Παρεκκλησιά ή Παροκκλησιά

Image

Αμιγές ελληνικό χωριό της επαρχίας Λεμεσού, περί τα 16 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της πόλης της Λεμεσού. Τα διοικητικά του όρια στα νότια εκτείνονται μέχρι τη θάλασσα.

 

Η Παρεκκλησιά είναι κτισμένη σε μέσο υψόμετρο 125 μέτρων. Η περιοχή της χαρακτηρίζεται από λοφώδη μέχρι ημιορεινή τοπογραφία και στο βόρειο τμήμα της, μέσα στο δάσος της Λεμεσού, το υψόμετρο φθάνει τα 600 μέτρα. Το τοπίο είναι διαμελισμένο από το ποτάμιο δίκτυο του αργακιού του Πύργου.

 

Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν οι λάβες, οι διαβάσες, οι γάββροι, oι σερπεντινίτες και οι πυροξενίτες του Οφιολιθικού Συμπλέγματος Τροόδους, καθώς και οι αποθέσεις του σχηματισμού Λευκάρων (κρητίδες, μάργες και κερατόλιθοι), οι υφαλογενείς ασβεστόλιθοι του σχηματισμού Κορωνιάς, οι άργιλλοι του σχηματισμού Μονής, οι αποθέσεις του σχηματισμού Πάχνας (εναλλασσόμενες στρώσεις κρητίδων, μαργών και ψαμμιτών) και οι πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις της Ολόκαινης γεωλογικής περιόδου. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν φαιοχώματα, πυριτιούχα εδάφη, ξερορεντζίνες, εδάφη του σχηματισμού των Μαμωνιών, ασβεστούχα, και αιολικά ή ανεμογενή εδάφη.

 

Η Παρεκκλησιά δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση που ανέρχεται στα 442 χιλιοστόμετρα (μέσος όρος περιόδου 1951-1980). Στην περιοχή της έχουν ανορυχθεί αρκετές διατρήσεις που συνέβαλαν στην άρδευση έκτασης γης. Καλλιεργούνται κυρίως τα λαχανικά (ντομάτες, καρπούζια, πεπόνια, αγγουράκια, πατάτες, φασολάκια, κραμπιά και αγκινάρες), τα εσπεριδοειδή, οι ελιές, οι χαρουπιές, οι αμυγδαλιές, τα αμπέλια επιτραπέζιων ποικιλιών, τα σιτηρά, τα νομευτικά φυτά, διάφορα φρουτόδεντρα (χρυσομηλιές, κερασιές, δαμασκηνιές, αβοκάτο, ροδακινιές και συκιές), λίγα όσπρια (κουκιά και λουβιά), καρυδιές και πιστακιές. Το κυριότερο ωστόσο προϊόν του χωριού είναι η ντομάτα, η καλλιέργεια της οποίας ευνοείται από τις κλιματολογικές και εδαφολογικές συνθήκες. Τόσο η Παρεκκλησιά όσο και το γειτονικό χωριό Πύργος φημίζονται για την ποιότητα των ντοματών τους. Υπάρχουν επίσης αρκετές ακαλλιέργητες εκτάσεις που καταλαμβάνονται από θαμνώδη φυσική βλάστηση, κυρίως ξισταρκές, σπαλαθκιές, τρεμιθιές και αγριοτερατσιές. Μέρος του κρατικού δάσους της Λεμεσού εμπίπτει στα διοικητικά όρια του χωριού. Αρκετά ανεπτυγμένη είναι και η κτηνοτροφία της Παρεκκλησιάς. Το χωριό περιλήφθηκε στο μεγάλο αρδευτικό έργο του Νότιου Αγωγού.

 

Από συγκοινωνιακής απόψεως, η Παρεκκλησιά συνδέεται στα βόρεια με το χωριό Κελλάκι (περί τα 8,5 χμ.) και στα νότια με τον νέο δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού. Συνδέεται επίσης με σκυρόστρωτο δρόμο στα ανατολικά με το χωριό Πύργος (περί τα 2 χμ.).

 

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως εξής:

 

Χρονολογία Κάτοικοι
1881 166 
1891 249 
1901 312 
1911 379 
1921 306 
1931 387 
1946 436 
1960 577 
1973 669 
1976 737 
1982 746 
1992 850 
2001 1.324 
2011 2.736
2021 3.489

 

Ο Ν. Κληρίδης (Χωριά καί Πολιτεῖες τῆς Κύπρου, σ. 192), θεωρεί ότι το χωριό είναι από τα νέα χωριά της Κύπρου, κι ότι κτίστηκε κατά τον 19ο αιώνα από κατοίκους ορεινών χωριών που κατέβαιναν για γεωργικές εποχιακές εργασίες. Έτσι, σταδιακά ο οικισμός έγινε μόνιμος. Τα ίδια επαναλαμβάνει και ο J. C. Goodwin (Historical Toponymy of Cyprus, vol. II, p. 1312).

 

Όμως φαίνεται ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο, κι ότι η Παρεκκλησιά είναι από τα παλαιά χωριά της Κύπρου. Το χωριό υφίστατο κατά τις περιόδους της Φραγκοκρατίας και της Βενετοκρατίας, οπότε αποτελούσε φέουδο. Ως τέτοιο, βρίσκεται σημειωμένο σε παλαιούς χάρτες με τις ονομασίες Paliogliso και Palioglisia (όπως για παράδειγμα στον χάρτη του Α. Ortelius του 1573 κ.α.). Μάλιστα η ονομασία του χωριού ευκρινώς μας παραπέμπει σε ακόμη παλαιότερη εποχή, στα Βυζαντινά χρόνια.

 

Η ονομασία του χωριού, όπως τούτο σημειώνεται σε παλαιούς χάρτες, φαίνεται να ήταν Παλιοεκκλησιά ή και Παλιόκκλησο, δηλαδή παλαιά (=αρχαία) εκκλησία. Άρα, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο οικισμός είχε ιδρυθεί κοντά και γύρω από κάποιαν παλαιά (βυζαντινή) εκκλησία, ίσως εκείνην του Τιμίου Σταυρού που φέρει και αγιογραφίες στο εσωτερικό της, ίσως εκείνη του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, που επίσης ήταν κατάγραφη, ίσως άλλη άγνωστη εκκλησία που έχει καταστραφεί.

 

Αλλά και η σημερινή ονομασία του χωριού, Παρεκκλησιά ή και Παροκκλησιά, υποδηλώνει οικισμό παρά την εκκλησίαν.

 

Εκτός από τις δυο εκκλησίες που προαναφέρθηκαν, ενδιαφέρον παρουσιάζει και μια τρίτη, λίγο έξω από το χωριό. Πρόκειται για μικρό ξωκλήσι αφιερωμένο στην Παναγία Νεροφορούσα (στο κοιμητήριο του χωριού), παλαιό που όμως ξανακτίστηκε. Ο τίτλος (επίθετο της Παναγίας), Νεροφορούσα, χρειάζεται να ερμηνευθεί, γράφει ο G. Jeffery (1918). Πιστεύουμε ότι η ερμηνεία είναι απλή: σε παλαιότερες εποχές, οπότε συχνά το νησί μαστιζόταν από ανομβρίες με τραγικές επιπτώσεις στην οικονομία, πολλές φορές γίνονταν ειδικές παρακλήσεις ιδιαίτερα στην Παναγία, για να υπάρξει βροχή. Συνεπώς η Παναγία ήταν εκείνη που έστελνε τη βροχή (όταν η βροχή ερχόταν), άρα η Παναγία ήταν η φέρουσα το νερό, η Νεροφορούσα.

 

Όλες αυτές οι εκκλησίες του χωριού είναι παλαιές, των Μεσαιωνικών χρόνων, αν και ανακαινισμένες κατά καιρούς. Η ύπαρξή τους αποτελεί πρόσθετη μαρτυρία ότι το χωριό δεν είχε ιδρυθεί τον 19ο αιώνα αλλά πολύ πιο πριν, κι ότι μάλιστα είχε ακμάσει, αφού είχε περισσότερες της μιας εκκλησίες. Παραδόξως, στον χάρτη του ντε Μας Λατρί (1860), το χωριό βρίσκεται σημειωμένο ως Neoklicha (=Νεοεκκλησιά!).

 

Παλαιότερα (από τον 19ο αιώνα) στην περιοχή της Παρεκκλησιάς λειτουργούσαν λατομεία, κυρίως φαιοχώματος (terra umbra) και διαβασικών πετρωμάτων. Τέτοια λατομεία λειτουργούν και σήμερα. Υπάρχουν δε ενδείξεις ότι στην περιοχή του χωριού υφίσταντο λατομεία ή και μεταλλεία κατά την Αρχαιότητα. Το χωριό βρίσκεται, πάντως, κοντά στην αρχαία πόλη της Αμαθούντος και η περιοχή του θα πρέπει να περιλαμβανόταν στα διοικητικά όρια της πόλης αυτής.

 

Στην ευρύτερη περιοχή του χωριού υπάρχει αρχαιολογικός χώρος που, μεταξύ άλλων, μαρτυρεί και κατοίκηση ήδη από τα προϊστορικά χρόνια. Συγκεκριμένα, στην τοποθεσία Συλλουρόκαμπος διενεργήθηκαν ανασκαφές μεταξύ του 1991 και του 2004 από γαλλική αποστολή με επι κεφαλής τον Jean Guilaine. Οπότε και αποκαλύφθηκαν  εκτενή κατάλοιπα οικισμού που είχε ακμάσει για μεγάλο διάστημα κατή τη Νεολιθική περίοδο, μεταξύ του 8500 και του 7000 π.χ.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image