Νεόφυτος ηγούμενος

Ηγούμενος του μοναστηριού της Παναγίας του Κύκκου από το 1827 μέχρι τον θάνατό του σε προχωρημένη ηλικία, τον Μάρτιο του 1861. Καταγόταν από το χωριό Πενταλιά της επαρχίας Πάφου, γνώριζε καλά την τουρκική γλώσσα, κι ήταν ανεψιός του ηγουμένου του ιδίου μοναστηριού Ιωσήφ* του εθνομάρτυρα (εκτελέστηκε από τους Τούρκους το 1821).

 

Ο Νεόφυτος χαρακτηρίζεται ως λόγιος και αρκετά μορφωμένος, πράγμα σπάνιο για την εποχή του. Είχε σπουδάσει στις Σέρρες όπου παρέμεινε για κάποιο διάστημα σε νεαρή ηλικία, σε μετόχι που είχε εκεί το μοναστήρι του Κύκκου. Ως ηγούμενος, διαδέχθηκε τον Σωφρόνιο (1824-1827). Το μοναστήρι βρισκόταν σε πολύ άσχημη θέση, κυρίως οικονομικά, μετά τη λεηλασία του από τους Τούρκους το 1821 και τις διώξεις. Γι’   αυτό ο Νεόφυτος ανέλαβε μεγάλη προσπάθεια για βελτίωση της κατάστασης, επειδή το μοναστήρι κινδύνευε να καταρρεύσει και να διαλυθεί. Ο ίδιος πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου παρέμεινε για αρκετόν καιρό και κατέβαλε προσπάθειες προς και μέσω του οικουμενικού πατριάρχη Χρύσανθου Α΄ για διάσωση του μοναστηριού. Πέτυχε, μεταξύ άλλων, την έκδοση αυτοκρατορικών σουρατίων προς επαναφορά του μοναστηριού στην παλαιά προνομιούχο θέση του.

 

Στην Κωνσταντινούπολη είχε πάει δυο ή και περισσότερες φορές και σώζονται πατριαρχικά έγγραφα που καλούσαν τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου να μεριμνά για το μοναστήρι στην απουσία του Νεοφύτου.