Η λέξη μούττη αποδίδει, στο κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα, τη μύτη τόσο του ανθρωπίνου προσώπου όσο και ζώων, πουλιών και άλλων ζωντανών. Υποδηλώνει όμως ταυτόχρονα και την κορυφή βουνού ή λόφου, καθώς και ακρωτήρια. Υπό την έννοια αυτή, αποτελεί διαδεδομένη ονομασία πολλών περιοχών της Κύπρου. Συνήθως όμως χρησιμοποιείται ως τοπωνύμιο μαζί με άλλη, καθοριστική λέξη: Μούττη του .../ της...
Το δεύτερο καθοριστικό είναι είτε όνομα ανθρώπου που σχετιζόταν με την περιοχή (λ.χ. Μούττη της Θεώρας, Μούττη της Ζαχαρούς, Μούττη του Θωμά, Μούττη του Πολή κλπ.), είτε χαρακτηριστικό γνώρισμα ανθρώπου με το οποίο ήταν γνωστός (λ.χ. Μούττη του Πελλού, Μούττη της Παπαδκιάς, Μούττη του Κλέφτη κλπ.). Επίσης είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα της περιοχής από το είδος βλάστησης (λ.χ. Μούττη του Πεύκου, Μούττη των Αμπελιών, Μούττη της Καππαρκάς, Μούττη των Ελιούδων κλπ.). Ακόμη, από το είδος των άγριων πτηνών ή ζώων που βρίσκονταν στην περιοχή (λ.χ. Μούττη του Πεζουνόκρεμμου, Μούττη του Γαδάρου, Μούττη του Ατού [αετού] κλπ.). Κι ακόμη από κτίσματα που βρίσκονταν σε μια κορφή, περιλαμβανομένων ξωκκλησιών (λ.χ. Μούττη του ’η Γιώρκη, Μούττη του Μύλου, Μούττη της Αγίας Μαρίνας κλπ.). Ή ακόμη και από την ύπαρξη, κατά την Αρχαιότητα, ναών (λ.χ. Μούττη του Δκιά [=Δία]).
Εκατοντάδες τοπωνύμια, σ' ολόκληρη την Κύπρο, φέρουν την ονομασία Μούττη ή και Μούττες στον πληθυντικό, και Μούττη/ Μούττες ως πρώτο συνθετικό. Στο έργο A Complete Gazetteer of Cyprus (Nicosia, 1987) των Μ.Ν. Χριστοδούλου και Κ. Κωνσταντινίδη, καταγράφονται περί τα 1.000 τέτοια τοπωνύμια σ' ολόκληρη την Κύπρο. Ακόμη, δεκάδες άλλα τοπωνύμια προέρχονται από τα υποκοριστικά της λέξης μούττη, όπως Μουττούδα, Μουττάλιν, Μούτταλος, Μουττάς. Υπάρχουν επίσης και άλλα τοπωνύμια σχετικά, όπως Μουττόκαμπος, Μουττοκάμαρα, Μουττογιόφυρα, Μουττοτράχωνας κ.ά.