Λατίνος επίσκοπος Αμμοχώστου κατά τις πρώτες δεκαετίες του 14ου αιώνα, επί ημερών του βασιλιά της Κύπρου Ούγου Δ' (1324-1359). Είναι, πιθανώτατα, ο επίσκοπος Αμμοχώστου που αναφέρεται από τον Λεόντιο Μαχαιρά με το όνομα Μαρά*, ο οποίος είχε αμφισβητήσει στη Λευκωσία τη θαυματουργό δύναμη του σταυρού της Τόχνης, με αποτέλεσμα να υποστεί ο σταυρός δοκιμασία στο παλάτι, ενώπιον του βασιλιά και της βασίλισσας. Δεν είναι γνωστό για ποιο ακριβώς διάστημα κατείχε τον θρόνο. Μια πληροφορία αναφέρει ότι είχε πεθάνει το 1346.
Ο επίσκοπος Μάρκος χρησιμοποιήθηκε για διάφορες πολιτικές αποστολές από τον Ούγο Δ'. Μεταξύ άλλων, ήταν μέλος τριμελούς αποστολής στη Γαλλία το 1328, με σκοπό τη συμφωνία για σύναψη γάμου μεταξύ του Γουίδου (γιου του Ούγου Δ' και επίδοξου διαδόχου του) με την ευγενή Μαρία των Βουρβώνων. Δέκα χρόνια αργότερα, το 1338, έδρασε ως ένας των βασιλικών πληρεξουσίων των εξουσιοδοτημένων να συνάψουν συνθήκη μεταξύ Κύπρου και Γένουας. Το 1340 μετείχε σε σύνοδο στη Λευκωσία, η οποία είχε κληθεί από τον Λατίνο αρχιεπίσκοπο Ηλία.
Αναφέρεται ότι ο επίσκοπος Μάρκος, εκτός από την έδρα της Αμμοχώστου, κατείχε ταυτόχρονα και την έδρα της επισκοπής Τορτώσης (Συρία), που ήταν τότε ενωμένη με εκείνη της Αμμοχώστου.