Κυπριακής καταγωγής (από την πλευρά του πατέρα του) σημαντικός σύγχρονος αυτοδίδακτος ζωγράφος. Γονείς του, ο Γάστων Μαυροΐδης από τη Λάρνακα, μεγαλέμπορας και επιχειρηματίας και η Ζωή Θεοχάρη, κόρη Λευκαδίτη έμπορα από τον Πειραιά. Γεννήθηκε το 1913 στον Πειραιά και πέθανε στις 18 Ιουλίου το 2003. Ο ίδιος θεωρούσε ότι κατάγεται από τη Λάρνακα. Τα παιδικά του χρόνια τα έζησε στην Κύπρο. Έκανε όμως τις γυμνασιακές του σπουδές στην Αθήνα.
Το 1930 η επιχείρηση του πατέρα του καταστράφηκε λόγω της οικονομικής κρίσης. Τον ίδιο χρόνο άρχισε να φοιτά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών για σπουδές στη νομική και στις πολιτικές επιστήμες. Το 1937 επέστρεψε στην Κύπρο για να παραστεί στην κηδεία του παππού του, Γεώργιου Π.Λ. Μαυροΐδη, μεγάλου έμπορα, προξένου του Βελγίου και αναπληρωτή προξένου του Ελληνικού κράτους στη Λάρνακα.
Πέρασε τα δύσκολα χρόνια της κατοχής στην Αθήνα. Το ενδιαφέρον του για τη ζωγραφική εκδηλώθηκε από πολύ μικρή ηλικία. Συστηματικά άρχισε να ζωγραφίζει μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, πειραματιζόμενος ταυτόχρονα με διάφορες τεχνικές (λαδιού, τέμπερας, υδατογραφίας, εγκαυστικής κλπ.). Το 1946 παντρεύτηκε στην Αλεξάνδρεια την Αλεξάνδρα Θωμαΐδη, με την οποία απέκτησε μια κόρη, τη Γιάννα. Την ίδια εποχή μπήκε στο διπλωματικό σώμα και υπηρέτησε στην Αυλώνα για ένα χρόνο ως υποπρόξενος. Στο μεταξύ, παρουσάσε έργα του για πρώτη φορά στην Α’ Πανελλήνια ‘Εκθεση του Ζαππείου το 1948. Από το 1950 έως το 1952 υπηρέτησε ως διπλωμάτης στην Ελληνική Πρεσβεία στο Παρίσι, όπου είχε την ευκαιρία να γνωρίσει μεγάλα ονόματα της τέχνης, όπως τον Πικάσο και άλλους, που θα τον επηρέασαν στην καλλιτεχνική του εξέλιξη.
ΕΟΚΑ
Η έναρξη του κυπριακού αγώνα το 1955 τον συγκίνησε ιδιαίτερα. Ήταν ένας από τους λίγους Έλληνες διπλωμάτες, που μαζί με το Γιώργο Σεφέρη, διαφώνησαν για τις συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου. Οι διαφωνίες του με το Υπουργείο Εξωτερικών, τον ανάγκασαν να φύγει από το διπλωματικό σώμα το 1959.Την ίδια χρονιά εκλέγηκε καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών. Το 1960 παρουσίασε έργα του στην έκθεση "Δέκα Έλληνες Ζωγράφοι" που έγινε στη Δημοτική Πινακοθήκη Αμμοχώστου.
Ο συγκλονισμός του από την Εισβολή του 1974, στάθηκε η πικρή αφορμή να φιλοτεχνήσει μια σειρά από πίνακες, με θέμα την Κερύνεια.
Καλών Τεχνών
Το 1959 εξελέγη καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Στη Σχολή εργάστηκε μέχρι την αφυπηρέτησή του, το 1982. Μάλιστα, μεταξύ 1977 και 1979 ήταν πρύτανης της Σχολής.
Το 1975 από τη θέση του διευθυντή της Σχολής Καλών Τεχνών, κατάφερε την αυτονόμηση της από το Πολυτεχνείο. Το 1977 εκλέχθηκε πρώτος πρύτανης της Σχολής.
Ο Γιώργος Μαυροΐδης οργάνωσε πολλές ατομικές εκθέσεις έργων του στην Αθήνα, στη Νέα Υόρκη, στην Κύπρο και σε άλλες χώρες. Συμμετείχε σε εκθέσεις της ομάδας «Αρμός», της οποίας ήταν ιδρυτικό μέλος, και σε πάρα πολλές άλλες ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες. Την Ελλάδα εκπροσώπησε στις μπιεννάλε Σάο Πάολο Βραζιλίας, Αλεξανδρείας και Βενετίας.
Παράλληλα προς τη ζωγραφική, ο Γιώργος Μαυροΐδης ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία. Δημοσίευσε κατά καιρούς διάφορα πεζά κείμενά του, ενώ το 1947 εξέδωσε μια συλλογή διηγημάτων με τίτλο Καθρέπτες.
Ο Γιώργος Μαυροΐδης είναι, βασικά, εξπρεσιονιστής ζωγράφος. Στα έργα του, πέραν της αφομοιώσεως αμιγών εξπρεσιονιστικών τύπων (παραμόρφωση του αντικειμένου, αντινατουραλιστική χρωματολογία, βίαιη, χειρονομιακή γραφή, ένταση των μορφών, άσκηση μιας «αλλότριας» οπτικής κ. α.) αναγνωρίζουμε τη συμπόρευση ενός ειλικρινούς συναισθήματος με την ανάγκη για οργάνωση, για ισορροπία, για επίτευξη ενός μόνιμου αποτελέσματος... Πιο συγκεκριμένα παρατηρούμε ότι οι πίνακες οργανώνονται κατά βάση σε δυο επίπεδα: στο πρώτο κυριαρχεί η φιγούρα ή οι φιγούρες, δηλαδή η ανθρωπολογική μονάδα, το κέντρο του κόσμου κατά τη δυτική φιλοσοφία, η αρχή της ιστορίας... στο δεύτερο επίπεδο αποδίδεται ο χώρος με τις ποιότητές του... (Υπουργείο Πολιτισμού Ελλάδος, Εθνική Πινακοθήκη, Μουσείο Αλ. Σούτζου, Γιώργος Μαυροΐδης, Αθήνα, 1986, σσ. 17-18).
Το τοπίο, ιδιαίτερα το νησιώτικο ελληνικό τοπίο, συχνά αποτελεί πηγή έμπνευσης και βαραίνει αποφασιστικά στο έργο του Γιώργου Μαυροΐδη, ενός από τους σημαντικότερους σύγχρονους Έλληνες καλλιτέχνες.
Η Λάρνακα
Ο Γιώργος Μαυροΐδης επέστρεψε στη Κύπρο και στη Λάρνακά του το 1986, ύστερα από προσωπική πρόσκληση του Υπουργού Παιδείας αείμνηστου Ανδρέα Χριστοφίδη, με αφορμή τα εγκαίνια έκθεσης έργων του. Η ιστορική αυτή επίσκεψη τον ενέπνευσε να γράψει στίχους σε τρεις ποιητικές συλλογές του: Κρυφό [1989], Το γιοφύρι [1990] και Μέσα Ποταμός [1993], καθώς και σε ένα κείμενο με τίτλο, Χρονικό της Κύπρου από τον εικοστό αιώνα.
Ο Μαυροΐδης ποτέ δεν ξέχασε τη Λάρνακα. Το 1985 θυμόταν:
“Όλο την Κύπρο σκέφτομαι, με βασανίζει η μνήμη της. Είμαι από θάλασσα, τη Λάρνακα και λάρναξ, ξέρετε, σημαίνει τάφος. Τη λέγαμε Σκάλα εμείς, μεγάλη πόλη τότε, λαμπρή, με όλα τα κονσολάτα. Τώρα την ανασυνθέτω από διηγήσεις φίλων. Μάλιστα μια μαθήτριά μου βρήκε και φωτογράφισε το πατρικό μου σπίτι: το περιβόλι με τα πανύψηλα τείχη που έκρυβαν τα πάντα. Είδα πως μια μεριά έχει γκρεμιστεί για χάρη του δρόμου.
Τιμή
Το 1995 η Κυπριακή Δημοκρατία τον τίμησε με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και η Ακαδημία Αθηνών με το Αριστείο Καλών Τεχνών. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε λεύκωμα αφιερωμένο στη δουλειά του και η ποιητική συλλογή Ίσαμε που;. Το 2003 κυκλοφόρησε η τελευταία του ποιητική συλλογή, Το Μακρινό Ταξίδι.
Βιβλιογραφία