Λόγιος του 19ου αιώνα. Γεννήθηκε το 1837 από Καθολική μητέρα (της οικογένειας Λαπιέρ) αλλά σε νηπιακή ηλικία εδόθη για υιοθεσία στον ιερομόναχο Παΐσιον της εκκλησίας του Αγίου Λουκά Αμμοχώστου. Από την εκκλησία και τον ιερομόναχο πήρε αντιστοίχως το όνομα και το επίθετό του. Φοίτησε στο Σχολαρχείο της Λάρνακας μεταξύ 1849 και 1853, όπου είχε δάσκαλο τον Αθανάσιο Σακελλάριο*, τον οποίο βοήθησε πολύ αργότερα στη συλλογή υλικού για το βιβλίο του Τά Κυπριακά.
Μετά την αποφοίτησή του, ο Λουκάς Παΐσιος επέστρεψε στην Αμμόχωστο όπου από το 1860 (ή 1870 κατ’ άλλους) εργάστηκε ως δάσκαλος, μέχρι και τον θάνατό του, το 1894. Διετέλεσε επίσης δημοτικός σύμβουλος Αμμοχώστου και συνεργάστηκε με την εφημερίδα Νέον Κίτιον της Λάρνακας. Το 1891 υποστήριξε την βουλευτική υποψηφιότητα του Άγγλου διοικητή Αμμοχώστου Γιάγκ (Young) που είχε προκαλέσει παγκύπριες διαμαρτυρίες και κινητοποιήσεις.
Ο Λουκάς Παΐσιος εξέδωσε το 1887 στην Αμμόχωστο Ἐγχειρίδιον Τοπογραφίας καί Ἱστορίας τῆς Νήσου Κύπρου (έργο που επανεκδόθηκε στην Αθήνα το 1894).
Πέθανε το 1894.