Ρυάκι μήκους 35 περίπου χιλιομέτρων, στην επαρχία Λευκωσίας. Η Μερίκα η Κούτης μαζί με τον ποταμό του Ακακίου και τον ποταμό της Περιστερώνας αποτελούν τους τρεις κύριους παραπόταμους του ποταμού Σερράχη, που χύνεται στον κόλπο της Μόρφου.
Η Μερίκα έχει δυο βασικούς παραπόταμους, τον Αλουπό και τον Κούτη, που συμβάλλουν κάπου στα ανατολικά του χωριού Αρεδιού. Ο πρώτος πηγάζει από υψόμετρο 700 περίπου μέτρων στα δυτικά του μεταλλείου των Καμπιών, και ο δεύτερος από την κορφή Μούττη του Κλημάτου (υψόμετρο 1.108 μέτρων) στα νοτιοανατολικά του χωριού Φικάρδου.
Από τις πηγές της μέχρι την ένωσή της με τους ποταμούς του Ακακίου και της Περιστερώνας, κάπου στα βορειοδυτικά του χωριού Αυλώνα, η Μερίκα ρέει πάνω στους διαβάσες, τις λάβες, τις αποθέσεις του σχηματισμού Λευκωσίας (ασβεστολιθικοί ψαμμίτες, κροκάλες και ψαμμιτικές μάργες), τα αμμοχάλικα της Πλειστόκαινης γεωλογικής περιόδου (Σύναγμα), τις αποθέσεις του σχηματισμού Αθαλάσσας (ασβεστολιθικοί ψαμμίτες και άμμοι), και τις πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις της Ολόκαινης γεωλογικής περιόδου. Τα είδη των εδαφών που αναπτύχθηκαν πάνω στα πετρώματα της διαδρομής είναι τα πυριτιούχα, τα φαιοχώματα, οι ερυθρογαίες και τα προσχωσιγενή.
Η μέση ετήσια βροχόπτωση κατά μήκος της κοίτης του ρυακιού κυμαίνεται μεταξύ 350 και 550 χιλιοστομέτρων και η χρήση γης ποικίλλει από εσπεριδοειδή, αμπέλια, λαχανικά και σιτηρά, μέχρι άγρια χαμηλή βλάστηση.
Το πέτρινο γεφύρι
Ένα πέτρινο γεφύρι 9 τόξων γεφυρώνει τον ποταμό το οποίο χρησιμοποιείτο μέχρι τις αρχές του 1960 όταν αντικαταστάθηκε με άλλο το οποίο κατασκευάστηκε σε μικρή απόσταση και βόρεια, με σκυρόδεμα και χυτοσίδηρο.
Το πέτρινο γεφύρι του Κούτη, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα Ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής στην γεφυροποιία. Έχει κτιστεί με πελεκημένες ασβεστολιθικές πορώδεις πέτρες, κατά τα χρόνια της κατοχής των Άγγλων και συνέδεε τη Λευκωσία με τα χωριά του Τροόδους. Τα τόξα έχουν μήκος 2 μέτρα και 15 εκατοστά και το πάχος των τόξων είναι 40 εκατοστά. Το ασυνήθιστο με αυτό το γεφύρι είναι ότι η κορωνίδα τοποθετείται πάνω στο εξωρράχιο και τα τύμπανα περιορίζονται μέχρι το ύψος του κλειδιού, κάτι το οποίο αφαιρεί τεράστιο βάρος από τα τόξα και τις γενέσεις που αποτελούν τα «αδύνατα» σημεία ενός πέτρινου γεφυριού.