Στην αρχαία Ελλάδα οι Ολυμπιακοί αγώνες ή τα Ολύμπια, ήσαν η πιο σημαντική από τις τέσσερις τετραετηριακές αγωνιστικές εκδηλώσεις (Ολύμπια, Ίσθμια, Νέμια και Πύθια). Διεξήγοντο κάθε τέσσερα χρόνια στην Ολυμπία (Πελοπόννησος) με ιδιαίτερη λαμπρότητα. Δεν είναι σαφές πότε ακριβώς άρχισαν να διεξάγονται οι αγώνεςαυτοί, είναι όμως βέβαιο πως εξελίχθηκαν σταδιακά. Υπάρχουν πολλές μυθολογικές παραδόσεις για την καθιέρωση των αγώνων από θεούς, ημίθεους και επώνυμους ήρωες. Σαφέστερα στοιχεία για τη μεγάλη θρησκευτική και αθλητική γιορτή της Ολυμπίας έχουμε από τα τέλη του 9ου ή τις αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα, όταν βασιλιάς της Ήλιδος στην Πελοπόννησο ήταν ο Ίφιτος, που φέρεται ως ο πρώτος που συνέλαβε την ιδέα να δώσει παμπελοποννησιακό χαρακτήρα στην όλη εκδήλωση. Έτσι το 884 π.Χ. έγιναν με μεγαλοπρέπεια οι αγώνες, οπότε υπεγράφη και μια σύμβαση, η εκεχειρία, που προέβλεπε αναστολή των εχθροπραξιών και ειρηνικές συνθήκες κατά τη διάρκεια των αγώνων.
Οι Ολυμπιακοί αγώνες άρχισαν να παίρνουν πανελλήνιο χαρακτήρα από το 705 π.Χ., αφού μεταξύ των νικητών της διοργάνωσης της χρονιάς αυτής έχουμε αθλητές από τα Μέγαρα, την Αθήνα, τη Σμύρνη, από δε την 27η Ολυμπιάδα και εξής (672 π.Χ.) εκπροσωπούνται και ελληνικές αποικίες. Αργότερα έχουμε και συμμετοχή κυπριακών πόλεων στους αγώνεςαυτούς. Λόγω δε της πανελλήνιας σημασίας των αγώνων, αυτοί χρησιμοποιήθηκαν σαν κοινή χρονολόγηση όλων των Ελλήνων. Καθοριζόταν η Ολυμπιάδα με τον αύξοντα αριθμό της και με το όνομα του σταδιονίκη. Βασικά η ανανέωση των αγώνων έγινε το 776 π.Χ. και η Ολυμπιάδα του έτους αυτού θεωρήθηκε ως η πρώτη. Νικητής δε στο αγώνισμα του σταδίου ήταν ο Κόροιβος από την Ηλεία.
Ωστόσο, αν και η Ολυμπιάδα του 776 π.Χ. θεωρήθηκε ως η πρώτη για σκοπούς χρονολόγησης, στην πραγματικότητα είχαν προηγηθεί πολλές άλλες. Από την εποχή του Ιφίτου μέχρι το 724 π.Χ. υπολογίζεται ότι είχαν διεξαχθεί 41 Ολυμπιάδες με μοναδικό αγώνισμα το στάδιον (=δρόμος 192 μέτρων). Το 724 π.Χ. προσετέθη ο δίαυλος (δρόμος δυο σταδίων). Το 720 π.Χ. εισήχθη ο δόλιχος (δρόμος 24 σταδίων, περίπου 4,5 χιλιομέτρων). Το 708 προσετέθησαν η πάλη και το πένταθλον, το 688 η πυγμή, το 680 άρχισαν να διεξάγονται και οι αρματοδρομίες, το δε 648 εισήχθη το παγκράτιον (συνδυασμός πάλης και πυγμής). Κατά καιρούς προσετίθεντο και νέα αγωνίσματα, που έφθασαν τελικά στον αριθμό 23. Διεξήγοντο αγώνεςανδρών και αγώνεςπαίδων.
Το έπαθλο των αγώνων ήταν στεφάνι αγριελιάς (κότινος). Κατά την περίοδο ακμής των αγώνων, υπολογίζεται ότι η διάρκειά τους ήταν 5 μέρες.
Οι κανόνες των Ολυμπιακών αγώνων επέτρεπαν τη συμμετοχή σ’ αυτούς μόνο ανδρών και, αργότερα, παιδιών μέχρι 18 χρόνων. Όλοι έπρεπε απαραιτήτως να ήσαν Έλληνες και ελεύθεροι (οὐ βαρβάρων ἀγωνιστέων εἶναι τόν ἀγῶνα ἀλλά Ἑλλήνων). Τούτο είναι σημαντικό για την Κύπρο, γιατί αφενός οι Κύπριοι αισθάνονταν την ανάγκη να συμμετάσχουν στους Ολυμπιακούς (όπως και στους άλλους αγώνεςτης αρχαίας Ελλάδος) κι αφετέρου τους επιτρεπόταν η συμμετοχή και γίνονταν αποδεκτοί ως ισότιμοι Έλληνες και ελεύθεροι.
Δεν γνωρίζουμε από πότε ακριβώς άρχισαν να συμμετέχουν και πολίτες κυπριακών πόλεων στους Ολυμπιακούς αγώνες. Από διάφορες όμως μαρτυρίες, γνωρίζουμε τα ονόματα περίφημων Κυπρίων αθλητών που διακρίθηκαν σε διάφορες Ολυμπιάδες, βασικά κατά τα Ελληνιστικά χρόνια. Τέτοιοι Κύπριοι ολυμπιονίκες ήσαν:
Ο Ηρακλείδης από τη Σαλαμίνα, νικητής του σταδίου στην 144η Ολυμπιάδα (204 π.Χ.).
Ο Ονησίκρατος, επίσης από τη Σαλαμίνα, νικητής του σταδίου στην 150ή Ολυμπιάδα (180 π.Χ.).
Ο Δημήτριος, πάλι από τη Σαλαμίνα, ο σπουδαιότερος ίσως Κύπριος αθλητής. Σε επιγραφή που βρέθηκε, αναφέρονται πάρα πολλές νίκες του σε διάφορα μέρη, και σε σημαντικούς αγώνες όπως τα Πύθια, τα Ίσθμια, τα Παναθήναια κ.α. Στους Ολυμπιακούς αναφέρεται ότι είχε νικήσει σε τρεις κατά σειράν διοργανώσεις τον 3ο μ.Χ. αιώνα σε αγώνεςδρόμου (στάδιον) και δυο φορές στο πένταθλον. Ήταν, δηλαδή, συνολικά 5 φορές ολυμπιονίκης.
Πιθανότατα υπήρξαν και άλλοι Κύπριοι αθλητές που είχαν διακριθεί στους Ολυμπιακούς, αλλά δεν σώθηκαν τα ονόματά τους επειδή οι καταγραφείς (Ευσέβιος και Αφρικανός) κατέγραψαν τους νικητές μόνο του αγωνίσματος του σταδίου. Πάντως, από τα υπάρχοντα στοιχεία προκύπτει πως η Κύπρος συμμετείχε στους Ολυμπιακούς αγώνεςαπό την Ελληνιστική εποχή, δηλαδή μετά τον τερματισμό της περσικής κυριαρχίας, και συνέχισε να συμμετέχει και κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια (Δημήτριος Σαλαμίνιος).
Αργότερα, με την εξάπλωση κι επικράτηση του Χριστιανισμού, οι Ολυμπιακοί αγώνες άρχισαν να παρακμάζουν, κυρίως εξαιτίας της παρεξηγημένης διδασκαλίας των πρώτων φανατικών οπαδών της νέας θρησκείας, οι οποίοι κήρυτταν την περιφρόνηση στην περιποίηση του σώματος που το θεωρούσαν φυλακή της ψυχής. Τελικά οι αγώνεςαυτοί καταργήθηκαν με απαγορευτικό διάταγμα του αυτοκράτορα Θεοδοσίου στις 24 Φεβρουαρίου 394 μ.Χ.
Η αναβίωση των αρχαίων Ολυμπιακών αγώνων έγινε στα τέλη του 19ου αιώνα, μετά τη σύλληψη της ιδέας από τον Γάλλο βαρώνο Πιέρ ντε Κουμπερτέν ο οποίος εισηγείται στις 25 Νοεμβρίου1892 την αναδιοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Στις 23 Ιουνίου 1894 ιδρύεται στο Παρίσι από τον βαρόνο Πιερ Ντε Κουμπερτέν η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή. Πρώτος της πρόεδρος αναλαμβάνει ο έλληνας Δημήτρης Βικέλας.
Οι πρώτοι νεότεροι Ολυμπιακοί
Οι πρώτοι νεότεροι Ολυμπιακοί αγώνες, που πήραν παγκόσμιο χαρακτήρα, έγιναν στην Αθήνα στις 6 Απριλίου 1896 όπου λαμβάνουν μέρος 311 αθλητές από 13 χώρες, εκ των οποίων οι 230 ήταν Έλληνες. Γνωστοί και ως Αγώνες της 1ης Ολυμπιάδας, διοργανώθηκε στην Αθήνα από τις 25 Μαρτίου έως τις 3 Απριλίου 1896 (6 Απριλίου - 15 Απριλίου με το γρηγοριανό Ημερολόγιο). Επειδή η Αρχαία Ελλάδα ήταν το μέρος που "γεννήθηκαν" οι Ολυμπιακοί Αγώνες, η Αθήνα θεωρήθηκε ως η ιδανικότερη επιλογή για να φιλοξενήσει και την πρώτη διεξαγωγή των σύγχρονων. Η επιλογή της διοργανώτριας χώρας έγινε σε συνέδριο που οργάνωσε ο Πιερ ντε Κουμπερτέν, Γάλλος παιδαγωγός και ιστορικός, στο Παρίσι, στις 23 Ιουνίου 1894. Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ) ιδρύθηκε επίσης κατά τη διάρκεια αυτού του συνεδρίου.
Αν και ο αριθμός των αθλητών που πήραν μέρος ήταν μικρός, παρ'όλα αυτά η συμμετοχή ήταν η μεγαλύτερη μέχρι τότε σε αθλητική διοργάνωση. Οι Αγώνες είχαν μεγάλη επιτυχία και υπήρξε μεγάλη συμμετοχή του ελληνικού κοινού, ιδιαίτερα στο Παναθηναϊκό Στάδιο, το μοναδικό Ολυμπιακό στάδιο που χρησιμοποιήθηκε κατά τον 19ο αιώνα. Σημαντική στιγμή για τους Έλληνες ήταν η νίκη του Σπύρου Λούη στον μαραθώνιο. Πιο επιτυχημένος αθλητής των Αγώνων αναδείχθηκε ο Γερμανός παλαιστής και γυμναστής Καρλ Σούμαν, ο οποίος κέρδισε συνολικά τέσσερα χρυσά μετάλλια.
Μετά το τέλος των Αγώνων, ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄, καθώς και πολλοί άλλοι (μεταξύ των οποίων και Αμερικανοί αθλητές), υποστήριξαν την ιδέα να διοργανωθούν και οι επόμενοι Αγώνες στην Αθήνα. Ο Κουμπερτέν όμως ήταν αντίθετος με αυτό, ενώ είχε ήδη αποφασιστεί το Παρίσι ως η επόμενη διοργανώτρια πόλη. Έτσι, οι Αγώνες του 1900 έγιναν στη Γαλλία, αλλά επισκιάστηκαν από τη Διεθνή Έκθεση που συνδιοργανώθηκε εκείνη την περίοδο στην πόλη του Παρισιού.
Είχαν γίνει και πιο πριν προσπάθειες αναβίωσης των αγώνων από Πελοποννήσιους, ήδη από το 1838, οι δε πρώτοι (τοπικοί) Ολυμπιακοί έγιναν εκεί το 1859. Ολυμπιακοί αγώνες είχαν οργανωθεί και διεξαχθεί στην Αθήνα το 1875 και το 1889. Μάλιστα μεταξύ των νικητών των αγώνων του 1885 ήταν και ο Κύπριος φοιτητής τότε της Νομικής Θεοφάνης Θεοδότου, που μαζί με τον αδελφό του Αντώνη και τον ξάδελφό του Αριστόδημο Φοινιέα ίδρυσαν αργότερα (1894) τον Γυμναστικό Σύλλογο «Παγκύπρια» (Γ.Σ.Π.) της Λευκωσίας. Mε τη διεθνή διοργάνωση του 1896, οι Ολυμπιακοί αγώνες καθιερώθηκαν ως το σημαντικότερο παγκόσμιο αθλητικό γεγονός που διεξάγεται κάθε τέσσερα χρόνια.
Η τελετή έναρξης των 4ων Ολυμπιακών έγινε στις 27 Απριλίου 1908 στο Λονδίνο. Διήρκεσαν 6 μήνες έως τις 31 Οκτωβρίου και κατέχουν το ρεκόρ της μεγαλύτερης διάρκειας. Συμμετείχαν 1.999 αθλητές και 36 αθλήτριες. Είναι η πρώτη φορά που στους σύγχρονους ολυμπιακούς συμμετέχουν γυναίκες αθλήτριες. Η πολιτική έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή της στους 4ου Ολυμπιακούς Αγώνες. Στους Φινλανδούς, που η χώρα τους τελούσε υπό ρωσική κατοχή, δεν επετράπη να φέρουν τη σημαία τους και αυτοί αντί της ρωσικής προτίμησαν να παρελάσουν χωρίς σημαία. Ο σημαιοφόρος της αμερικανικής ομάδας Ραλφ Ρόουζ αρνήθηκε να γείρει τη σημαία για να τιμήσει το βασιλικό ζεύγος της Μεγάλης Βρετανίας. «Αυτή η σημαία δεν υποκλίνεται σε κανένα βασιλιά» δικαιολογήθηκε και από τότε η «αστερόεσσα» δεν υποκλίνεται σε κανένα αρχηγό κράτους.
Οι 6οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω πολέμου και ακολούθησαν οι 7οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αμβέρσας που έγιναν στις 20 Απριλίου 1920. Σε αυτούς τους αγώνες γίνεται πρώτη εμφάνιση της σημαίας με τους 5 ολυμπιακούς κύκλους και πρώτη απαγγελία του Ολυμπιακού Ύμνου. Μελανό σημείο ο αποκλεισμός των κρατών, που ηττήθηκαν στον πόλεμο (Γερμανία, Αυστρία, Ουγγαρία, Βουλγαρία), αφού το πνεύμα των αγώνων δεν θέλει τη διάκριση λόγω πολιτικών διαφορών.
Η αφή της ολυμπιακής φλόγας
Σημαντικός σταθμός στην ιστορία των Ολυμπιακών υπήρξαν οι αγώνες του Βερολίνου το 1936. Ήταν η πρώτη φορά που πραγματοποιήθηκε τελετή αφής της Ολυμπιακής Φλόγας. Η αφή έγινε στις 20 Ιουλίου. Επιστημονικός υπεύθυνος αυτής της πρώτης αφής ήταν ο καθηγητής φυσικής Σαλτερής Περιστεράκης και η αφή έγινε με τη βοήθεια κοίλου κατόπτρου, το οποίο ανήκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και είχε κατασκευαστεί στη Γερμανία. Σύμφωνα με το τελετουργικό που καθιερώθηκε, την αφή κάνει η πρωθιέρεια στο χώρο του ναού της Ήρας (Ηραίου), που βρίσκεται απέναντι από το ναό του Δία, στο αρχαιολογικό χώρο της Ολυμπίας. Εκεί η πρωθιέρεια ζητά τη βοήθεια του θεού του ήλιου Απόλλωνα ώστε να ανάψει η δάδα απαγγέλοντας την ακόλουθη επίκληση:
ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΠΟΛΛΩΝΑ
Ιερά σιωπή!
Να ηχήσει όλος ο αιθέρας, η γη, η θάλασσα και οι πνοές των ανέμων.
Όρη και Τέμπη σιγήστε.
Ήχοι και φωνές πουλιών παύσατε.
Γιατί μέλλει να μας συντροφεύσει ο Φοίβος, ο Φωσφόρος Βασιλεύς.
Απόλλωνα, θεέ του ήλιου και της ιδέας του φωτός,
στείλε τις ακτίνες σου και άναψε την ιερή δάδα
για τη φιλοξενη πόλη της ...(όνομα της διοργανώτριας πόλης).
Και συ, ω Δία, χάρισε ειρήνη σ' όλους τους λαούς της Γης
και στεφάνωσε τους νικητές του Ιερού Αγώνα.
Έπειτα, η πρωθιέρεια κατευθύνεται προς το Στάδιο, μεταφέροντας τη φλόγα σε πήλινο αγγείο και με τη συνοδεία των ιερειών. Η πομπή κάνει μία στάση στην ιερή Ελιά από την οποία ο«αμφιθαλής παις», δηλαδή ένας νέος που έχει εν ζωή και τους δύο γονείς του, κόβει ένα κλαδί, σύμβολο ειρήνης και έπαθλο νίκης που δίνονταν κατά τους αρχαίους Ολυμπιακούς αγώνες στους νικητές. Στο Στάδιο, η πρωθιέρεια ανάβει τη δάδα του πρώτου δρομέα και η λαμπαδηδρομία ξεκινά το ταξίδι της. Ακολουθεί λαμπαδηδρομία σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, πριν παραδοθεί η ιερή φλόγα στους εκπροσώπους της διοργανώτριας χώρας, ώστε να φτάσει στον τελικό της προορισμό, στο στάδιο της διοργανώτριας πόλης την ημέρα της τελετής έναρξης των Αγώνων. Κατά τη διάρκεια του τελετουργικού, η πρωθιέρεια και οι ιέρειες είναι ντυμένες κατά τον αρχαϊκό τρόπο, ενώ ακολουθούν συγκεκριμένη κινησιολογία και χορογραφία.
Πρώτη προθιέρια υπήρξε η Κούλα Πράτσικα η οποία άναψε τη δάδα του πρώτου λαμπαδηδρόμου Κώστα Κονδύλη. Η φλόγα έφτασε στο Βερολίνο 11 μέρες αργότερα, από 3.840 λαμπαδηδρόμους.
Από το 1924 καθιερώθηκαν και χειμερινοί Ολυμπιακοί αγώνες που επίσης διεξάγονται κάθε τέσσερα χρόνια, ενώ από το 1960 διεξάγονται και οι Ειδικοί Ολυμπιακοί Αγώνες ή Παραολυμπιακοί, με τη συμμετοχή ατόμων που αντιμετωπίζουν κινητικές, οπτικές ή διανοητικές αναπηρίες. Οι Παραολυμπιακοί διεξάγονται κάθε τέσσερα χρόνια, την ίδια χρονιά με τους Ολυμπιακούς.
Συμμετοχή Κυπρίων και Ελλήνων αθλητών
Από τους πρώτους Ολυμπιακούς αγώνεςτου 1896, Κύπριοι αθλητές συμμετείχαν σ’ αυτούς ως μέλη της εθνικής ομάδας της Ελλάδος. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά τα ονόματα του Αναστάση Ανδρέου (που πήρε μέρος στην Α' Ολυμπιάδα του 1896), του Γεώργιου Σκουταρίδη που έτρεξε στα 100μ. και 110μ. εμπόδια. στην Ολυμπιάδα του 1908 στο Λονδίνο, του Ιωάννη Ταλιάνου το 1924 στο Παρίσι (110μ. εμπόδια, 400μ. εμπόδια, 4x100μ.) και Κώστας Παντελίδης (100μ., 200μ., 4x100μ.). Αναφέρουμε επίσης τα ονόματα του Κώστα Πετρίδη (συμμετοχή στους Ολυμπιακούς του Άμστερνταμ το 1928), του Ρένου Φραγκούδη (συμμετοχή στους Ολυμπιακούς του Βερολίνου το 1936), του Στέλιου Κυριακίδη (συμμετοχή στους Ολυμπιακούς του 1936 και του 1948 στο Βερολίνο και στο Λονδίνο αντιστοίχως), του Σταύρου Τζιωρτζή (διάκριση στον δρόμο 400 μ. με εμπόδια στους Ολυμπιακούς του Μονάχου το 1972), του Λάκη Ψημολοφίτη (διάκριση στους ίδιους αγώνεςτο 1972), της Δομνίτσας Λανίτου - ΚαβουνΙδου (ήταν η πρώτη Ελληνίδα αθλήτρια που πήρε μέρος σε Ολυμπιακούς αγώνες το 1936 και το 1948), της Μαρούλας Λάμπρου (συμμετοχή στους Ολυμπιακούς αγώνες του 1976,1980,1988), του Λουκά Λουκά (συμμετοχή στους Ολυμπιακούς του Μονάχου το 1972) κ.α.
Οι 9οι Ολυμπιακοί του Άμστερνταμ είναι σημαντικοί καθώς επανεμφανίζονται μετά από 10 χρόνια αποκλεισμού η Γερμανία, η Αυστρία, η Ουγγαρία και η Βουλγαρία. Για πρώτη φορά ανάβει η Ολυμπιακή Φλόγα, η Ελλάδα παρελαύνει πρώτη και στα αγωνίσματα στίβου μετέχουν γυναίκες. Η Ιρλανδία κερδίζει το πρώτο της χρυσό μετάλλιο σαν ανεξάρτητο κράτος. Ακόμα, για πρώτη φορά πωλείται κόκα κόλα σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Ο Κώστας Πετρίδης υπήρξε αθλητής του Γυμναστικού Συλλόγου «Παγκύπρια» Λευκωσίας και της εθνικής Ελλάδος. Το 1927 κέρδισε το άλμα τριπλούν παίρνοντας το βάπτισμα του παγκυπριονίκη. Το 1928 κέρδισε τέσσερις πρώτες νίκες στους Παγκύπριους αγώνες (άλματα εις μήκος, ύψος και τριπλούν και στον δρόμο 110 μ. μετ’ εμποδίων). Λόγω των υψηλών του επιδόσεων κλήθηκε αμέσως στην Αθήνα και περιελήφθη στην εθνική ομάδα.
Στους 11ους Ολυμπιακούς αγώνες που γίνονται στο Βερολίνο κάτω από το βλέμμα του Χίτλερ, όπου για πρώτη φορά μεταφέρεται η Ολυμπιακή Φλόγα από την Αρχαία Ολυμπία, στην τελετή έναρξης της 1ης Αυγούστου σημαιοφόρος της Ελληνικής Ομάδας είναι ο 67χρονος Σπύρος Λούης, που τον είχε προσωπικά προσκαλέσει ο Χίτλερ. Πρωτοεμφανίζονται το μπάσκετ και το χάντμπολ. Παίρνουν μέρος 3.410 αθλητές και 328 αθλήτριες από 46 κράτη. Αθλητής των αγώνων αναδεικνύεται ο Τζέσε Όουενς, που κερδίζει 4 χρυσά μετάλλια: στα 100μ (10.3 στις 3/8), στα 200μ (20.7 στις 5/8), στο άλμα εις μήκος (8.06 στις 4/8) και στα 4×100μ (39.8 στις 9/8) ρεκόρ που θα επαναλάβει ο Carl Lewis το 1984 στο Λος Αντζελες, που όπως και ο Owens είναι γεννημένος στην Αλαμπάμα.
Κατά τις δεκαετίες του 1990 και του 2000 αυξήθηκε η συμμετοχή Κυπρίων αθλητών στίβου, αλλά και άλλων αγωνισμάτων, στις Ολυμπιάδες. Η μεγαλύτερη επιτυχία της Κύπρου σε Ολυμπιακούς αγώνες σημειώθηκε το 2008, στο Πεκίνο, όπου ο σκοπευτής Αντώνης Νικολαΐδης πήρε την τέταρτη θέση στον τελικό του σκιτ, ενώ ο σκοπευτής Γιώργος Αχιλλέως πήρε την πέμπτη θέση στο ίδιο αγώνισμα.Εξάλλου στους Ολυμπιακούς της Ατλάντα, το 1996, ο δρομέας Άννινος Μαρκουλλίδης προκρίθηκε μέχρι την ημιτελική φάση των 100 μ. και αποκλήθηκε «ο ταχύτερος λευκός στον κόσμο». Τελικά πήρε τη 15η θέση μεταξύ όλων των σπρίντερ που έλαβαν μέρος στα 100 μ.
Η Κυπριακή Ολυμπιακή Επιτροπή Ιδρύθηκε το 1974 και αναγνωρίστηκε ως επίσημο μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (IOC) το 1979. Η Κύπρος πήρε μέρος για πρώτη φορά ως ανεξάρτητο κράτος στους Ολυμπιακούς στη Μόσχα το 1980, με αθλητές στα αγωνίσματα ιστιοπλοΐας, κολύμβησης και τζούντο (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ). Τον ίδιο χρόνο πήρε μέρος και στους χειμερινούς Ολυμπιακούς αγώνεςπου έγιναν στο Λέικ Πλάσιτ των Ηνωμένων Πολιτειών. Έκτοτε μετέχει κανονικά ως ανεξάρτητο κράτος στους Ολυμπιακούς αγώνες. Από το 1988 η Κύπρος συμμετέχει και στους Παραολυμπιακούς, όπου έχει να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες, κυρίως με την κολυμβήτρια Καρολίνα Πελενδρίτου.
Σημαντικός νεότερος ολυμπιονίκης αναδείχθηκε ο Παύλος Κοντίδης από τη Λεμεσό. Στο άθλημα του, την ιστιοπλοϊα κέρδισε αργυρό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου τον Αύγουστο του 2012. Ο Κοντίδης σημείωσε και άλλες διεθνείς επιτυχίες. Εξάλλου, στους Ολυμπιακούς του Λονδίνου ο Κυριάκος Ιωάννου, αθλητής του άλματος είς ύψος, υπήρξε ο πρώτος Κύπριος που κατόρθωσε να φθάσει μέχρι τον τελικό στο αγώνισμα στίβου.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια