Βρετανός κυβερνήτης της Κύπρου για 6 σχεδόν χρόνια, από τις 8 Νοεμβρίου του 1933 μέχρι τις 4 Ιουλίου του 1939. Η περίοδος της κυβερνητείας του χαρακτηρίζεται από σκληρά δικτατορικά μέτρα και καταπίεση του κυπριακού λαού κι έχει παραμείνει γνωστή στη νεότερη ιστορία της Κύπρου ως Παλμεροκρατία . Ο όρος Παλμεροκρατία ήταν συνώνυμος στην Κύπρο με τον όρο στυγνή δικτατορία.
Ο σερ Χέρμπερτ Ρίτσμοντ Πάλμερ, γεννημένος το 1877 κι εκπαιδευμένος στο Κέιμπριτζ και στη Νομική Σχολή του Μιτλ Τεμπλ Λονδίνου, είχε μακρά υπηρεσία στη διακυβέρνηση των αποικιών. Υπηρέτησε μεταξύ άλλων ως υποκυβερνήτης των βορείων επαρχιών της Νιγηρίας (1925-1930) και κυβερνήτης της Γαμβίας (1930-1933), πριν διοριστεί κυβερνήτης της Κύπρου. Ο διορισμός του ως κυβερνήτη της Κύπρου έγινε τον Νοέμβριο του 1933, σ' αντικατάσταση του κυβερνήτη σερ Ρέτζιναλντ Έντουαρντ Σταπς (1932-1933). Ωστόσο στο νησί ο Πάλμερ έφθασε λίγο αργότερα, στις 21 Δεκεμβρίου 1933, κι αποβιβάστηκε στο λιμάνι της Αμμοχώστου όπου τον υποδέχθηκαν οι αρχές της πόλης. Στη Λευκωσία έφθασε με τον σιδηρόδρομο και η τελετή υποδοχής του περιελάμβανε και ρίψη 17 χαιρετιστηρίων κανονιοβολισμών.
Δικτατορία
Φθάνοντας στην Κύπρο στα τέλη του 1933, ο κυβερνήτης Πάλμερ βρήκε ήδη το νησί να ευρίσκεται υπό δικτατορική διακυβέρνηση, αφού εξακολουθούσαν να ισχύουν όλα εκείνα τα μέτρα που είχαν επιβληθεί από τα τέλη του 1931, αμέσως μετά την εξέγερση του Οκτωβρίου του 1931. Ωστόσο τα δικτατορικά αυτά μέτρα ο Πάλμερ όχι μόνο δεν δοκίμασε σταδιακά να περιορίσει, ερχόμενος σε επαφή με τον λαό της Κύπρου, αλλά συνηθισμένος να κυβερνά με ιδιαίτερη αυστηρότητα και σκληρότητα (με πολλή προϋπηρεσία στην Αφρική), τα επαύξησε και τα επεξέτεινε. Κατόρθωσε έτσι να γίνει ο πιο μισητός από όλους τους κυβερνήτες της Κύπρου, με εξαίρεση ίσως τον σερ Τζων Χάρτιγκ που υπηρέτησε όμως κάτω από ειδικές συνθήκες στην περίοδο του ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα.
Περιοδείες
Αρχικά ο Πάλμερ έκαμε διάφορες περιοδείες στην Κύπρο, προκειμένου να ενημερωθεί πλήρως για τις συνθήκες και τα προβλήματα. Στις αρχές Ιανουαρίου του 1934 πήγε στη Λάρνακα όπου του επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή. Τον Φεβρουάριο πήγε στην περιοχή της Μύρτου και στο μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονος, μιλώντας δε εκεί εξέφρασε την χαρά του για τις άφθονες βροχές που είχαν πέσει και την ελπίδα ότι η γεωργική παραγωγή θα ήταν καλή, μια και το νησί «αριθμεί πολλούς πτωχούς κατοίκους». Στη συνέχεια έκαμε και άλλες περιοδείες σε διάφορα μέρη του νησιού.
Η κατάσταση στην Κύπρο πάντως ήταν φοβερά δύσκολη. Η Παγκόσμια Οικονομική Κρίση του 1929 έπληξε και την Κύπρο. Μειώθηκαν τόσο οι εξαγωγές όσο και οι εισαγωγές, έκλεισαν βιοτεχνίες και άλλες παραγωγικές μονάδες ενώ αυξήθηκε η ανεργία. Περισσότερος κόσμος έπεσε θύματα τοκογλύφων. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν υποβαθμισμένες. Η διατροφή ήταν λιτή, ενώ ασθένειες όπως ελονοσία και οφθαλμικές παθήσεις θέριζαν τον πληθυσμό. Εμφανίστηκαν επίσης τα πρώτα αφροδίσια νοσήματα από βετεράνους του Α Παγκοσμίου Πολέμου. Το φαινόμενο των αλκοολικών άρχισε να διαδίδεται ευρέωςΑρκετοί κατανάλωναν άφθονο αλκοόλ, ενώ η χαρτοπαιξία ήταν μια συνηθισμένη αιτία χρεοκοπίας. Λίγοι μαθητές κατάφερναν να τελειώσουν το σχολείο (20% Ελληνοκύπριοι και 28% τουρκοκύπριοι).
Ωστόσο μερικά αναπτυξιακά έργα πραγματοποιήθηκαν, κυρίως στις μεταφορές. Βελτιώθηκε το οδικό δίκτυο, τα λιμάνια, οι σιδηρογραμμές και προώθησε την κατασκευή Γεωπονικής Σχολής στη Μόρφου
Απροθυμία
Με την αλλαγή κυβερνήτη, οι Κύπριοι είχαν ελπίσει ότι θα άλλαζε και η κατάσταση που επικρατούσε από το 1931, προς το καλύτερο. Αρκετοί μάλιστα ηγετικοί παράγοντες του τόπου ήσαν έτοιμοι για συνδιαλλαγή, γι’ αυτό κι είχαν υποδεχθεί με θερμότητα τον Πάλμερ. Όμως πολύ σύντομα φάνηκε πως αυτός όχι μόνο δεν ήταν πρόθυμος για τέτοια συνδιαλλαγή αλλά κι ότι είχε σκοπό να κυβερνά με πυγμή, εφαρμόζοντας μια πολιτική που εξόργισε τους Κυπρίους.
Μια από τις πρώτες του ενέργειες ήταν η κήρυξη ως παρανόμου του Κομμουνιστικού Κόμματος Κύπρου που εθεωρείτο παράνομο και που δυο ηγετικά του στελέχη βρίσκονταν ήδη στην εξορία από το 1931. Ο Πάλμερ οδήγησε στο δικαστήριο άλλα 12 ηγετικά στελέχη του Κόμματος με τις κατηγορίες της συμμετοχής σε παράνομη οργάνωση και της συνωμοσίας. Από τους 12 αθωώθηκε μόνο ένας (ο ποιητής Τεύκρος Ανθίας). Οι υπόλοιποι καταδικάστηκαν και ρίχτηκαν στη φυλακή. Σύντομα ο Πάλμερ στράφηκε και κατά του θεσμού της τοπικής αυτοδιοίκησης, και με νόμο που δημοσίευσε στις 23 Μαρτίου 1934 απαγόρευε τη διενέργεια δημοτικών εκλογών. Η διενέργεια εκλογών είχε ανασταλεί από το 1931, αλλά επισημοποιήθηκε τώρα η ακύρωσή τους από τον Πάλμερ. Με τον ίδιο νόμο, ο κυβερνήτης παρείχε στον εαυτό του το δικαίωμα να διορίζει όποιους ήθελε ως δημάρχους και δημοτικούς συμβούλους, ακόμη και πρόσωπα που δεν ήσαν εγγεγραμμένα στους εκλογικούς καταλόγους, και προχώρησε σε διορισμούς.
Την 1η Απριλίου 1934 ο Πάλμερ ίδρυσε το Γραφείο Τύπου, που εγκαθιδρύθηκε για πρώτη φορά στην Κύπρο, προκειμένου να προπαγανδίζει καλύτερα τις ενέργειές του. Επέβαλε επίσης έλεγχο επί των εφημερίδων, με εξουσίες να τις κλείνει ή ν' αναστέλλει τις εκδόσεις τους, καθώς και με αυστηρότατους περιορισμούς για την έκδοση νέων εφημερίδων.
Επόμενος στόχος του Πάλμερ ήταν η δικαιοσύνη. Τροποποιώντας τους Περί Ποινικής Μαρτυρίας και περί Δικονομίας νόμους, παρείχε στην Αστυνομία περισσότερες εξουσίες για ευκολότερη σύλληψη και κράτηση ατόμων.
Παιδεία
Άλλος στόχος του Πάλμερ ήταν η παιδεία. Προωθώντας την αγγλική εκπαίδευση εις βάρος της ε/κ και τ/κ παιδείας που παρεχόταν στην Κύπρο, καθιέρωσε μεταξύ άλλων την υποχρεωτική διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας στα σχολεία. Όσο για τους δασκάλους, όρισε πως κανένας δεν θα προαγόταν (από 1 Σεπτεμβρίου 1934) εάν δεν πετύχαινε σε κυβερνητικές εξετάσεις αγγλικής γλώσσας.
Στο μεταξύ ο κυβερνήτης Πάλμερ προσπάθησε να πλήξει ιδιαίτερα τον εθνικισμό των Ελλήνων της Κύπρου που εκδηλώθηκε μετά τα Οκτωβριανά. Προς αυτή την κατεύθυνση αρνήθηκε να συζητήσει το θέμα της επιστροφής των εξόριστων από το 1931 Ελλήνων Κυπρίων ηγετών, αλλά όταν ένας ακόμη τέτοιος ηγέτης, ο Ν. Κλ. Λανίτης, είχε ταξιδεύσει νόμιμα στην Αθήνα, του απαγόρευσε την επιστροφή στην Κύπρο. Ετσι προσετέθη κι αυτός στον κατάλογο των εξορίστων. Ως δικαιολογητικό προβλήθηκε το ότι ο Λανίτης είχε κάμει πολιτικές δηλώσεις στην Αθήνα, αν και (μετά τον εντοπισμό του) είχε υποσχεθεί να μη αναμειχθεί στην πολιτική. Ο Πάλμερ, εξ άλλου, είχε επανειλημμένα διώξει και τον μοναδικό εναπομείναντα στην Κύπρο ιεράρχη, τον επίσκοπο Πάφου Λεόντιο ο οποίος ηταν τοποτηρητής του χηρεύοντος (από το 1933) αρχιεπισκοπικού θρόνου. Ο Λεόντιος, εκτός του ότι είχε περιοριστεί στην Πάφο, αργότερα προσήχθη επανειλημμένα στο δικαστήριο.
Οι άλλοι δυο επίσκοποι, ο Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς και ο Κυρηνείας Μακάριος, βρίσκονταν στην εξορία από το 1931. Καθ' όλη τη διάρκεια της κυβερνητείας του Πάλμερ επεκράτησαν τέτοιες συνθήκες ώστε ήταν αδύνατο να διεξαχθούν αρχιεπισκοπικές ή και επισκοπικές εκλογές με αποτέλεσμα η Εκκλησία της Κύπρου (η κατ' εξοχήν ηγέτιδα κατάσταση των εθνικιστών Ελλήνων του νησιού) να παραμείνει ακέφαλη (για τις προσπάθειες εκλογής αρχιεπισκόπου, που απέτυχαν. Ο Πάλμερ είχε άμεση ανάμειξη στα εσωτερικά ζητήματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου, ακόμη και σε θέματα δογματικά. Προώθησε για παράδειγμα νόμο βάσει του οποίου αποκλειόταν η εκλογή στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κύπρου «ανεπιθύμητων προσώπων». Ο χαρακτηρισμός «ανεπιθύμητο πρόσωπο» επαφίετο στην κρίση του κυβερνήτη. Καθοριζόταν ακόμη ότι η εκλογή αρχιεπισκόπου Κύπρου υπέκειτο στην τελική έγκριση του κυβερνήτη! Η απαίτηση αυτή του Πάλμερ ερχόταν σε πλήρη σύγκρουση προς το δόγμα της Εκκλησίας, αλλά και την παράδοση του Αυτοκεφάλου της.
Τον Σεπτέμβριο του 1935 ο Πάλμερ υιοθέτησε και άλλα μέτρα προς πλήρη έλεγχο της ελληνικής εκπαίδευσης στην αποικιακή κυβέρνηση της Κύπρου. Επρόκειτο για νέο νόμο που όριζε ότι «η κυβέρνηση θα διευθύνει κάθε εκπαιδευτική πολιτική στο νησί και θα ασκεί εποπτείαν επί όλων των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων». Ο νόμος αυτός προκάλεσε σοβαρές αντιδράσεις (υπενθυμίζεται πως οι ανώτερες τουλάχιστον ελληνικές σχολές λειτουργούσαν με την ευθύνη και χρηματοδότηση των κοινοτήτων και της Εκκλησίας).
Μουκταροκρατία
Ένα άλλο χαρακτηριστικό γνώρισμα της περιόδου κυβερνητείας του Πάλμερ και της περιόδου της Παλμεροκρατίας, ήταν η λεγόμενη μουκταροκρατία. Ο κυβερνήτης, αφού διόριζε ο ίδιος τους μουκτάρηδες (=κοινοτάρχες), βάσει των εξουσιών που εκχώρησε στον εαυτό του, είχε τη δυνατότητα να επιλέγει για τέτοια αξιώματα άτομα της αρεσκείας του. Πέραν τούτου, και προκειμένου να ελέγχει τις κοινότητες μέσω των κοινοταρχών και των άλλων μελών των χωριτικών αρχών (αζάδες), ο Πάλμερ προχώρησε στο ν' αυξήσει τις εξουσίες τους αλλά και τις απολαβές τους (που φυσικά θα πλήρωνε ο λαός). Δημιουργήθηκε έτσι ένα καθεστώς που ονομάστηκε μουκταροκρατία και σήμαινε τη δικτατόρευση των κοινοταρχών στις κοινότητές τους, με την υποστήριξη και την εποπτεία της αποικιακής κυβέρνησης και, σε τελευταία ανάλυση, του ιδίου του Πάλμερ.
Μέχρι και το τέλος της θητείας του, ο κυβερνήτης Πάλμερ συνέχισε να καταδιώκει τους Κυπρίους κομμουνιστές. Συχνά τα σπίτια κομμουνιστών παραγόντων ερευνούνταν, διάφορα δε στελέχη οδηγούνταν κάθε τόσο στο δικαστήριο και στη φυλακή.
Αν και σταδιακά ο Πάλμερ κατήργησε μερικά από τα δικτατορικά μέτρα που είχαν παρθεί μετά την εξέγερση του 1931, όπως λ.χ. η κατάργηση ως ένα μεγάλο βαθμό της λογοκρισίας, ωστόσο στα χέρια του βρίσκονταν συγκεντρωμένες όλες οι εξουσίες ενώ η εποπτεία του επεκτεινόταν σ' όλους τους τομείς και σε ολόκληρη την Κύπρο. Το 1937 μια τριμελής «πρεσβεία» πήγε στο Λονδίνο προκειμένου να καταγγείλει το δικτατορικό καθεστώς του Πάλμερ στην Κύπρο. Την «πρεσβεία» αποτελούσαν του Δ. Ν. Δημητρίου, που είχε διατελέσει δήμαρχος της Λάρνακας, ο Ιωάννης Κληρίδης, δικηγόρος και μέλος της θρονικής Επιτροπής, και ο δικηγόρος Γεώργιος Βασιλειάδης. Βασικά από την «πρεσβεία» εζητείτο η επάνοδος στις συνθήκες που επικρατούσαν πριν από την εξέγερση του 1931, πράγμα που ο Πάλμερ απέρριψε παρά το ότι έκτοτε επικρατούσε στο νησί ειρήνη και ησυχία. Η «πρεσβεία» είχε στο Λονδίνο κάποιες επαφές, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Γενικά η Παλμεροκρατία κατάφερε να σκοτώσει κάθε πολιτική αστική ζύμωση στην Κύπρο την περίοδο αυτή για δημιουργία άλλων κινήσεων ή κομμάτων, αφήνοντας ως μόνο εκπρόσωπο των Ε/κ την Εθναρχία.
Οικονομία
Η οικονομική κατάσταση στο νησί, επί κυβερνητείας του Πάλμερ, ήταν άθλια. Το ίδιο άθλιες ήσαν και οι συνθήκες εργασίας, ιδιαίτερα δε των μεταλλωρύχων που ήσαν αντικείμενο άγριας εκμετάλλευσης από τις ξένες εταιρείες, των οικοδόμων και άλλων τάξεων των εργαζομένων. Έτσι, επί ημερών του Πάλμερ άρχισαν οι μεγάλοι απεργιακοί αγώνες (μεταλλωρύχων της Σκουριώτισσας, οικοδόμων κ.ά.) που συνεχίστηκαν κι αργότερα (βλέπε λήμμα Απεργίες επί Αγγλοκρατίας).
Είναι γεγονός ότι ο κυβερνήτης Πάλμερ είχε ενδιαφερθεί για την οικονομική βελτίωση των πραγμάτων και είχε πάρει διάφορα μέτρα ιδίως υπέρ της γεωργίας. Είχε ακόμη, από την αρχή της θητείας του, μετακαλέσει στην Κύπρο Βρετανούς εμπειρογνώμονες για να μελετήσουν την οικονομική κατάσταση στο νησί και να συμβουλεύσουν την κυβέρνησή του σε διάφορους τομείς.
Επί της παρουσίας του στην Κύπρο ολοκληρώθηκαν οι εργασίες επέκτασης του λιμανιού της Αμμοχώστου, το οποίο παραδόθηκε το 1935. Πρίν την επέκταση το λιμάνι δεν μπορούσε να φιλοξενήσει πλοία με φορτίο άνω των 2000 τόνων. Μετά τα βελτιωτικά έργα το λιμάνι μπορούσε να εξυπηρετεί πλοία με φορτίο 8-9000 τόνους.
Μεταξύ των εμπειρογνωμόνων αυτών, που είχαν έλθει το 1934 για θέματα Γεωργίας, ήταν και ο Στόκντεηλ, γεωργικός σύμβουλος του βρετανικού υπουργείου Αποικιών. Ο Στόκντεηλ είχε εργαστεί στην Κύπρο και λίγο πιο πριν, το 1931, και μεταξύ άλλων είχε εισηγηθεί επίλυση του προβλήματος του πολυτεμαχισμού των γεωργικών κλήρων με σύμπτυξη των μικρών τεμαχίων γης σε μεγαλύτερα· ήταν, δηλαδή, ο πρώτος που είχε εισηγηθεί στην Κύπρο την εφαρμογή κάποιου συστήματος αναδασμού.
Τα μέτρα του Πάλμερ υπέρ της γεωργίας κωδικοποιήθηκαν το 1938 με ένα νόμο που περιελάμβανε πολλά άρθρα. Τον επόμενο χρόνο ο Πάλμερ ετοίμασε και νομοσχέδιο προς ρύθμιση των αγροτικών χρεών (που θεσπίστηκε σε νόμο μετά την αναχώρησή του από την Κύπρο).
Παράταση
Η θητεία του Πάλμερ (που ήταν 5ετής) τερματιζόταν κανονικά τον Νοέμβριο του 1938. Όμως ο κυβερνήτης είχε κατορθώσει να κάμει αρκετούς φίλους Κυπρίους, που με ποικίλα διαβήματα ζητούσαν τη συνέχιση της παραμονής του στην Κύπρο! Είναι γεγονός πως, παράλληλα προς τα καταπιεστικά μέτρα που είχε πάρει, ο Πάλμερ είχε ευεργετήσει με διάφορους τρόπους κι αρκετούς Κυπρίους παράγοντες (λ.χ. μουκτάρηδες), ενώ διάφορους άλλους επιβράβευσε για τη φιλία και συνεργασία τους με απονομές μεταλλίων και με άλλους τρόπους. Είχε βασίσει την πολιτική του στο γνωστό αγγλικό δόγμα του «διαίρει και βασίλευε», έτσι ώστε η κατακραυγή, από την καταπίεση της μεγάλης πλειοψηφίας του κυπριακού λαού, να εξουδετερώνεται από τα χειροκροτήματα των «παραγόντων» και των «αρχόντων» που είχαν ευεργετηθεί. Όπως χαρακτηριστικά αναφερόταν σε έγγραφο της τριμελούς «πρεσβείας» του 1937, ο κυπριακός λαός είχε διαχωριστεί σε κυβερνώντες και σε κυβερνωμένους.
Τελικά η θητεία του Πάλμερ στην Κύπρο παρετάθη για μερικούς μήνες, μέχρι τις 4 Ιουλίου 1939. Διάδοχός του διορίστηκε ο σερ Γουίλλιαμ Ντέννις Μπάττερσιλ που έφθασε στην Κύπρο τον Αύγουστο του 1939.