Αγκαλιαρκά

Image

Η εργάτρια που δένει δεμάτια στα χωράφια, κατά τη διάρκεια του θερισμού. Ο κάθε θεριστής εργαζόταν ακολουθούμενος από μιαν αγκαλιαρκά η οποία μάζευε τα θερισμένα στάχυα και τα έδενε σε δεμάτια. Η λέξη προέρχεται από το αγκαλιάζω, ή το αγκάλη.