Ένας από τους «300 Αλαμάνους αγίους», που ήλθαν στην Κύπρο κι ασκήτευσαν σε διάφορες περιοχές. Κατά τον Λεόντιο Μαχαιρά, ο Αγάπιος ασκήτευσε στο χωριό Αρόδες της επαρχίας Πάφου, όπου λατρευόταν μαζί με άλλους δυο «Αλαμάνους», τον Βαρλαάμ και τον Καλάντιο, του οποίου σώζεται εκκλησία με το όνομα Άγιος Καλανδίων στις Πάνω Αρόδες. Το χωριό Αρόδες επί Φραγκοκρατίας (από το 1310) ήταν φέουδο των Ιωαννιτών μοναχών, αλλά αυτό δεν φαίνεται να σχετίζεται προς τον Αγάπιο και την καταγωγή του, που κακώς νομίσθηκε παλαιότερα, όπως και όλων των λεγόμενων «300 Αλαμάνων αγίων» ότι ήταν «γερμανική». Από τους τρεις, μόνο ο Καλάντιος τιμάται ως σήμερα στις Αρόδες. Το όνομα του Αγαπίου τον μαρτυρεί πιθανότατα Έλληνα, κατά τις ορθές παρατηρήσεις και του Η. Delehaye και του Παπαϊωάννου κ.ά. για όλους σχεδόν τους «Αλαμάνους», ότι στον πίνακα των αγίων αυτών στον Λ. Μαχαιρά, ούτε ένα όνομα δυτικής προέλευσης δεν απαντάται. Πάντως, ο ακριβής χρόνος έναρξης της λατρείας του στην Κύπρο δεν είναι γνωστός και ούτε μπορεί να βεβαιωθεί ότι ανήκει στην ίδια εποχή (της Β' Σταυροφορίας 1147- 1149) με μερικούς τουλάχιστον από τους «Αλαμάνους», οι οποίοι φαίνεται να ήταν Έλληνες μισθοφόροι των σταυροφόρων που μόνασαν στην Κύπρο, ενώ άλλοι, οι πιο πολλοί, ανήκουν σε πολλές και διαφορετικές περιόδους, απλώς συγκεντρώθηκαν μαζί από τον Λ. Μαχαιρά και την κυπριακή παράδοση. Ούτε μπορούμε να ταυτίσουμε τον «Αγάπιό» μας με σιγουριά προς οποιονδήποτε από τους γνωστούς έξι άλλους αγίους Αγαπίους, της Bibliotheca Hagiographica Graeca [B.H.G] σ. 10, III, σσ.6-7. IV. Βλ. και Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, Α' 1962, στηλ. 151-152, Bibliotheca Sanctorum. I, 1961, στηλ. 293- 295 κ.ε.