συλλαμβάνονται από τον τουρκικό στρατό. Επίσης υπάρχουν καταγεγραμμένοι ως αιχμάλωτοι πολέμου, από εκπροσώπους του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού αλλά και από τις τουρκικές αρχές, άνθρωποι των οποίων αγνοείται η τύχη.
Πολλές είναι παράλληλα οι μαρτυρίες Ελληνοκυπρίων αιχμαλώτων που αφέθηκαν ελεύθεροι, ότι μαζί τους στις φυλακές βρίσκονταν άτομα τα οποία περιλαμβάνονται στον κατάλογο των αγνοουμένων, ενώ ντοκουμέντο αποτελούν και μηνύματα μέσω του παράνομου τουρκοκυπριακού σταθμού Μπαϊράκ από ανθρώπους των οποίων αγνοείται η τύχη, προς συγγενείς τους.
Κατηγορίες αγνοουμένων: Με βάση τις υπάρχουσες μαρτυρίες, οι αγνοούμενοι κατατάσσονται στις ακόλουθες κατηγορίες:
Παρόλο που οι μαρτυρίες είναι αδιάσειστες κι αποδεικνύουν ότι πολλοί αγνοούμενοι βρίσκονταν στη ζωή και κρατούνταν από τον τουρκικό στρατό πολύ μετά τον τερματισμό των πολεμικών επιχειρήσεων, η τουρκική πλευρά αρνείτο για μεγάλο χρονικό διάστημα να συνεργαστεί και ν' αποδεχτεί διαδικασίες για την εξιχνίαση της τύχης των προσώπων αυτών. Επανειλημμένες εκκλήσεις από διεθνείς Οργανισμούς και πάρα πολλές προσπάθειες προς την πλευρά της Τουρκίας για συνεργασία και επίλυση του ανθρωπιστικού αυτού προβλήματος, προσέκρουαν στην αδιαλλαξία της.
Η θέση των Τούρκων: Η επίσημη θέση των τουρκικών αρχών και της ηγεσίας των Τουρκοκυπρίων στο θέμα αυτό είναι ότι κανένας Ελληνοκύπριος δεν κρατείται ως αδήλωτος αιχμάλωτος πολέμου. Η τουρκική αυτή θέση καταρρίπτεται, ωστόσο, από τις υπάρχουσες μαρτυρίες από διάφορες σχετικές πηγές, καθώς και από περιπτώσεις κατά τις οποίες πρόσωπα που εθεωρούντο αγνοούμενα, αφέθηκαν ελεύθερα από τουρκικές φυλακές. Η τελευταία περίπτωση απόλυσης αγνοουμένου από τους Τούρκους συνέβη το Σεπτέμβριο του 1977, τρία ολόκληρα χρόνια μετά τη λήξη των πολεμικών επιχειρήσεων και ενώ οι Τούρκοι επέμεναν ότι δεν κρατούσαν αιχμαλώτους.
Άρνηση και αδιαλλαξία: Τον Ιανουάριο του 1975, ύστερα από συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ των δυο κοινοτήτων της Κύπρου, είχε συσταθεί υποεπιτροπή υπό την αιγίδα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού για μελέτη των ανθρωπιστικών θεμάτων που δημιουργήθηκαν ως συνέπεια της τουρκικής εισβολής. Τότε αριθμός περιπτώσεων αγνοουμένων προσώπων υποβλήθηκε στην τουρκική πλευρά, η οποία κλήθηκε να δώσει πληροφορίες σχετικές με την τύχη τους. Δυστυχώς καμιά απολύτως πληροφορία δεν δόθηκε. Η ίδια τακτική ακολουθήθηκε από τους Τούρκους και όσες φορές ξένες προσωπικότητες παρουσίασαν σ' αυτούς περιπτώσεις αγνοουμένων προσώπων και ζήτησαν πληροφορίες. Αντί να συνεργαστούν για την εξιχνίαση τέτοιων περιπτώσεων, που όπως πολλές φορές κατέστη σαφές, δεν σχετίζονται με πολιτική εκμετάλλευση αλλά είναι καθαρά περιπτώσεις ανθρωπιστικές, οι Τούρκοι άρχιζαν να μιλούν για δικούς τους αγνοούμενους. Η ενέργειά τους αυτή σκοπό είχε να μειώσει τη διεθνή συμπάθεια που αναπτύχθηκε για το δράμα των αγνοουμένων και των συγγενών τους. Το πρόβλημα των αγνοουμένων είχε εγερθεί κατά τον τρίτο γύρο των συνομιλιών της Βιέννης από τον εκπρόσωπο της ελληνοκυπριακής πλευράς στην παρουσία του γενικού γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Τότε είχε συμφωνηθεί η αμοιβαία παροχή κάθε διευκόλυνσης για έρευνες, σύμφωνα με πληροφορίες που θα έδινε η άλλη πλευρά. Δυστυχώς η συμφωνία αυτή δεν εφαρμόστηκε, γιατί οι Τούρκοι αρνήθηκαν να συνεργαστούν. Η αρνητική αυτή στάση των Τούρκων για συνεργασία, καθώς και οι περιορισμοί που επέβαλαν τα κατοχικά στρατεύματα στις κινήσεις των εκπροσώπων του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και των μελών της ειρηνευτικής δύναμης του Ο.Η.Ε., ανάγκασαν την κυπριακή κυβέρνηση να προσφύγει στα Ηνωμένα Έθνη. Η Τρίτη Επιτροπή του Ο.Η.Ε. συζήτησε το ζήτημα των αγνοουμένων το Νοέμβριο του 1975 και στη συνέχεια το μετέφερε στη Γενική Συνέλευση, η οποία ενέκρινε στις 9 Δεκεμβρίου 1975, το ψήφισμα 3450. Με το ψήφισμα αυτό εκφραζόταν μεγάλη ανησυχία για την τύχη σημαντικού αριθμού Κυπρίων των οποίων αγνοείται η τύχη ως αποτέλεσμα της ένοπλης σύγκρουσης στην Κύπρο. Επίσης επαναβεβαιώθηκε το βασικό δικαίωμα των οικογενειών να πληροφορηθούν για την τύχη των συγγενών τους και κλήθηκε ο γενικός γραμματέας του Ο.Η.Ε. να καταβάλει κάθε προσπάθεια, σε στενή συνεργασία με το Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, για την εξιχνίαση της τύχης των αγνοουμένων προσώπων. Η τουρκική πλευρά αρνήθηκε και πάλι να συνεργαστεί και σχετικές προσπάθειες του γενικού γραμματέα του Ο.Η.Ε. δεν έφεραν αποτέλεσμα.
Γ. ΚΑΡΕΚΛΑΣ
Ε. ΑΡΓΥΡΟΥ