Πλατανιστάσα- Platanistasa. Χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, στη γεωγραφική περιφέρεια της Πιτσιλιάς, περί τα 58 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας.
Η Πλατανιστάσα είναι κτισμένη σε μέσο υψόμετρο 940 μέτρων. Το ανάγλυφο είναι τραχύ βουνίσιο με στενές βαθιές κοιλάδες, απότομες βουνοπλαγιές και κορφές που το ύψος τους ξεπερνά τα 1.000 μέτρα. Το τοπίο είναι διαμελισμένο από το ποτάμιο δίκτυο του ποταμού της Περιστερώνας.
Από γεωλογικής απόψεως, στη μακρόστενη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν τα πυριγενή πετρώματα, κυρίως οι λάβες, οι διαβάσες, οι γάββροι και οι πλαγιογρανίτες. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν φαιοχώματα και πυριτιούχα εδάφη.
Η Πλατανιστάσα δέχεται μια ψηλή μέση ετήσια βροχόπτωση που κυμαίνεται περί τα 720 χιλιοστόμετρα. Παρά τη ψηλή βροχόπτωση, το τραχύ και απότομο ανάγλυφο του χωριού δεν αφήνει πολλά περιθώρια για γεωργική ανάπτυξη. Η πολύ περιορισμένη καλλιεργήσιμη γη, κυρίως κατά μήκος των κοιλάδων και στις λιγότερο απότομες βουνοπλαγιές, καλλιεργείται με αμπέλια οινοποιησίμων ποικιλιών, αμυγδαλιές, ελιές, φουντουκιές, λίγα φρουτόδεντρα (κερασιές, μηλιές και αχλαδιές) και λαχανικά (κυρίως πατάτες, φασολάκια, ντομάτες και κρεμμύδια). Η μεγαλύτερη ωστόσο έκταση του χωριού είναι ακαλλιέργητη και σ’ αυτή φυτρώνει άγρια φυσική βλάστηση, κυρίως πεύκα, ξισταρκές, λατζ΄ιές και μαζιές. Μεγάλο μέρος της διοικητικής του έκτασης καταλαμβάνεται από το κρατικό δάσος Αδελφοί.
Η Πλατανιστάσα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωριών που έχουν ευεργετηθεί από το Σχέδιο Ενιαίας Αγροτικής Αναπτύξεως Πιτσιλιάς με τη βελτίωση και κατασκευή αγροτικών δρόμων και την εκτέλεση εγγειοβελτιωτικών έργων.
Η κτηνοτροφία του χωριού είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
Η οδική σύνδεση της Πλατανιστάσας με τα γύρω χωριά γίνεται με ελικοειδείς δρόμους εξαιτίας του βουνίσιου ανάγλυφου της περιοχής. Στα δυτικά συνδέεται με το χωριό Αληθινού (περί τα 5 χμ.), στα βόρεια με την εκκλησία του Σταυρού του Αγιασμάτι (περί τα 8 χμ.) που περιλαμβάνεται στα διοικητικά της όρια, και στα νότια με το χωριό Άλωνα (περί τα 3χμ.).
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως εξής:
Χρονολογία | Κάτοικοι |
---|---|
1881 | 234 |
1891 | 274 |
1901 | 293 |
1911 | 379 |
1921 | 406 |
1931 | 407 |
1946 | 571 |
1960 | 590 |
1973 | 561 |
1976 | 663 |
1982 | 390 |
1992 | 201 |
2001 | 172 |
2011 | 117 |
2021 | 70 |
Ιστορικά στοιχεία
Η ονομασία του χωριού είναι φυτώνυμη, από το δέντρο πλάτανος. Πλατανιστάσα σημαίνει τοποθεσία κατάφυτη από πλατάνους. Η ονομασία του χωριού φανερώνει ότι τούτο είχε ιδρυθεί κατά τα Βυζαντινά χρόνια, αν όχι κατά την Αρχαιότητα. Το χωριό υφίστατο πάντως κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια, με την ίδια ακριβώς ονομασία. Σε παλαιούς χάρτες ανευρίσκεται σημειωμένο ως Platanista ή και Piatanista. Ωστόσο ακριβώς με την ονομασία Πλατανιστάσα το χωριό αναφέρεται από τον μεσαιωνικό χρονογράφο Γεώργιο Βουστρώνιο στο Χρονικόν του, ως ένα των χωριών που παραχωρήθηκαν τον Ιανουάριο του 1474 στον Γεώργιο Κονταρίνι, κόμητα της Γιάφφα, που ήταν συγγενής της βασίλισσας της Κύπρου Αικατερίνης Κορνάρο:
... καί τῇ κζ΄ Ἰανουαρίου ἐποῖκαν τόν μισέρ Τζόρτζου Κονταρῆν κούντη τέ Τζάφ εἰς τήν Ἀμμόχουστον, καί ἐδῶκάν του καί ρένταις τήν Βαβατζινίαν μέ τήν ἀπαρθενάσαν της, καί τό Δάλην καί τήν Πλατανιστάσαν καί τήν Καλοψίδα... (Βουστρώνιος, Χρονικόν, «Φιλόκυπρος», 1989, παρ. 186).
Ωστόσο, είναι σαφής ο ιστορικός Φλώριος Βουστρώνιος (16ος αιώνας) γράφοντας για Platanistassa, φέουδο που δόθηκε μαζί με άλλα 5 χωριά σε ένα αξιωματούχο, τον Λουδοβίκο Μεριέ, κατά την αναδιανομή των φέουδων στην οποία είχε προβεί ο βασιλιάς της Κύπρου Ιάκωβος Β΄ μετά την άνοδό του στο θρόνο το 1460. Όμως μετά τη δολοφονία του βασιλιά, το 1473, η χήρα του, βασίλισσα Αικατερίνη Κορνάρο, έδωσε την Πλατανιστάσα, μαζί και τα χωριά Βαβατσινιά και Καλοψίδα, το 1474, στον συγγενή της, κόμη Γεώργιο Κονταρίνι.
Μεταξύ των εκκλησιών του χωριού και της περιοχής του, εκείνη του Αρχαγγέλου Μιχαήλ είναι κτίσμα του 18ου αιώνα, που αντικατέστησε άλλη παλαιότερη. Είναι ξυλόστεγη κι ανακαινίστηκε το 1916. Ένα χαρακτηριστικό της είναι η διακόσμηση των τοίχων της με εντοιχισμένα παλαιά πιάτα. Η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου ήταν επίσης παλαιά αλλά ξανακτίστηκε κατά τα μέσα του 18ου αιώνα. Σ’ απόσταση 6,5 χμ. περίπου από το χωριό και προς τα βόρειά του βρίσκεται η σημαντική εκκλησία του Σταυρού του Αγιασμάτι (ή Δκιοσμάτη).
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια