Άγγλος περιηγητής, επισκέπτης της Κύπρου το 1596. Καταγόταν από εύπορη οικογένεια κτηματιών του Λίνκολνσιάιαρ, γεννήθηκε το 1566 και πέθανε το 1620. Σπούδασε στο Καίμπριτζ, όπου και εξελέγη εταίρος το 1584. Μεταξύ του 1591 και του 1596 ταξίδεψε στην Ευρώπη και στην Ανατολή, οπότε πέρασε και από την Κύπρο. Υπηρέτησε επίσης
στην Ιρλανδία κατά τη διάρκεια αγγλικής πολεμικής επιχειρήσεως, και πληγώθηκε στην πολιορκία της Kinsale το 1601. Από την εμπειρία των ταξιδιών του έγραψε ένα βιβλίο (Itinerary) που πρωτοκυκλοφόρησε στο Λονδίνο το 1617, στο οποίο περιλαμβάνονται και τρεις σύντομες αναφορές του στην Κύπρο.
Στις αναφορές του αυτές μνημονεύει την Πάφο, στην οποία και πρωτοέφθασε, ομιλεί για τα «διαμάντια» της Πάφου, το σπήλαιο που σχετιζόταν με τον θρύλο των «Επτά Κοιμωμένων» και φυσικά την Αφροδίτη. Ομιλεί στη συνέχεια για τη Λάρνακα και τις Αλυκές και μαρτυρεί την ύπαρξη στη Λάρνακα ενός μοναστηριού «Ευρωπαίων αδελφών» (=Φραγκισκανών) στο οποίο και κατέλυσε. Στη συνέχεια ομιλεί για τις καλλιέργειες και τα προϊόντα της Κύπρου τότε, για την αρχιτεκτονική των κατοικιών, για αγγεία της Κύπρου. Από τις Αλυκές πήγε διά θαλάσσης στη Λεμεσό, από όπου τελικά αναχώρησε.
Ειδικότερα για τα κρασιά της Κύπρου, ο επισκέπτης αυτός παραπονείται ότι «του κατέφαγαν τα σωθικά» επειδή ήσαν δυνατά, ενώ ενδιαφέρουσα είναι και η παρατήρησή του ότι τα σπίτια είχαν επίπεδες στέγες (=δώματα) όπου οι άνθρωποι κοιμούνταν τις καλοκαιρινές νύκτες.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια