Βενετός ανώτατος αξιωματούχος, γενικός ναύαρχος της Βενετίας το 1489, οπότε κατέλαβε εκ μέρους της πόλης του την Κύπρο, όταν εκχώρησε το νησί στη Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου η τελευταία βασίλισσα Αικατερίνη Κορνάρο*.
Ο Πριούλι διορίστηκε γενικός ναύαρχος της Βενετίας στις 21 Ιανουαρίου 1486, διαδεχόμενος τον Λορεντάνο. Ο διορισμός του Πριούλι στο ανώτατο αυτό στρατιωτικό αξίωμα της πανίσχυρης Βενετίας έγινε (κατά τον Malipiero) γιατί εκρίθη ως ο ικανότερος για ν’ αντιμετωπίσει νέες ενέργειες του βασιλιά της Νεαπόλεως Φερδινάνδου* προς απόκτηση της Κύπρου, μέσω ενός γάμου της βασίλισσας Αικατερίνης Κορνάρο με μέλος του οίκου του. Τέτοιο γάμο προωθούσαν οπαδοί του ακόμη και με βίαιες μεθόδους. Πάντως ο Πριούλι διορίστηκε με εντολή ν’ ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά με το ζήτημα της Κύπρου την οποία έπρεπε να προστατεύσει κι από τις απειλές του Οθωμανού σουλτάνου Βαγιαζίντ Β΄*. Μάλιστα όταν τον Ιούνιο του 1486 πληροφορίες έλεγαν ότι ο στόλος του Βαγιαζίντ ήταν έτοιμος να ξεκινήσει για την Κύπρο, οι αρχές της Βενετίας διέταξαν τον Πριούλι να φέρει ολόκληρο τον στόλο του στην Κύπρο και να μη αναχωρήσει εάν δεν εξασφαλίσει την πλήρη ασφάλεια του νησιού έναντι της τουρκικής απειλής. Δυο μήνες αργότερα η Βενετία επανέλαβε την εντολή προς τον Πριούλι, με τη διευκρίνηση ότι θα έπρεπε να προσπαθήσει πρώτα να αντιμετωπίσει με φιλικό τρόπο τυχόν ενέργεια του Βαγιαζίντ κατά της Κύπρου, αλλά να εκδιώξει τις δυνάμεις του εάν δεν υπήρχε άλλος τρόπος. Πράγματι, όταν ύστερα από δυο σχεδόν χρόνια, την άνοιξη του 1488, ο Βαγιαζίντ δοκίμασε να επιτεθεί κατά της Αμμοχώστου, απέτυχε και κυνηγήθηκε από μοίρα 25 πλοίων του βενετικού στόλου.
Στο μεταξύ οι Βενετοί είχαν θέσει την Κύπρο υπό τον πλήρη έλεγχό τους κι ουσιαστικά αυτοί ασκούσαν κάθε εξουσία στο βασίλειο, παρά το ότι βασίλισσα ήταν ακόμη η Αικατερίνη, η οποία όμως είχε παραμεριστεί. Έτσι η παρουσία στην Κύπρο του ναυάρχου Πριούλι και του στόλου του ήταν ιδιαίτερα σημαντική. Οι Βενετοί μετέφεραν στρατιωτικές ενισχύσεις στην Κύπρο, όπου διόρθωναν κι ενίσχυαν και διάφορες οχυρώσεις.
Όταν, εν όψει των απειλών του Βαγιαζίντ και των ενεργειών του βασιλιά Φερδινάνδου της Νεαπόλεως, οι Βενετοί αποφάσισαν να καταλάβουν και τυπικά την Κύπρο εκθρονίζοντας την Αικατερίνη, ο γενικός ναύαρχος Φραγκίσκος Πριούλι ανέλαβε ζωτικής σημασίας αποστολές. Ο μεν στόλος του συνέχιζε να περιπολεί γύρω από την Κύπρο (εξουδετέρωσε μάλιστα δυο πράκτορες του βασιλιά Φερδινάνδου που είχαν έλθει κρυφά στο νησί για επαφές με τη βασίλισσα — βλέπε λήμμα Μαρίνο Ρίτζο ντί), ενώ ο ίδιος ο ναύαρχος διετάχθη (τον Νοέμβριο του 1488) να στείλει στον σουλτάνο του Καΐρου τον συνήθη φόρο που κατέβαλλε σ’ αυτόν η Κύπρος, αλλά ταυτόχρονα να προσπαθήσει να εξασφαλίσει τη συγκατάθεση του Αιγυπτίου σουλτάνου στην κατάληψη της Κύπρου από τη Βενετία. Πράγματι, ο Πριούλι έστειλε ειδικό πρέσβη του στον σουλτάνο. Ο σουλτάνος τελικά συγκατένευσε, αφού απεδέχθη τις υποσχέσεις των Βενετών ότι η Κύπρος θα εξακολουθούσε να θεωρείται υποτελής του και θα συνέχιζε να καταβάλλει σ’ αυτόν φόρους.
Όταν τελικά όλες οι πολιτικές και στρατιωτικές ζυμώσεις έγιναν, κι όταν η Αικατερίνη Κορνάρο επείσθη ή εξαναγκάστηκε να πεισθεί να φύγει από την Κύπρο, ο γενικός ναύαρχος Φραγκίσκος Πριούλι κατέλαβε και τυπικά το νησί, υψώνοντας στην Αμμόχωστο στις 13 Μαρτίου του 1489 τη σημαία της Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου.