Ουγγρικής καταγωγής Τούρκος αρχιναύαρχος (καπετάν πασάς, 1520-1571), ο οποίος λόγω της εύνοιας του σουλτάνου Σουλεϋμάν Β' του Μεγαλοπρεπούς είχε αποκτήσει μεγάλη δύναμη και επιρροή μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Σαν καπετάν πασάς έδειξε αρκετές ικανότητες παίρνοντας μέρος σε πολλές ναυτικές επιχειρήσεις στη Μεσόγειο.
Η σχέση του με την Κύπρο αναφέρεται στην εκστρατεία του 1570-71 για την κατάληψη του νησιού από την Οθωμανική αυτοκρατορία. Τον Μάρτιο του 1570 ο Πιαλή πασάς μαζί με τον Λαλά Μουσταφά πασά υποστήριξαν ένθερμα την επιθυμία του σουλτάνου Σελήμ Β' για την ανάληψη εκστρατείας προς κατάληψη της Κύπρου σε αντίθεση προς τον μεγάλο βεζύρη Μεχμέτ Σοκολλή, που διαφωνούσε με την άποψη αυτή. Ο σουλτάνος αποφάσισε να πραγματοποιήσει την εκστρατεία και ανέθεσε την αρχηγία του στρατού στον Λαλά Μουσταφά πασά, του δε στόλου, που αποτελείτο από 200 περίπου μεγάλα και άλλα τόσα μικρά πλοία, μοιρασμένα όλα σε δυο ναυτικές μοίρες, στον Πιαλή πασά και στον Oulouj Ali πασά. Οι δυο αυτοί καπετάν πασάδες μετέφεραν στην Κύπρο τις στρατιωτικές δυνάμεις — που σύμφωνα με τις πηγές έφθαναν τις 80.000 — από τα νότια παράλια της Μικράς Ασίας, όπου είχαν συγκεντρωθεί, στις Αλυκές της Λάρνακας χωρίς να συναντήσουν καμιά αντίσταση και αφού κατέλαβαν αμαχητί την Πάφο και τη Λεμεσό. Η απόβαση και εισβολή αυτή των τουρκικών δυνάμεων έγινε στα τέλη Ιουνίου και στις αρχές Ιουλίου του 1570.
Στις Αλυκές διαφώνησε ο Πιαλή πασάς με τον Λαλά Μουσταφά σχετικά με το ποιος θα έπρεπε να είναι ο πρώτος στόχος της τουρκικής επίθεσης. Ο Πιαλή υποστήριζε ότι έπρεπε να στραφούν πρώτα εναντίον της Αμμοχώστου και μετά εναντίον της Λευκωσίας. Τελικά επικράτησε η άποψη του Μουσταφά πασά ότι έπρεπε να επιτεθούν πρώτα εναντίον της Λευκωσίας, η οποία ως πρωτεύουσα συγκέντρωνε τη διοικητική ιεραρχία και τα πλούτη του νησιού.
Ενώ ο στρατός άρχιζε τις επιχειρήσεις για κατάληψη της Λευκωσίας, ο τουρκικός στόλος ασχολείτο με τη μεταφορά ενισχύσεων από την Καραμανιά στην Κύπρο, και με τον ναυτικό αποκλεισμό του νησιού, ώστε να αποτραπεί η άφιξη χριστιανικών ναυτικών δυνάμεων και ενισχύσεων της βενετικής φρουράς.
Μετά την κατάληψη της Λευκωσίας στις 9 Σεπτεμβρίου του 1570 και της Αμμοχώστου την 1η Αυγούστου του 1571 και τη φοβερή λεηλασία και διαρπαγή, ιδιαίτερα της Λευκωσίας, ο τουρκικός στόλος ασχολείτο με τη μεταφορά στην Κωνσταντινούπολη των Χριστιανών αιχμαλώτων νέων και νεανίδων και άλλων αιχμαλώτων ανδρών και γυναικών καθώς και των πολυπληθών και πλουσίων λαφύρων.
Το ηρωικό επεισόδιο της ανατίναξης τουρκικής γαλέρας φορτωμένης με τα τραγικά ανθρώπινα λάφυρα από την Αρνάλδα ή τη Μαρία Συγκλητική, έγινε σε πλοίο που πιθανότατα βρισκόταν υπό τη διοίκηση του Πιαλή πασά.
Η δράση του Πιαλή πασά στις κυπριακές θάλασσες μετά την κατάληψη της Λευκωσίας δεν είναι σαφής. Αναφέρεται ότι και οι δυο καπετάνιοι βρίσκονταν μαζί με τον Λαλά Μουσταφά κατά την τελική έφοδο προς κατάληψη της Λευκωσίας, αλλά μετά την πτώση της πόλης, φοβούμενοι μήπως φθάσει ο χριστιανικός στόλος, έφυγαν από τη Λευκωσία και πήγαν στη Λάρνακα, και στη συνέχεια μετακίνησαν τον στόλο σε ασφαλέστερα σημεία κοντά στο θέατρο των επιχειρήσεων.
Ο βενετικός στόλος είχε πραγματικά ξεκινήσει για την Κύπρο και βρισκόταν στον κόλπο του Φοίνικα, στην περιοχή της Αττάλειας. Όταν έφτασαν τα νέα για την άλωση της Λευκωσίας, ο στόλος αυτός επέστρεψε στην Κρήτη αφήνοντας την Κύπρο αβοήθητη.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια