Πολύ μικρό παρασιτικό έντομο, που ζει, αναπαράγεται και αναπτύσσεται στην περιοχή των ανθρωπίνων γεννητικών οργάνων απ’ όπου πήρε και την ονομασία μουννόφτειρα (μουννί το γυναικείο αιδοίο και φτείρα = ψείρα). Phthirius rubis. Οικογένεια: Phthiriidae.
Είναι πολύ δύσκολο να τη δεις με γυμνό οφθαλμό, η παρουσία της όμως γίνεται αμέσως αισθητή γιατί με τα γαμψά της νύχια προκαλεί κνησμό και ανατριχίλα. Γίνεται πολύ ενοχλητική όταν αναπαραχθεί (πολλαπλασιάζεται πολύ γρήγορα). Γεννά τα αυγά της μόνο πάνω στις τρίχες γύρω από τα γεννητικά όργανα, όταν όμως εκκολαφθούν και πολλαπλασιαστούν, προχωρούν μέχρι τις μασχάλες και το στήθος σε μαλλιαρούς ανθρώπους.
Έχει 6 πόδια με γαμψά νύχια στο εμπρόσθιο μέρος του κορμού της, και μετά τα πόδια 8 προεξοχές σαν μικρά ποδαράκια. Το κάθε πόδι της έχει από 4 μυτερές τρίχες. Παλαιότερα πιστευόταν ότι οι μουννόφτειρες έχουν πολυάριθμα πόδια και ήσαν περισσότερο γνωστές με το όνομα κκουρκαγιάκκιν (το), λέξη τουρκική που σημαίνει σαράντα πόδια.
Μεταδίδονται συνήθως με τη σεξουαλική επαφή αλλά και μέσω των
κλινοσκεπασμάτων και των καθισμάτων, διότι όταν τα έντομα αυτά πολλαπλασιαστούν, πολλά εγκαταλείπουν την περιοχή των γεννητικών οργάνων και κυκλοφορούν εκτός του ανθρωπίνου σώματος, για να καταλήξουν σε άλλους ανθρώπους.
Στην Κύπρο είχαν εξαπλωθεί πολύ μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, με τον επαναπατρισμό των Κυπρίων στρατιωτών. Η εξολόθρευσή τους ήταν προβληματική διότι δεν υπήρχαν εντομοκτόνα και χρησιμοποιούνταν διάφορες πρακτικές μέθοδοι. Μια απ’ αυτές ήταν και ο υδράργυρος. Έβαζαν αναμμένα κάρβουνα σ’ ένα τενεκεδένιο ξέβαθο δοχείο και αφού ο πάσχων καθόταν πάνω από το δοχείο ο υδράργυρος εχύνετο πάνω στα αναμμένα κάρβουνα, από δε τις αναθυμιάσεις όχι μόνο εξοντώνονταν οι μουννόφτειρες αλλά και καταστρέφονταν και τα αυγά τους (κονίδκια).
Σήμερα τα έντομα αυτά έχουν εκλείψει πλήρως, με τη χρήση εντομοκτόνων.