Λέγεται και αρκομερσίνιν (το). Μύρτος ο κοινός, κοινώς μυρτιά. Επιστημονική ονομασία: Myrtus communis. Οικογένεια: Μυρτωδών (Myrtaceae). Αγγλική ονομασία: Myrtle. Φυτό του οποίου το γένος περιλαμβάνει περί τα 100 είδη, θάμνους και δέντρα, αειθαλή, εκ των οποίων τα περισσότερα ιθαγενή των τροπικών και παρατροπικών χωρών. Η κοινή μυρτιά (Myrtus communis) είναι το μοναδικό είδος της οικογένειάς του που απαντάται στις παραμεσόγειες χώρες και στην Κύπρο.
Πρόκειται για θάμνο ή δενδρώδη θάμνο γνωστότατο από τα αρχαία χρόνια με τις ονομασίες μύρτος, μυρσίνη, μυρτίνη, μυρρίνη και μύρρινος. Μεταξύ άλλων αρχαίων συγγραφέων, ο Αθήναιος και ο Διοσκουρίδης αναφέρουν την λευκόκαρπον μυρτιά, της οποίας ο καρπός (που στην Κύπρο λέγεται μερσινόκοκκον) είναι ανοικτού χρώματος, σχεδόν λευκού, μεγαλύτερος από της συνηθισμένης μυρτιάς και ευχυμότερος αλλά και πρωιμότερος (ωριμάζει περί τα τέλη Οκτωβρίου). Ο καρπός τρώγεται. Η συνηθισμένη όμως μυρτιά δίνει μελανούς καρπούς.
Από τα αρχαία χρόνια η μυρτιά ήταν γνωστή ως φυτό φαρμακευτικό. Τα φύλλα της δίνουν αιθέριον έλαιον (μυρτέλαιον).
Οι ονομασίες μερσινιά (η) και μερσίνιν (το) με τις οποίες είναι γνωστός ο θάμνος στην Κύπρο, προέρχονται από τις αρχαίες ελληνικές ονομασίες του. Στην Κύπρο η μερσινιά αυτοφύεται σε δάση, ημιορεινά και ορεινά κυρίως, στις περιοχές τόσο του Τροόδους όσο και του Πενταδάκτυλου. Απαντάται μαζί με άλλα είδη άγριας βλάστησης σε κοιλάδες, σε κοίτες ποταμών και κοντά σε πηγές.
Η μερσινιά είναι αειθαλής και μακρόβιος θάμνος ύψους από ένα μέχρι τρία μέτρα περίπου. Έχει φύλλα μικρά, ωοειδή έως λογχοειδή. Ανθίζει τον Μάιο και τον Ιούνιο. Δίνει ωραία μικρά άνθη μονήρη, με κάλυκα σωληνοειδή και στεφάνη με πέντε πέταλα χρώματος λευκού. Ο καρπός της είναι ρώγα ωοειδής. Εκτός από το μυρτέλαιον, που χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και στη φαρμακευτική, παλαιότερα χρησιμοποιούνταν και τα μπουμπούκια της ως μυρεψικά καθώς και οι καρποί της. Το ξύλο της, που είναι εύοσμο και σκληρό, χρησιμοποιείται στη λεπτοξυλουργική ενώ τα ευλύγιστα κλαδιά της στην καλαθοπλεκτική.
Τα κλαδιά της μερσινιάς χρησιμοποιούνται επίσης στην Κύπρο (όπως και στην Ελλάδα) για διακόσμηση και για στρώση των εισόδων εκκλησιών, σχολείων, ακόμη και κοινοτήτων, κατά τη διάρκεια εθνικών τελετών ή εορτασμών, ή κατά τις επίσημες υποδοχές ιδιαίτερα σημαντικών προσωπικοτήτων. Το έθιμο αυτό απαντάται και σε άλλες ανατολικές χώρες κι είναι αρχαιότατο. Ο Ηρόδοτος αναφέρεται σ' αυτό ως έθιμο περσικό, γράφοντας ότι οι Πέρσες έστρωναν τις οδούς με μυρτιές κατά τις τελετές, ενώ οι ιερείς τους φορούσαν στεφάνια από κλαδιά μυρτιάς. Παρόμοιο έθιμο μαρτυρεί ο Καλλίστρατος ότι υφίστατο στην αρχαία Ελλάδα. Ο Αθήναιος γράφει ότι στεφάνια μυρτιάς έφεραν οι Έλληνες κατά τη διάρκεια θυσιών και άλλων τελετών. Αποτελούσε δε και έμβλημα των Αθηναίων αρχόντων. Στην αρχαία Αθήνα, μάλιστα, υπήρχαν ειδικά καταστήματα που πωλούσαν στεφάνια από μυρτιά, κι ελέγοντο μυρρίναι.
Τόσο ο Αθήναιος όσο και ο Διοσκουρίδης, γράφουν επίσης ότι από τους καρπούς της μυρτιάς κατασκευαζόταν και κρασί, ο μυρτινίτης οἶνος.
Ανάλογες χρήσεις κλάδων μυρτιάς θα πρέπει να υφίσταντο και στην αρχαία Κύπρο. Ιδιαίτερα επειδή η μυρτιά ήταν αφιερωμένη στην Κύπριδα Αφροδίτη (γι’ αυτό κι ονομαζόταν ἱερά), κι εθεωρείτο σύμβολο αγνότητας. Γι’ αυτό ίσως, διατηρήθηκε και η συνήθεια να χρησιμοποιούνται τα κλαδιά της μυρτιάς και ως γαμήλια στεφάνια.
Βλέπε λήμμα: Αφροδίτη θεά- Ιεροτελεστίες
Τη σημασία του θάμνου αυτού φανερώνει και το γεγονός ότι είναι
πολυτραγουδημένος. Αναφέρουμε, χαρακτηριστικά, το ακόλουθο τετράστιχο:
Όπκοιος δκιαβεί την μερσινιάν
τζ΄αι δεν κόψει μερσίνιν,
μήτε την νιότην θα χαρεί
μήτε την παιδκιοσύνην.
Σε παλαιότερες εποχές στην Κύπρο κατασκευαζόταν και πούδρα από κοπανισμένα φύλλα μερσινιάς, που λεγόταν επίσης μερσινιά. Η πούδρα αυτή εχρησιμοποιείτο κυρίως για τα βρέφη, όταν το δέρμα τους ερεθιζόταν. Η πράξη της τοποθέτησης της πούδρας αυτής έδωσε και το ρήμα μερσινιάζω.
Βλέπε λήμμα: Μυρτάτης
Από τη μυρτιά, πιθανώς, προερχόταν και το επίθετο Μυρτάτης του θεού Απόλλωνος (ως θεού θεραπευτή διά των βοτάνων), ενώ πολλά τοπωνύμια σε διάφορα μέρη της Κύπρου πήραν τις ονομασίες τους από τον πασίγνωστο αυτό θάμνο. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά τις ονομασίες Μύρτου, Μερσινάκι, Μερσιννίκκιν, Μερσινερή, Μερσινιά κλπ.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια