Συντονιστικός φορέας Συντεχνιών που ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1941, πρόδρομος της Παγκύπριας* Εργατικής Ομοσπονδίας (ΠΕΟ). Η ΠΣΕ ιδρύθηκε ως παγκύπριο καθοδηγητικό σώμα, για να στεγάσει τις δεκάδες μικρές Συντεχνίες που υφίσταντο τότε (τον χρόνο ίδρυσης της ΠΣΕ υπήρχαν 68 Συντεχνίες με 3.854 μέλη). Οι συνθήκες εργασίας ήσαν ιδιαίτερα σκληρές και το βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης πολύ χαμηλό. Έτσι το συνδικαλιστικό κίνημα της Κύπρου απέκτησε το πρώτο παγκύπριο συντονιστικό του σώμα. Ωστόσο λίγο αργότερα υπήρξε διάσπαση του κινήματος για λόγους πολιτικούς και ιδεολογικούς. Το 1943 και το 1944 ιδρύθηκαν στη Λεμεσό και στις άλλες πόλεις οι γνωστές ως Νέες Συντεχνίες, από τις οποίες προήλθε η Συνομοσπονδία* Εργατών Κύπρου (ΣΕΚ). Ιδρύθηκε παράλληλα και η Τουρκοκυπριακή Συντεχνιακή Ομοσπονδία.
Η Παγκύπρια Συντεχνιακή Συνδιάσκεψη, που αποφάσισε την ίδρυση της ΠΣΕ, είχε εκλέξει ως μέλη της Επιτροπής τους ακόλουθους: Ανδρέα Ζιαρτίδη, Ανδρέα Φάντη, Ευστάθιο Ξυναρή, Μιλτ. Χριστοδούλου, Γεώργιο Τεμπριώτη, Χρ. Κατσικίδη, Κυρ. Ραγουζαίο (επαρχία Λευκωσίας), Αντ. Ψαθά, Πρ. Παπαβασιλείου, Χαμπή Νικόλα (επαρχία Αμμοχώστου), Κώστα Παρτασίδη, Δ. Στεφανίδη (επαρχία Λεμεσού), Γιάγκο Φελλά, Στέλιο Παναγιώτου (επαρχία Λάρνακας), Γεώργιο Κοντεμενιώτη (επαρχία Κερύνειας), Παναγιώτη Ευγενίου (επαρχία Πάφου), Σάββα Πανταζή (Μόρφου-Λεύκα).
Ο ρόλος της ΠΣΕ στους εργατικούς αγώνες της εποχής ήταν καθοριστικός. Μεταξύ άλλων συμμετείχε στους αγώνες για το οκτάωρο, για καλύτερα μεροκάματα και για το τιμαριθμικό.
Η δίκη της ΠΣΕ άρχισε στις 17 Δεκεμβρίου 1945. Στις 21 Ιανουαρίου 1946 η ΠΣΕ κηρύχθηκε παράνομη από τις αποικιοκρατικές αρχές, διαλύθηκε και 18 ηγετικά στελέχη της καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 12-18 μηνών, με την κατηγορία ότι «συνωμοτούσαν προς ανατροπή» του βρετανικού αποικιοκρατικού καθεστώτος. Η κατηγορία διατυπώθηκε ύστερα από κατάσχεση όλων των συντεχνιακών εγγράφων με αιφνιδιαστικές ολονύκτιες αστυνομικές έρευνες, που διενεργήθηκαν στα συντεχνιακά οικήματα σ' όλες τις πόλεις και σε δεκάδες χωριά.