Η οροσειρά του Πενταδάκτυλου ή οροσειρά της Κερύνειας, ή βόρεια οροσειρά όπως είναι διαφορετικά γνωστή, είναι μια στενή και επιμήκης οροσειρά στο βόρειο τμήμα του νησιού, που εκτείνεται από το ακρωτήρι Κορμακίτη στα δυτικά μέχρι το ακρωτήρι του Αποστόλου Ανδρέα στα ανατολικά.
Από γεωγραφικής απόψεως, η οροσειρά υποδιαιρείται σε δυο γεωγραφικές περιοχές. Η μια εκτείνεται από το χωριό Επτακώμη μέχρι το ακρωτήρι του Αποστόλου Ανδρέα και είναι γνωστή σαν Καρπασία. Η Καρπασία, σαν ανεξάρτητη γεωγραφική περιοχή, περιγράφεται σε ξεχωριστό λήμμα. Η δεύτερη περιοχή, που περιγράφεται στο παρόν λήμμα, εκτείνεται από το ακρωτήρι Κορμακίτη μέχρι την Επτακώμη και είναι γνωστή σαν οροσειρά Πενταδάκτυλου.
Η οροσειρά του Πενταδάκτυλου (Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος -Αρχείο ΡΙΚ) καταλαμβάνει έκταση 500 περίπου τετραγωνικών χιλιομέτρων, η οποία αντιπροσωπεύει το 5,4% της ολικής διοικητικής έκτασης της Κύπρου που είναι 9.251 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Στα βόρεια ορίζεται από την παράκτια πεδιάδα της Κερύνειας, στα ανατολικά από την Καρπασία και στα νότια από την κεντρική πεδιάδα. Η οροσειρά βρίσκεται ολόκληρη από το 1974 υπό τουρκική στρατιωτική κατοχή.
Η τοπογραφία της οροσειράς είναι μεγαλόπρεπη και εντυπωσιακή με τις απόκρημνες βουνοκορφές της, τα βαθιά φαράγγια, τα διάσελα και τις στενές κοιλάδες στις οποίες ρέουν μικροί ποταμοί. Ο σκληρός ασβεστόλιθος και τα μάρμαρα ευθύνονται κυρίως για την απότομη τοπογραφία της οροσειράς. Η ψηλότερη κορφή είναι το Κυπαρισσόβουνον (1.024 μέτρα), που βρίσκεται περί το 1,5 χιλιόμετρο βορειοανατολικά του χωριού Αγριδάκι. Άλλες ψηλές βουνοκορφές είναι, από τα δυτικά στα ανατολικά, ο Κόρνος (946 μ.), η Κουρδέλλα (856 μ.), ο Προφήτης Ηλίας (888 μ.), ο Άγιος Ιλαρίων (725 μ.), η Αλωνάγρα (935 μ.), το Βουφαβέντο (954 μ.), ο Πενταδάκτυλος (740 μ.), ο Γιαηλάς (935 μ.), η Παλαιά Βρύση (819 μ.), ο Όλυμπος (740 μ.), το Πλατάνι (723 μ.) και η Καντάρα (724 μ.).
Το βουνό Πενταδάκτυλος:
Πενταδάκτυλος ονομάζεται επίσης το βουνό που βρίσκεται περί τα 2 χιλιόμετρα νότια του χωριού Τράπεζα της επαρχίας Κερύνειας. Το βουνό αυτό, που αποτελεί μέρος της οροσειράς της Κερύνειας, έχει ένα ιδιάζον σχήμα με 5 κορυφές που μοιάζουν με τα δάκτυλα του ανθρώπινου χεριού, γι’ αυτό και ονομάστηκε Πενταδάκτυλος. Η ονομασία αυτή δόθηκε επίσης σ’ ολόκληρη τη βόρεια οροσειρά της Κύπρου. Από τις πέντε κορυφές του βουνού αυτού η ψηλότερη έχει ύψος 740 μέτρα και αντιστοιχεί προς το μεσαίο δάκτυλο του χεριού. Το ιδιάζον αυτό σχήμα του Πενταδάκτυλου είναι ορατό μόνο από τα νότια και από την πόλη της Λευκωσίας.
Το βουνό του Πενταδάκτυλου είναι μια επιμηκυσμένη ορεινή μάζα που αποσπάστηκε από την κυρίως οροσειρά. Από γεωλογικής απόψεως αποτελείται από σκληρούς ασβεστόλιθους, που κατά τόπους έχουν μαρμαροποιηθεί. Πάνω στους ασβεστόλιθους αναπτύχθηκαν εδάφη τέρρα ρόζα.
Η τοπογραφία του βουνού είναι εντυπωσιακή με τις απόκρημνες, σχεδόν κάθετες πλαγιές του. Η βόρεια πλευρά, που χαρακτηρίζεται από περισσότερη υγρασία, είναι καλυμμένη από πεύκα και κυπαρίσσια ενώ η νότια είναι σχεδόν γυμνή με ψηλούς και απότομους κρημνούς.
Η ονομασία Πενταδάκτυλος της συγκεκριμένης κορφής αλλά και της οροσειράς, είναι παλαιά. Απαντάται, για παράδειγμα, στον Βίο του αγίου Σπυρίδωνος: ...συνέβη αὐτόν διά Κυθρίας τῆς πόλεως διελθεῖν καί διά τοῦ ὄρους τοῦ καλουμένου Πενταδάκτυλου τήν ὁδοιπορίαν ποιήσασθαι...
Θρύλοι και παραδόσεις:
Η οροσειρά του Πενταδάκτυλου είναι βαρυφορτωμένη από θρύλους και παραδόσεις. Όχι μόνο εξ αιτίας της μεγαλοπρέπειας κι αγριότητάς της, αλλά κι εξ αιτίας των φρουρίων που είναι κτισμένα σ’ αυτήν. Για τα τρία μεσαιωνικά κάστρα του Πενταδάκτυλου (Αγίου Ιλαρίωνος, Βουφαβέντο, Καντάρας) βλέπε χωριστά για το καθένα λήμματα.
Στις παραδόσεις και στους θρύλους τα κάστρα αυτά σχετίζονται με ρηγάδες και ιππότες και, κυρίως, με την ωραία και μυστηριώδη Ρήγαινα που απαντάται και σ’ ολόκληρη την Κύπρο, με κρυμμένους θησαυρούς και, βέβαια, με τον γνωστότερο και δημοφιλέστερο ήρωα των ακριτικών επών, τον Διγενή* Ακρίτα. Η κορφή Πενταδάκτυλος, που μοιάζει με ανθρώπινη παλάμη με πέντε δάκτυλα, στη φαντασία του λαού ήταν η ίδια η τρομερή γροθιά του Διγενή, που ατένιζε τις απέναντι ακτές της Μικράς Ασίας. Σύμφωνα δε προς μια από τις παραδόσεις, το σχήμα της κορφής των πέντε δακτύλων οφείλετο σε αποτύπωμα του χεριού του Διγενή που άρπαξε απ’ εκεί ένα βράχο για να τον εκσφενδονίσει κατά των εχθρών.
Η σχέση του Ακρίτα Διγενή με τον Πενταδάκτυλο ήταν στενότατη, αφού κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια οι απέναντι ακτές της Μικράς Ασίας (οι κοντινότερες προς την Κύπρο) ήσαν συνήθως εχθρικές. Απ’ εκεί αναμένονταν κι απ’ εκεί έφθαναν οι εισβολείς, που όταν αποβιβάζονταν στα βόρεια παράλια του νησιού, συναντούσαν αδιαπέραστη και απειλητική μπροστά τους τη μακρόστενη οροσειρά. Και πράγματι, η οροσειρά του Πενταδάκτυλου αποτελούσε ένα τεράστιο φυσικό τείχος που δεν επέτρεπε τη διείσδυση στο εσωτερικό του νησιού από ολόκληρη σχεδόν τη βόρεια ακτή. Κι αυτή η επιλογή της Λευκωσίας, νότια της οροσειράς, ως πρωτεύουσας της Κύπρου από τα Υστεροβυζαντινά χρόνια κι αργότερα, βασιζόταν ως ένα βαθμό στην προστασία της από το φυσικό οχυρό της οροσειράς.
Ελάχιστες δίοδοι επέτρεπαν τη διάβαση της οροσειράς, με πιο γνωστό το πέρασμα του Πογαζιού στην περιοχή της Αγίρτας (ανατολικά του Αγίου Ιλαρίωνος). Τέτοιες δίοδοι ελέγχονταν όμως εύκολα και, όπως διηγείται ο Λεόντιος Μαχαιράς, στη διάβαση της Αγίρτας είχαν πάθει πανωλεθρία οι Γενουάτες το 1373-74, όταν πολιορκούσαν την Κερύνεια και τους ήταν απαραίτητη η επικοινωνία με τη Λευκωσία.
Τα φρούρια της οροσειράς:
Τα τρία γνωστά φρούρια της οροσειράς του Πενταδάκτυλου, που πρωτοκτίστηκαν από τους Βυζαντινούς μετά τα μέσα του 10ου αιώνα, βρίσκονται στις ομώνυμες κορυφές, Αγίου Ιλαρίωνος στο δυτικό τμήμα της οροσειράς, Βουφαβέντο στο κεντρικό τμήμα και Καντάρας στο ανατολικό τμήμα. Πέρα όμως από τα φρούρια, η οροσειρά του Πενταδάκτυλου, λόγω και της σχετικής απομόνωσης εξαιτίας της αγριότητας και του απόκρημνου του τοπίου, δεν ήταν ποτέ κατοικημένη και χωριά βρίσκονται χαμηλότερα στις πλαγιές ή και στα ριζά της. Έτσι όμως προσφερόταν για καταφυγή μοναχών και ερημιτών. Όπως, για παράδειγμα, ο άγιος Ιλαρίων, που έδωσε και το όνομα στην κορυφή και στο μεταγενέστερό του φρούριο. Στην οροσειρά άκμασαν αρκετά μοναστήρια. Μερικών δεν σώζονται ίχνη, όπως το αναφερόμενο μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου, ένα των αρχαιοτέρων της Κύπρου, πάνω από το χωριό Κυθρέα.
Μοναστήρια:
Στην οροσειρά του Πενταδάκτυλου σώζονται, είτε ερειπωμένα είτε εγκαταλειμμένα λόγω της τουρκικής εισβολής και κατοχής, τα ακόλουθα μοναστήρια, από ανατολικά προς δυτικά:
Άγιος Νικόλαος Δαυλού, Παναγία Καντάρας, Παναγία του Τοχνιού, Χριστός Αντιφωνητής, Παναγία Υπάτη, Αρμενομονάστηρο (Αρμεναίων), Παναγία Πλατανιώτισσα, Παναγία Αψινθιώτισσα, Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, Αββαείον Πέλλα Παΐς (Λατινικό), Παναγία Γαλατερούσα (τρωγλοδυτικό), Παναγία Κρινιώτισσα, Αγία Παρασκευή, Παναγία των Καθάρων.
Από τα μοναστήρια αυτά, μερικά χρησιμοποιήθηκαν από τους Τούρκους ως μάντρες κοπαδιών (ναοί των μοναστηριών Άγιος Νικόλαος, Παναγία Υπάτη, Παναγία Καθάρων). Το μοναστήρι του Αντιφωνητή μετετράπη σε μουσείο, όπως και το Πέλλα Παΐς, όπου δεν πειράχθηκε ο ναός της Παναγίας Ασπροφορούσας. Το Αρμενομονάστηρο καταστράφηκε από πυρκαγιά, ενώ εκείνο της Αγίας Παρασκευής σωριάστηκε σε ερείπια. Ο ναός του μοναστηριού της Παναγίας Καντάρας χρησιμοποιήθηκε ως αποθήκη. Το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου δεν προσεγγίζεται διότι από το 1974 είναι στρατόπεδο του τουρκικού στρατού κατοχής.
Ερειπωμένα και προ του 1974 ήταν τα μοναστήρια της Παναγίας Κρινιώτισσας και της Παναγίας Πλατανιώτισσας. Το δεύτερο φαίνεται να έχει εξαφανιστεί εντελώς, καθώς στην περιοχή όπου βρισκόταν δημιουργήθηκε από τους Τούρκους ένα μεγάλο λατομείο, που έχει προκαλέσει μία τεράστια πληγή στο βουνό. Κατά πάσαν πιθανότητα στις εργασίες στο λατομείο αυτό, ανατινάξεις και εκσκαφές, οφείλεται και το ότι έχει στερέψει το κεφαλόβρυσο της Κυθρέας που βρισκόταν κοντά και πιο κάτω και αποτελούσε τη μεγαλύτερη πηγή νερού. Οι ανατινάξεις και οι εκσκαφές φαίνεται ότι έκλεισαν τις υπόγειες εξόδους του άφθονου νερού του κεφαλόβρυσου.
Αρχαιολογικοί χώροι:
Κατά μήκος της οροσειράς του Πενταδάκτυλου και στις δυο πλαγιές του υπάρχουν και πολλοί αρχαιολογικοί χώροι: Μύρτου, Κόρνος, Βασίλεια, Λάπηθος, Κρηνί, Κάρμι, Αγρίδια, Καζάφανι, Άγιος Επίκτητος, Βουνοί, Κυθρέα, Ακανθού, Φλαμούδι κ.α.
Πηγές:
Σημαντικές είναι και οι διάφορες πηγές της οροσειράς, με μεγαλύτερες και γνωστότερες τα λεγόμενα κεφαλόβρυσα της Κυθρέας, της Λαπήθου, του Καραβά, του Πέλλα Παΐς (Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος-Αρχείο ΡΙΚ) και του Παλαιομύλου (κεφαλόβρυσο).
Χλωρίδα- Πανίδα:
Εξαιτίας βασικά της υγρασίας που διατηρεί κυρίως η βόρεια πλευρά της οροσειράς, αυτή είναι καταπράσινη με μια μεγάλη ποικιλία φυσικής βλάστησης από δέντρα, θάμνους και αγριολούλουδα. Στις περιοχές των χωριών της οροσειράς το πράσινο ενισχύεται σημαντικά από τις ποικίλες καλλιέργειες και φθάνει έως τη θάλασσα (βλέπε επίσης χωριστά λήμματα για την κάθε μια από τις κυριότερες βουνοκορφές της οροσειράς).
Η οροσειρά του Πενταδάκτυλου παρουσιάζει σημαντικό ενδιαφέρον από άποψη χλωρίδας. Τα πεύκα (τραχεία πεύκη – Pinus brutia) και τα κυπαρίσσια (κυρίως το είδος Cypressus sempervirens var. horizontalis) είναι τα κύρια δασικά δέντρα στην οροσειρά, μαζί με τη σχινιά (Pistacia lentiscus), την τρεμιθιά (Pistacia terebinthus), τη στερατζιά (Styrax officinalis), την αγριοελιά (Olea europaea), την περνιά (Quercus coccifera), τη χαρουπιά (Ceratonia siligua), τη μοσφυλιά (Crataegus azarolus) κ.α. Απαντώνται επίσης λίγα πλατάνια (Platanus orientalis) καθώς και είδη θαμνώδους και χαμηλής βλάστησης, όπως η αροδάφνη (Nerium oleander), το θρουμπί (Thymus capitatus), η ξισταρκά (Cistus creticus, C. Parviflorus, C. Salviifolius) , το μερσίνιν (Myrtus communis), ο ασπάλαθος (Calycotome villosa), ο πήγανος (Ruta chalepensis), ο σφένταμνος (Acer obtusifolium), η σαψισιά (Origanum majorana), το ασπροθύμαρο (Phagnalon rupestre), η σπατζιά (Salvia fruticosa) κ.α. Πολύ σπάνια είναι η φιλλυρέα η πλατύφυλλη (Phillyrea latifolia).
Ιδίως στο ανατολικό τμήμα της οροσειράς αφθονούν μερικά από τα ωραιότερα είδη αγριολούλουδων, όπως είναι το ματσικόριδον (Narcissus tazetta) και το κυκλάμινο ( κυρίως το είδος Cyclamen persicum). Το ενδημικό κυκλάμινο (Cyclamen cyprium) απαντάται επίσης στην οροσειρά. Μεταξύ των άλλων ενδημικών φυτών της Κύπρου, μερικά απαντώνται μόνο στην οροσειρά του Πενταδάκτυλου, και αυτά είναι: Δελφίνιον το κάσσειον (Delphinium caseyi), ΚράμβηΑγίου Ιλαρίωνος (Brassica hilarionis), Αραβίς η κυπρία (Arabis cypria), Δίανθος ο κύπριος (Dianthus cyprius), Σιληνή η απατηλή (Silene frandatrix), Σκουτελλαρία η σιβθόρπεια (Scutellaria sibthorpii)
Τεύκριον το κύπριον (Teucrium cyprium).
Στην οροσειρά του Πενταδάκτυλου αυτοφύονται επίσης τα ακόλουθα ενδημικά είδη, που όμως απαντώνται και σε άλλες περιοχές της Κύπρου: Βατράχιον το μυριόφυλλον (Ranunculus millefuliatus), Ηλιάνθεμον το αμβλύφυλλον (Helianthemum obtusifolium)
Δίανθος ο άκαμπτος (Dianthus strictus), Τεύκριον το διχαλωτό (Teucrium divaricatum)
Τεύκριον το μικροποδιοειδές (Teucrium micropodiodes), Μπόσεα η κυπρία (Bosea cypria)
Δρυς η κληθρόφυλλη (λατζιά – Quercus alnifolia), Οφρύς η κοτσίεια (είδος ορχιδέας – Ophrys kotschyi), Κρόκος ο χαρτμανιανός (Crocus hartmannianus), Κρόκος της Αφροδίτης (Crocus veneris)
Γλαδίολος ο τρίφυλλος (είδος μικρού κρίνου – Gladiolus triphyllus), Τουλίπα η κυπρία (Tulipa cypria)
Γαγέα η ιουλιανή (μικροσκοπικός κίτρινος κρίνος – (Gagea juliae), Άλλιον το φθινοπωρινό (Allium autumnale), Άλλιον το γουιλλεανό (Allium willeanum), Ορνιθόγαλον το ποδισκοφόρον (Ornithogalum pedicellare), Ηλιάνθεμον το αμβλύφυλλον (τραανίδιν – Helianthemum obtusifolium), Πτιλοστήμων η χαμαιπεύκη (αρκολασμαρίν – Ptilostemon chamaepeuce)
Ελληνο-τουρκικές συγκρούσεις - τουρκική εισβολή:
Η δυτική κυρίως πλευρά του Πενταδάκτυλου απετέλεσε πεδίο πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών ταραχών, το 1964. Η ΤΟΥΡΔΥΚ (τμήμα του τουρκικού στρατού που στάθμευε στην Κύπρο από το 1960, βάσει των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου), ενισχυμένη και από Τουρκοκυπρίους εξτρεμιστές, είχε τότε κινηθεί και καταλάβει την κορφή του Αγίου Ιλαρίωνος. Επίθεση της ΕΛΔΥΚ (τμήμα του ελληνικού στρατού που επίσης στάθμευε στην Κύπρο από το 1960), ενισχυμένης και από Ελληνοκυπρίους, κατά της κορυφής του Αγίου Ιλαρίωνος αποσκοπούσε στην ανακατάληψή της και θα στεφόταν από πλήρη επιτυχία εάν δεν διακοπτόταν εξ αιτίας έξωθεν πιέσεων. Εκτός από την περιοχή του Αγίου Ιλαρίωνος, σφοδρές συγκρούσεις είχαν γίνει και σε άλλα σημεία της οροσειράς.
Οι Τούρκοι κράτησαν την κορφή του Αγίου Ιλαρίωνος για την επόμενη δεκαετία, μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974. Τότε έγιναν και πάλι σφοδρές συγκρούσεις και μάχες σε διάφορα σημεία της οροσειράς, που επλήγη τόσο από την τουρκική πολεμική αεροπορία σε διάφορα μέρη της, όσο και από το κυπριακό πυροβολικό.
Από το καλοκαίρι του 1974 ολόκληρη η οροσειρά του Πενταδάκτυλου βρίσκεται στο τμήμα εκείνο της Κύπρου που κατέχεται από τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής. Έκτοτε ο σκλαβωμένος Πενταδάκτυλος έχει καταστεί το σύμβολο της εγκαρτέρησης και του αγώνα των Ελλήνων Κυπρίων για απελευθέρωση του σκλαβωμένου τμήματος της πατρίδας τους.
Οικολογική καταστροφή:
Το δυτικό τμήμα της κατεχόμενης από το 1974 από τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής οροσειράς, υπέστη δυστυχώς τον Ιούνιο του 1995 μία τεράστια οικολογική καταστροφή, λόγω γιγαντιαίων διαστάσεων πυρκαγιάς.
Η πυρκαγιά ξέσπασε στις 26 Ιουνίου του 1995 και σε σύντομο χρόνο εξαπλώθηκε σε πολύ μεγάλη έκταση, συνεχίστηκε δε για 4 εικοσιτετράωρα, σε ένα πολύ εκτενές μέτωπο, από την περιοχή «Έξι Μίλι» (στα δυτικά της Κερύνειας) μέχρι και την περιοχή του Πέλλα Παΐς) (στα ανατολικά της Κερύνειας) και ανατολικότερα ακόμη. Η πυρκαγιά, σύμφωνα προς πληροφορίες των τουρκοκυπριακών εφημερίδων, οφειλόταν σε εμπρησμό, προς τούτο μάλιστα το κατοχικό καθεστώς συνέλαβε έξι άτομα. Στη συνέχεια, όμως, το θέμα της έναρξης της πυρκαγιάς ξεχάστηκε. Η φωτιά κατέστρεψε, σε ένα μήκος πέραν των 20 χιλιομέτρων και σε ένα πλάτος 2 έως 4 χιλιομέτρων, την εξαίρετη φυσική ομορφιά του Πενταδάκτυλου - δάση και άγρια βλάστηση αλλά και οπωροφόρα και άλλα δέντρα. Σε διάφορες περιοχές κάηκαν επίσης πολλά σπίτια και άλλα υποστατικά, ενώ η φωτιά απείλησε σοβαρά και την ίδια την Κερύνεια, το Πέλλα Παΐς και άλλους οικισμούς. Οι ακριβείς καταστροφές δεν μπορούν να υπολογιστούν. Η φωτιά, για ολόκληρα 24ωρα, έκαιγε ανεξέλεγκτα τον σκλαβωμένο Πενταδάκτυλο, εφόσον οι κατοχικές δυνάμεις της Τουρκίας και οι υπηρεσίες του τουρκοκυπριακού κατοχικού καθεστώτος αποδείχθηκαν ανίκανες να την αντιμετωπίσουν. Παρά δε τις αγωνιώδεις προσφορές της κυβέρνησης της Κύπρου για παροχή κάθε δυνατής βοήθειας προς αντιμετώπιση της τεράστιας καταστροφής, οι κατοχικές δυνάμεις αρνήθηκαν να επιτρέψουν την επέμβαση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας. Μόνο ύστερα από την καταστροφή μεγάλου τμήματος της οροσειράς, επετράπη η επέμβαση των Ηνωμένων Εθνών και η συμμετοχή στην προσπάθεια αντιμετώπισης της φωτιάς σε ελάχιστο αριθμό Ελληνοκυπρίων πυροσβεστών. Για τρία συνεχή βράδια, με σπαραγμό ψυχής, οι Έλληνες Κύπριοι παρακολουθούσαν από τη Λευκωσία και από πολλές άλλες περιοχές τον Πενταδάκτυλο να φλέγεται. Τις νύκτες, οι γιγαντιαίες φλόγες φώτιζαν τον ουρανό σε ένα εκτενές μέτωπο πολλών χιλιομέτρων, ενώ τις ημέρες οι πυκνοί καπνοί έκρυβαν τον ήλιο.
Η καταστροφή υπήρξε τεράστια, από οικολογικής απόψεως. Παρά το ότι το κατοχικό καθεστώς ανακοίνωσε ότι θα προχωρούσε στην αναδάσωση του Πενταδάκτυλου, θα χρειαστούν 100 περίπου χρόνια για να επανέλθει πλήρως το οικολογικό σύστημα στην μεγάλη αυτή έκταση της οροσειράς. Η πλούσια χλωρίδα της περιοχής καταστράφηκε πλήρως, το ίδιο και η πλούσια πανίδα, ενώ υπάρχουν ασφαλώς και έμμεσες αρνητικές επιπτώσεις, όπως λ.χ. ο επηρεασμός πολλών ειδών και πολλών χιλιάδων αποδημητικών πουλιών που χρησιμοποιούσαν την οροσειρά.
Απεικονίσεις του Πενταδάκτυλου
Οι πρώτες απεικονίσεις της οροσειράς τοποθετούνται πριν από το τέλος του 17ου αιώνα, όταν σε επίσκεψή του στην Κύπρο το 1683, o τοπιογράφος από τη Χάγη Κορνέλις ντε Μπράιν σχεδιάζει, εκτός από την πόλη της Αμμοχώστου, απόψεις και μοναστήρια του Πενταδάκτυλου. Στο τέλος του 18ου αιώνα συναντούμε σχέδια και γκραβούρες Ευρωπαίων τοπιογράφων που προτείνουν δικές τους σχεδιαστικές διατυπώσεις. Με την άφιξη των Βρετανών, ανταποκριτές εφημερίδων εμπλουτίζουν τις εκδόσεις τους με προσωπικές παραστάσεις φυσικών χώρων, μνημείων και απόψεων των πόλεων, ενώ σύντομα φθάνουν στην Κύπρο Ευρωπαίοι ταξιδιώτες, οι οποίοι καταγράφουν εντυπώσεις και παρεμβάλλουν στα κείμενά τους σχέδια και χαρακτικά.
Φωτογραφικές απεικονίσεις με φόντο την οροσειρά βλέπουν το φως το 1878. Προτείνονται από τον Άγγλο επαγγελματία φωτογράφο Τζον Τόμσον. Την ίδια περίοδο ο Μικρασιάτης και μετέπειτα κάτοικος Λεμεσού Ιωάννης Π. Φώσκολος, ο Αρμένιος Ματέος M. Παπαζιάν και ο Γερμανός Κάρολος Γκλάζνερ επιχειρούν επίσης διατυπώσεις του ίδιου τύπου έως και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Σημαντικές θεωρούνται οι προτάσεις του Κύπριου Θεόδουλου Ν. Τουφεξή, ο οποίος δραστηριοποιείται μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1940, αλλά και η παρουσία των αρμενικής καταγωγής Χαϊγκάζ Μαγκοϊάν, Κυρακός Ζαρταριάν και Βαχάν Αβεντισιάν, οι οποίοι δραστηριοποιούνται κυρίως την περίοδο 1930-1950. Την ίδια εποχή αλλά και λίγο αργότερα φωτογράφοι κυπριακής καταγωγής, όπως ο Φέλιξ Γιαξή και ο Τάκης Μούρεττος, παράγουν αξιόλογο έργο, ενώ λίγο πριν την Ανεξαρτησία ο Απόστολος Βερβέρης από την Ελλάδα κι ο Ρένος Ευρυβιάδης Γουάιντσον από την Κύπρο παρουσιάζουν δείγματα δουλειάς ανάλογης θεματικής (Πενταδάκτυλος:Το φόντο της πρωτεύουσας).
Ο Πενταδάκτυλος αποτελεί και θέμα έμπνευσης για ζωγράφους, τον Αδαμάντιο Διαμαντή, τον Τηλέμαχο Κάνθο, τον Ιωάννη Κισσονέργης, τον Λευτέρη Οικονόμου, Κώστα Ιωακείμ, Στέλιο Βότση, Λευτέρη Οικονόμου, Γιώργο Σκοτεινό κ.α.