Επιστημονική ονομασία: Pelecanus onocrotalus και P. crispus. Οικογένεια: Pelecanidae.
P. onocrotalus: To μεγαλύτερο και βαρύτερο πουλί της Ευρώπης. Έχει χρώμα κάτασπρο, την εποχή όμως που ζευγαρώνει εμφανίζεται στο φτέρωμά του ελαφρό ροζ χρώμα, τα δε φτερά της κεφαλής του σηκώνονται και σχηματίζουν λοφίο. Το κάτω μέρος των φτερούγων του έχει μαύρο χρώμα που είναι ορατό μόνο όταν πετά. Είναι πουλί που εύκολα αναγνωρίζεται από την παράξενη εμφάνισή του, με κύριο χαρακτηριστικό το μεγάλο ράμφος του, στο κάτω μέρος του οποίου στηρίζεται ένα μεγάλο δερμάτινο σακούλι που φθάνει μέχρι το κάτω μέρος του λαιμού του. Το σακούλι αυτό, που έχει μεγάλη ελαστικότητα, ο πελεκάνος το χρησιμοποιεί σαν «αποθήκη» για να βάζει μέσα την τροφή του η οποία αποτελείται συνήθως από ψάρια, υδρόβια ζωύφια και στρείδια. Το κίτρινο ράμφος του καταλήγει σε μύτη γαμψή που φαίνεται σαν αγκίστρι. Η ουρά του είναι πολύ μικρή, όπως και τα πόδια του που έχουν ροζ χρώμα. Το περπάτημά του είναι αργό και παράξενό· όταν περπατά φαίνεται σαν να κουτσαίνει και όταν πετά τραβά την κεφαλή του προς τα πίσω. Η φωνή του αποτελείται από λαρυγγισμούς και ακούεται μόνο την εποχή που φωλιάζει. Το πέταγμα των πελεκάνων είναι μεγαλειώδες: αιωρούνται χωρίς να κουνούν τις φτερούγες τους, κάνουν καταδύσεις και πετούν σε θαυμάσιους σχηματισμούς. Το χρώμα των νεαρών πελεκάνων είναι γκριζοκαφέ, με την πάροδο όμως του χρόνου, κάθε φορά που αλλάζουν τα φτερά τους, ασπρίζουν. Γεννούν στους βάλτους του δέλτα του Δούναβη στη Ρουμανία και στη Βουλγαρία. Κάνουν τις φωλιές τους στο έδαφος, πάνω σε νησίδες μέσα στους βάλτους και γεννούν 2-3 αυγά. Το μέγεθός τους φθάνει το 1,70 μ.
Στην Κύπρο έρχονται όταν μεταναστεύουν, σε μικρά σμήνη, κάποτε δε ένας-δυο μένουν και διαχειμάζουν. Τον χειμώνα του 1988-89 δυο πελεκάνοι πέρασαν όλη τη χειμερινή περίοδο στον υδατοφράκτη της Ευρέτου.
Βλέπε λήμμα: Ευρέτου φράγμα
P. crispus: Είναι λίγο μεγαλύτερος του P. onocrotalus, το δε χρώμα του είναι γκριζόασπρο (ουδέποτε ροζ), δεν φέρει λοφίο, έχει κίτρινα μάτια και το χρώμα των ποδιών του είναι γκρίζο. Όταν πετά είναι πολύ εύκολο να αναγνωρισθεί, διότι στο κάτω μέρος των φτερούγων του δεν έχει μαύρο χρώμα.
Επισκέπτεται την Κύπρο σπανιότατα. Δύο τέτοιοι πελεκάνοι είχαν σκοτωθεί τον Νοέμβριο του 1908, ένας στην αλυκή της Λάρνακας και ο άλλος στους βάλτους των Κουκλιών Αμμοχώστου.
Και τα δυο είδη διαχειμάζουν στις λίμνες και τους μεγάλους ποταμούς της Εγγύς και της Μέσης Ανατολής. Είναι πουλιά που αρέσκονται στη συντροφιά των ανθρώπων. Πολλές φορές διακόπτουν τα ταξίδια τους και μένουν με τους ανθρώπους σε λιμάνια, αναγνωρίζουν δε τους κυρίους τους που τους περιποιούνται και τους ακολουθούν σαν σκυλιά. Δυο τέτοιοι πελεκάνοι βρίσκονταν εξημερωμένοι για αρκετά χρόνια στο λιμάνι της Πάφου και ένας στο παλαιό λιμάνι της Λεμεσού.
Είναι ο πελεκάν ή πελεκίνος των αρχαίων Ελλήνων οι οποίοι ενδιαφέρονταν περισσότερο για τους μύθους σχετικά με τους πελεκάνους, γι’ αυτό και οι περιγραφές τους είναι ανακριβείς. Ο Αριστοτέλης αναφέρει για τη μετανάστευσή τους:
οἱ πελεκᾶνες δ’ ἐκτοπίζουσι, καί πέτονται ἀπό τοῦ Στρυμόνος ποταμοῦ ἐπί τόν Ἴστρον. Κακεῖ τεκνοποιοῦνται˙ ἀθρόοι δ’ ἀπέρχονται, ἀναμένοντες oἱ πρότεροι τούς ὕστερον, διά τό ὅταν ὑπερπτῶνται τό ὄρος ἀδήλους γίνεσθαι τούς προτέρους τοῖς ὑστέροις.
Πιο κάτω, όμως, περιγράφει λανθασμένα και με φαντασιώδη τρόπο μια μέθοδο διατροφής τους: οἱ δέ πελεκᾶνες oἱ ἐν τοῖς ποταμοῖς γινόμενοι καταπίνουσι τάς μεγάλας κόγχας καί λείας˙ ὅταν δ’ ἐν τῷ πρό τῆς κοιλίας τόπῳ πέψωσιν, ἐξεμοῦσιν, ἳνα χασκουσῶν τά κρέα ἐξαιροῦντες ἐσθίωσιν.
Οι πελεκάνοι είναι προστατευόμενα πουλιά, όπως και όλα τα μεγάλα υδρόβια και παρυδάτια πουλιά — εκτός από τις αγριόπαπιες, τις αγριόχηνες και τα πικατσόνια.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια