Η δεύτερη παραδοσιακή ποικιλία αμπελιού που εκαλλιεργείτο για αιώνες κι ακόμη καλλιεργείται στην Κύπρο (μετά το μαύρο ντόπιο), είναι το άσπρο ντόπιο ή ξυνιστέριν. Τόσο το μαύρο ντόπιο όσο και το άσπρο ντόπιο είναι οινοποιήσιμες ποικιλίες αμπελιού. Η μεν πρώτη δίνει κόκκινα κρασιά η δε δεύτερη λευκά· μάλιστα το χωριάτικο κρασί που παρασκευαζόταν παλαιότερα από το άσπρο σταφύλι, ονομαζόταν από πολλούς επίσης ξυνιστέριν.
Οι δυο αυτές ποικιλίες αντιπροσωπεύουν μαζί το 90% σχεδόν των αμπελοκαλλιεργειών της Κύπρου, με πρώτο το μαύρο ντόπιο (80% περίπου) και δεύτερο το άσπρο (7-8% περίπου). Ωστόσο εκτός από την παρασκευή κρασιού και ζιβανίας, οι ποικιλίες αυτές χρησιμοποιούνται και για την παρασκευή και των άλλων παραδοσιακών υποπροϊόντων των σταφυλιών, όπως κκιοφτέρκα, σουτζιούκκος, σταφίδα, γρούτα κ.α.
Ωστόσο τα αμπέλια των δυο αυτών βασικών ποικιλιών θεωρούνται σήμερα γερασμένα και μη παραγωγικά, γι’ αυτό και ενθαρρύνεται η αντικατάστασή τους με νέες, εισαγόμενες ποικιλίες.
Το ξυνιστέριν δίνει μικρότερες ρόγες απ' ό,τι το μαύρο ντόπιο, όμως περισσότερες σε αριθμό. Έχουν ωραίο ξανθό χρώμα.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια