ΟΝΗΣΙΛΛΟΣ
Δίπλα μου ἢτανε ὁ Ὀνήσιλλος
βγαλμένος ἀπ' τήν ἱστορία καί τόν θρύλο
ὁλοζώντανος.
Ἀρχιλεβέντης βασιλιάς αὐτός
κρατοῦσε στό χέρι ὃ,τι τοὗχε ἀπομείνει:
ἓνα καύκαλο
- το δικό του κρανίο -
γεμάτο μέλισσες.
Δέκα χρόνια ἒστελλε τίς μέλισσες του ὀ Ὀνήσιλλος
νά μᾶς κεντρίσουν
νά μᾶς ξυπνήσουν
νά μᾶς φέρουν ἓνα μήνυμα.
Δέκα χιλιάδες μέλισσες ἒστειλε ὁ Ὀνήσιλλος
κι' ὁλες ψοφήσανε ἀπάνω στό παχύ μας δέρμα
χωρίς τίποτα νά νοιώσουμε.
Κι ὃταν τό ποδοβολητό τῶν βαρβάρων
ἒφτασε στή Σαλαμίνα
φρύαξε ὁ Ὀνήσιλλος.
Ἂλλο δέν ἂντεξε.
Ἃρπαξε τό καύκαλό του
καί τό θρυμμάτισε ἀπάνω στό κεφάλι μου.
Κ' ἒγυρα νεκρός.
Ἂδοξος, ἂθλιος,
καταραμένος ἀπ' τόν Ὀνήσιλλο.
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ
(Κατάθεση, 1975)