Νομίσματα της Κύπρου

Image

Νόμισμα (το), κέρμα ή τραπεζογραμμάτιο που έχει μια ορισμένη από το κράτος αξία και αποτελεί το βασικό μέσο πληρωμών για τη διευκόλυνση των εμπορικών συναλλαγών. Τα πρώτα νομίσματα του δυτικού κόσμου έκοψαν οι Λυδοί και οι Ίωνες έμποροι ή τραπεζίτες κατά τον 7ο π.Χ. αιώνα. Το πρώτο κυπριακό νόμισμα ήταν ασημένιο και κόπηκε από τον βασιλιά Ευέλθοντα το 538 π.Χ., ενώ το πρώτο χρυσό κυπριακό νόμισμα έκοψε ο Ευαγόρας Α΄ (411-373 π.Χ.).

 

Βλέπε λήμμα: Ευαγόρας Α'

 

Γενικά: Από τα πρώτα κιόλας βήματα της Ιστορίας ο άνθρωπος αισθάνθηκε την ανάγκη να ανταλλάσσει πράγματα που του περίσσευαν με πράγματα που χρειαζόταν αλλά δεν παρήγε ο ίδιος. Το στάδιο της αυστηρής ή κλειστής οικιακής παραγωγής κατά το οποίο η οικογένεια εθεωρείτο αυτάρκης και ικανοποιούσε όλες τις ανάγκες της με τα αγαθά που παρήγε μόνη της, διαδέχθηκε το στάδιο της χαλαρής οικιακής παραγωγής. Κατά το στάδιο αυτό ο άνθρωπος άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι έχει ελλείμματα και περισσεύματα διαφόρων αγαθών και να συνειδητοποιεί ότι με την ανταλλαγή των περισσευμάτων του θα μπορούσε να καλύψει τις ελλείψεις του. Βαθμιαία η ανταλλαγή αγαθών μεταξύ οικογενειών γίνεται πιο στενή, ενώ αργότερα αρχίζει να εμφανίζεται και ο εξωτερικός καταμερισμός των έργων. Οι πρώτες ανταλλαγές γίνονταν σε είδος και αφορούσαν κυρίως ανταλλαγές αγαθών ανάμεσα σε γεωργούς και κυνηγούς. Οι ανταλλαγές αυτές ήσαν ποσοτικές, δηλαδή μια συγκεκριμένη ποσότητα ενός προϊόντος ανταλλασσόταν για μια συγκεκριμένη ποσότητα ενός άλλου. Επειδή όμως αυτό το σύστημα ανταλλαγής δεν μπορούσε να εφαρμοστεί σ’ όλες τις περιπτώσεις, έγινε αντιληπτή η ανάγκη εξεύρεσης ενός κοινού παρονομαστή της αξίας των ανταλλασσομένων αγαθών.

 

Βλέπε βίντεο: Ψηφιακός Ηρόδοτος- Αρχείο ΡΙΚ

 

Ο Όμηρος μας πληροφορεί πως η πρώτη μονάδα με την οποία μετρούσαν την αξία στην Ελλάδα ήταν το βόδι. Π.χ. τα χρυσά όπλα κάποιου πολεμιστή στον Τρωικό πόλεμο άξιζαν εκατό βόδια. Η παράδοση να χρησιμοποιείται το βόδι ως μονάδα υπολογισμού της αξίας άφησε τα ίχνη της και σε κατοπινά μέτρα βάρους και αξίας. Τούτο φαίνεται από το γεγονός ότι τον 13ο αιώνα π.Χ. γίνονταν από την Κύπρο εξαγωγές χάλκινων πλακών ταλάντων (τάλαντο = μονάδα βάρους και αξίας) τα οποία έμοιαζαν με δέρμα βοδιού τεντωμένο για ξήρανση. Ένα τέτοιο τάλαντο βρίσκεται στο Κυπριακό Μουσείο, βρέθηκε στην  Έγκωμη (1400-1200 π.Χ.), έχει μήκος 74 εκ. και βάρος 86 λίπρες περίπου και φέρει έγγλυφο σύμβολο της Κυπρο - Μυκηναϊκής γραφής. Χάλκινα τάλαντα βρέθηκαν και στην Κρήτη, στις Μυκήνες και σ’ άλλα μέρη της Ελλάδας. Στο Βρετανικό Μουσείο εξάλλου βρίσκεται μια ορειχάλκινη βάση (1200-1100 π.Χ.) στη μια πλευρά της οποίας απεικονίζεται μια ανθρώπινη μορφή που μεταφέρει στους ώμους ένα τάλαντο. Η απεικόνιση αυτή χρησιμοποιήθηκε στο νόμισμα των πέντε μιλς του 1955.

 

Βλέπε λήμμα: Γραφή

 

Σε κατοπινό στάδιο ως χρήμα, που ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάπτυξη του εμπορίου, χρησιμοποιήθηκαν στην αρχή πολύτιμα μέταλλα και ιδιαίτερα το χρυσάφι και το ασήμι, αλλά και ο χαλκός που ήταν άφθονος στην Κύπρο. Όμως ως μέσο πληρωμής χρησιμοποιούνταν τα αντικείμενα από μέταλλο. Τέτοια «χρήματα» από μέταλλο σώθηκαν μέχρι σήμερα. Βρέθηκαν σε περιοχές όπου άκμασε ο Κρητομυκηναϊκός πολιτισμός και είναι όγκοι χαλκού σε σχήμα διπλού πελέκεως καθώς και ράβδοι από σίδηρο (οβελοί). Αργότερα το μέταλλο χυνόταν σε στερεομετρικά σχήματα, σε μορφή δακτυλίων ή τεμαχίων χρυσαφιού ή ασημιού ή χαλκού, σε ράβδους διαφόρων σχημάτων που μπορούσαν να κοπούν και σε μικρότερα τεμάχια. Αυτού του είδους το «χρήμα» εχρησιμοποιείτο όχι μόνο σε τοπικές συναλλαγές, αλλά και για συναλλαγές ανάμεσα σε γειτονικές χώρες της Μεσογείου. Σύμφωνα με ενδείξεις των αρχαιολογικών ευρημάτων τα «χρήματα» αυτά χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά στην Κύπρο τον 16ο αιώνα π.Χ.

 

Το νόμισμα είναι ο ώριμος καρπός της εξέλιξης του μετάλλου ως χρήματος. Η προέλευση των νομισμάτων έχει σήμερα καθοριστεί με σαφήνεια. Νομίσματα επινοήθηκαν στις ακτές της Μικράς Ασίας και η επινόηση αυτή απετέλεσε την αφετηρία των ελληνικών και ρωμαϊκών νομισμάτων. Επίσης νομίσματα επινοήθηκαν ανεξάρτητα απ’ αυτά και στην Κίνα και στις Ινδίες, αλλά στην τελευταία αυτή χώρα πολύ αργότερα. Έτσι η μελέτη των νομισμάτων μπορεί να διαιρεθεί σε τέσσερις ομάδες: την ανατολική, την ελληνική και ρωμαϊκή, τη μεσαιωνική και τη νεώτερη.

 

Οι αρχαιότεροι πολιτισμοί, οι οποίοι προηγήθηκαν του ελληνικού, δεν είχαν ανακαλύψει την κοπή νομισμάτων. Μεταξύ των λαών της Ασσυρίας και της Αιγύπτου, των Φοινίκων και των προελληνικών πληθυσμών, τα νομίσματα ήσαν άγνωστα, αν και κάποια μορφή νομισμάτων που αποτελούνταν από μέταλλο σε τεμάχια, δακτυλίους ή ράβδους, εχρησιμοποιείτο στις συναλλαγές. Οι πρώτοι που σκέφθηκαν να καθορίσουν ορισμένο βάρος και τύπο σ’ ένα τεμάχιο μετάλλου ήσαν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, που ζούσαν κατά μήκος των ακτών της Ιωνίας. Η αρχαία παράδοση φαίνεται να αποδίδει την εφεύρεση στους Λυδούς και η αλήθεια είναι ότι ίσως οι Λυδοί και οι Ίωνες έμποροι ή τραπεζίτες να έκοψαν τα πρώτα νομίσματα του δυτικού κόσμου κατά τον 7ο π.Χ. αιώνα. Αυτά κόπηκαν από κάποιο προκάτοχο του βασιλιά Κροίσου και αποτελούνταν από μείγμα κάποιου μετάλλου που ονομαζόταν ήλεκτρο και βρισκόταν στην Ιωνία σαν φυσικό κράμα χρυσού και ασημιού υπό ποικίλλουσα σύνθεση. Κατά την ίδια περίοδο, δηλαδή περί το 650 π.Χ., εμφανίστηκαν τα αργυρά νομίσματα της Αίγινας, της Κορίνθου, της Χαλκίδος και της Ερέτριας στην κυρίως Ελλάδα.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

 

 

 

 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image