Βρίσκεται στην ανατολική ακτή της χερσονήσου της Καρπασίας, στην περιοχή του ομώνυμου δάσους, νότια του χωριού Κορόβια. Ο αρχαιολογικός αυτός χώρος είναι γνωστός βασικά από τα κατάλοιπα ενός οχυρού των Προϊστορικών χρόνων, του φρουρίου της Νιτοβίκλας, που η μελέτη του μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για την αρχιτεκτονική οχυρωματικών έργων της προϊστορικής Κύπρου.
Το φρούριο της Νιτοβίκλας κτίστηκε κατά τη Μέση εποχή του Χαλκού (1900-1650 π.Χ.), πάνω στην κορφή χαμηλού ανώμαλου λόφου. Κτίστηκε σύμφωνα προς τα αρχιτεκτονικά οχυρωματικά πρότυπα της Μικράς Ασίας, της Συρίας και της Παλαιστίνης. Πρόκειται για μεγάλο σχετικά φρουριακό σύμπλεγμα με αρκετά δωμάτια που άνοιγαν προς τα μέσα και υπάγονταν σε μεγάλο ενιαίο τετράγωνο κτίριο με υπαίθρια εσωτερική αυλή. Το περιτείχισμα ήταν πολύ ισχυρό κι ενισχυόταν με λιθόκτιστους πύργους στις δυο πλευρές της εισόδου. Οι στέγες των δωματίων ήσαν επίπεδες, πιθανώς κατασκευασμένες από ξύλα, και χρησίμευαν ως παρατηρητήρια ή και ως θέσεις μάχης. Ξύλινες σκάλες οδηγούσαν από την εσωτερική αυλή στις στέγες. Στην εσωτερική αυλή υπήρχε δεξαμενή για συγκέντρωση νερού.
Το φρούριο καταστράφηκε στα τέλη της Μέσης εποχής του Χαλκού αλλά ξανακτίστηκε στις αρχές της επόμενης προϊστορικής περιόδου, της Τελευταίας εποχής του Χαλκού (1650-1050 π.Χ.).
Το κτίσιμο του φρουρίου σύμφωνα προς μικρασιατικά και συροπαλαιστινιακά πρότυπα φανερώνει επηρεασμό που παρατηρείται και σε άλλους τομείς (λ.χ. στην ταφική αρχιτεκτονική), όμως δεν σημαίνει κατ' ανάγκην ότι η περιοχή κατεχόταν από ξένα στρατεύματα. Η οικοδόμηση, εξάλλου, και άλλων φρουρίων σε διάφορα μέρη της Κύπρου κατά την ίδια εποχή, όπως στην τοποθεσία Νικολίδες κοντά στο Δάλι, στον Άγιο Σωζόμενο, στο Κρηνί, στο δάσος της Καρπασίας κλπ., φανερώνει μια κατάσταση αυξημένης επιφυλακής που συμπίπτει με την περίοδο επιδρομών των Υκσώς στην ανατολική Μεσόγειο.