Μελέτιος Α' επίσκοπος Κιτίου

Image

Επίσκοπος Κιτίου από τον Οκτώβριο του 1776 μέχρι το 1797 που πέθανε. Στον θρόνο Κιτίου είχε διαδεχθεί τον επίσκοπο Μακάριο ενώ αυτού διάδοχος ήταν ο επίσκοπος Χρύσανθος ο από Ταμασέων.

 

Ο επίσκοπος Μελέτιος είναι γνωστός κυρίως για την άμεση συμμετοχή του στον αγώνα που διεξήγαγε η Εκκλησία της Κύπρου, επί των ημερών του, κατά του τυράννου Χατζημπακκή ή Στραομπακκή αγά, κυβερνήτη της Κύπρου. Ο Χατζημπακκής, όταν έγινε κυβερνήτης της Κύπρου (από το 1775), άρχισε αμέσως να καταδυναστεύει τον λαό του νησιού, όχι μόνο με την επιβολή άγριας φορολογίας αλλά και με άλλου είδους εκμεταλλεύσεις, ληστείες και εγκλήματα κάθε μορφής. Ιδιαίτερα αφόρητη κατέστη η τυραννική διοίκησή του από το 1782. Οι εκκλησιαστικοί ηγέτες του νησιού αρνήθηκαν να συνεργάζονται μαζί του. Ύστερα μάλιστα από συνεχείς εκκλήσεις τόσο των Χριστιανών όσο και των Μουσουλμάνων της Κύπρου, ο τότε αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρύσανθος και οι επίσκοποι Πάφου Πανάρετος, Κιτίου Μελέτιος και Κερύνειας Σωφρόνιος αποφάσισαν να αναλάβουν το δύσκολο εγχείρημα να ταξιδέψουν στην Κωνσταντινούπολη και να καταγγείλουν τον τύραννο Χατζημπακκή. Μαζί τους αποφασίσθηκε να ταξιδέψει και ο ηγούμενος Κύκκου Μελέτιος.

 

Η αναχώρηση των 5 Κυπρίων ιεραρχών από την Κύπρο έγινε μυστικά, με καράβι, στις 22 Αυγούστου του 1783. Ο τύραννος Χατζημπακκής όμως πληροφορήθηκε σύντομα την αναχώρησή τους. Χρησιμοποιώντας τότε τις υψηλές γνωριμίες που διέθετε στην Κωνσταντινούπολη (μεγάλος βεζύρης), κατόρθωσε να επιτύχει την έκδοση σουλτανικού διατάγματος με το οποίο οι αρχιερείς κηρύσσονταν έκπτωτοι των αξιωμάτων τους, διετάσσετο δε η σύλληψη και εξορία τους στο Άγιον Όρος. Ζήτησε ακόμη από τον φίλο του Χασάν, καπουτάν πασά του τουρκικού στόλου, να βρει τους φυγάδες ιεράρχες και να τους σκοτώσει.

 

Οι αρχιερείς πληροφορήθηκαν την εξέλιξη αυτή ενώ βρίσκονταν στη Χίο, καθ’ οδόν προς την Κωνσταντινούπολη. Κατέφυγαν τότε στη Σμύρνη όπου και κρύφτηκαν, ο μεν αρχιεπίσκοπος στο σπίτι του προξένου της Ολλανδίας, οι δε άλλοι σε άλλα χριστιανικά σπίτια.

 

Στο μεταξύ ο Χατζημπακκής πέτυχε και την έκδοση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο (30 Οκτωβρίου του 1783) εντολής προς τον κλήρο και τον λαό της Κύπρου για εκλογή νέων αρχιερέων (βλέπε και λήμμα Γαβριήλ Δ΄ πατριάρχης). Επέλεξε δε και τους νέους ιεράρχες ο ίδιος. Ήταν ο ηγούμενος Μαχαιρά Ιωαννίκιος (ως νέος αρχιεπίσκοπος), ο ηγούμενος Παλλουριωτίσσης Ιωακείμ (ως νέος Πάφου), ο πρωθιερέας του Αγίου Λαζάρου Λάρνακας Χρύσανθος (ως νέος Κιτίου) και ο έξαρχος Κερύνειας Ιωαννίκιος (ως νέος Κερύνειας). Προέκυψε όμως ζήτημα χειροτονίας των νέων ιεραρχών, το οποίο ο Χατζημπακκής προσπαθούσε να επιλύσει. Να φέρει, δηλαδή, στην Κύπρο ιεράρχες άλλων Εκκλησιών, για να προβούν στη χειροτονία. Ωστόσο οι «εκλεγέντες» είχαν ήδη καταλάβει τους θρόνους, κι άρχισαν να διασπαθίζουν τις εκκλησιαστικές περιουσίες, προκειμένου να ικανοποιήσουν τον Χατζημπακκή που απαιτούσε απ’ αυτούς 100.000 γρόσια για «να τους κάμει επισκόπους».

 

Οι Κύπριοι απευθύνθηκαν και πάλι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για βοήθεια.

 

Από τη Σμύρνη, οι κρυβόμενοι ιεράρχες συνέχισαν τις προσπάθειές τους και κατόρθωσαν να στείλουν στην Κωνσταντινούπολη τον Κρητικό δάσκαλο (που είχε διδάξει και στην Κύπρο) Γεράσιμο για να συνηγορήσει υπέρ τους. Ο Γεράσιμος (αργότερα μητροπολίτης Θεσσαλονίκης), προετοίμασε πράγματι το έδαφος, οπότε ο Κιτίου Μελέτιος αφού έφυγε κρυφά από τη Σμύρνη, κατόρθωσε να φθάσει στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί επιτέλεσε, πράγματι, σημαντικό έργο: κατόρθωσε αρχικά να σταματήσει ο διωγμός των Κυπρίων ιεραρχών και ν’ ανακληθεί το διάταγμα εξορίας τους, στη συνέχεια δε πέτυχε ν’ ακουσθούν τα παράπονά τους και οι κατηγορίες τους κατά του τυράννου Χατζημπακκή. Πήγαν τότε στην Κωνσταντινούπολη και ο αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος και οι άλλοι ιεράρχες που κρύβονταν στη Σμύρνη. Επίσης, επαύθη ο Χατζημπακκής, που εκλήθη και αυτός στην Κωνσταντινούπολη για ν’ απολογηθεί.

 

Τον Ιούλιο του 1784 το Οικουμενικό Πατριαρχείο μπόρεσε (αφού αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις των Κυπρίων ιεραρχών με την Υψηλή Πύλη) να επιληφθεί του θέματος της «εκλογής» άλλων ιεραρχών στην Κύπρο. Στους «εκλεγέντες» επέβαλε την ποινή της καθαιρέσεως επειδή, μεταξύ άλλων, είχαν αποδεχθεί επισκοπικά αξιώματα ενώ οι θρόνοι δεν είχαν χηρεύσει (παρά το ότι την «εκλογή» τους είχε εισηγηθεί το ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο πιο πριν, υποκύπτοντας στον εκβιασμό των φίλων του Χατζημπακκή). Αργότερα όμως αυτοί αποκαταστάθηκαν στα προ της «εκλογής» τους εκκλησιαστικά αξιώματά τους.

 

Στην Κωνσταντινούπολη ο Χατζημπακκής βρέθηκε ένοχος και καταδικάστηκε να επιστρέψει διάφορα ποσά απ’ όσα υπεξαίρεσε, όμως οι Κύπριοι δεν έμειναν ευχαριστημένοι και ζήτησαν την καταδίκη του σε θάνατο «διά νά ἐλευθερωθοῦν διά πάντα ἀπό αὐτόν τόν ἀθλιώτατον τύραννον». Έστειλαν δε στην Κωνσταντινούπολη τον δραγομάνο της Κύπρου για να προωθήσει προς τις αρχές το αίτημά τους για θανάτωση του Χατζημπακκή. Στην Κωνσταντινούπολη παρέμειναν ο Κιτίου Μελέτιος και ο Κυρηνείας Σωφρόνιος, αναμένοντας τη δίκη, ο δε αρχιεπίσκοπος και ο Πάφου επέστρεψαν στην Κύπρο. Τελικά, όμως, ο Χατζημπακκής κατόρθωσε να σωθεί, δωροδοκώντας ισχυρούς Τούρκους, παρ’ ολίγον μάλιστα να επιτύχει και επαναδιορισμό του ως κυβερνήτη της Κύπρου, πράγμα που ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών. Ο μεγάλος βεζύρης Σαλίχ Αλή πασάς έδωσε την τελική λύση, διορίζοντας τον Χατζημπακκή γιουμρουκτζήν (=τελωνειακό υπάλληλο) στη Γιάφφα, όπου και πέθανε από πανούκλα.

 

Έληξε έτσι ο αγώνας κατά του Χατζημπακκή, το 1786, οπότε οι επίσκοποι Κιτίου και Κερύνειας επέστρεψαν στην Κύπρο.

 

Ο Κιτίου Μελέτιος, επιστρέφοντας στην Κύπρο, πήρε εντολή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο να περάσει από το Καστελλόριζο για να επιλύσει εκκλησιαστικό ζήτημα και να κατευνάσει τα πνεύματα που ήσαν τεταμένα εξαιτίας ρήξεως μεταξύ του μητροπολίτη Μύρρων και Λυκίας Ιωάννη με τους επιτρόπους του μοναστηριού του Αγίου Νικολάου (στη Μικρά Ασία, απέναντι από το Καστελλόριζο). Πράγματι, ο Μελέτιος κατόρθωσε να συμφιλιώσει τους αντιπάλους, όμως προσωρινά. Έφερε μαζί του στην Κύπρο τον Ιωάννη, για να κηρύξει τον θείο λόγο, τον επόμενο όμως χρόνο ο Ιωάννης επέστρεψε στο Καστελλόριζο οπότε ξανάρχισαν οι έριδες εκεί.

 

Ο επίσκοπος Κιτίου Μελέτιος είχε αναλάβει και άλλη αποστολή στην Κωνσταντινούπολη, συγκεκριμένα δε το 1760, επί αρχιεπισκόπου Παϊσίου, και λίγο πριν από την ανάληψη αγώνα κατά του Χατζημπακκή. Μετά την επιδημία πανώλους, που αποδεκάτισε τον κυπριακό πληθυσμό κατά το 1759, και την επιδρομή ακριδών που κατέστρεψε την παραγωγή, ο Κιτίου Μελέτιος εστάλη στην Κωνσταντινούπολη, μαζί με τον Εφραίμ τον Αθηναίο. Σκοπός της αποστολής ήταν να γνωστοποιήσει στην Πύλη τα δεινά και την οικτρή κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει η Κύπρος ολόκληρη και να ζητήσει, αν όχι ελάττωση της φορολογίας, τουλάχιστον την μη καταβολή των ειδικών φόρων όπως το ρουσφέτι.

 

Η αποστολή αυτή όχι μόνο δεν κατόρθωσε να επιτύχει από τις οθωμανικές αρχές κάποια βοήθεια και κατανόηση για τους δυστυχούντες Κυπρίους, αλλά θεωρήθηκε και εχθρική, με αποτέλεσμα να διαταχθεί η εξορία του αρχιεπισκόπου Παϊσίου που ήταν και ο υπόλογος, έναντι των Τούρκων, αρχηγός των Ελλήνων Κυπρίων. Αργότερα ο Παΐσιος κατόρθωσε να επανέλθει στην Κύπρο και ν’ αναλάβει ξανά τα αρχιεπισκοπικά καθήκοντά του.

Φώτο Γκάλερι

Image