Λέγεται και καττουδκιά (η). Έχιον, κοινώς βοϊδόγλωσσα. Επιστημονική ονομασία: Echium plantagineum. Οικογένεια: Βορραγινιδών (Boraginaceae). Αγγλική ονομασία: Viper's bugloss. Πρόκειται για αυτοφυόμενο στην Κύπρο ζιζάνιο που ανήκει σε οικογένεια φυτών η οποία περιλαμβάνει περί τα 20 είδη. Είναι φυτά ποώδη και φρυγανώδη. Το Ε. plantagineum είναι γνωστό από την Αρχαιότητα (είναι το έχιον που αναφέρει ο Διοσκουρίδης) ως φυτό ιδιαίτερα μελισσοτροφικό.
Περισσότερο διαδεδομένο στην Κύπρο είναι ωστόσο το είδος Έχιον το κοινόν (Echium vulgare). Απαντάται αυτοφυόμενο σε παράλιες περιοχές και σε αγρούς, σε άκρες δρόμων και χωραφιών και σε χέρσες πλαγιές. Φθάνει σε ύψος έως και 90 εκατοστόμετρα περίπου, έχει βλαστούς χνουδωτούς, φύλλα επίσης χνουδωτά, δίνει δε άνθη κόκκινου χρώματος, σε πυκνές ταξιανθίες. Ανθίζει μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαϊου. Είναι φυτό μονοετές ή και πολυετές.
Είδη της αυτής οικογένειας, με περίπου παρόμοια χαρακτηριστικά, απαντώνται να ανθίζουν και στην καρδιά του χειμώνα, κατά τους μήνες Δεκέμβριον και Ιανουάριον, ιδίως σε παραλιακές περιοχές.
Στην Κύπρο απαντώνται και άλλα 6 είδη της αυτής οικογένειας, που είναι όλα κοσμητικά και μελισσοτροφικά. Κοινότερο είναι το έχιον το ιταλικόν (Ε. italicum), γνωστό επίσης από την Αρχαιότητα (ο Διοσκουρίδης το ονομάζει λύκοψιν). Το φυτό αυτό είναι περισσότερο γνωστό στην Κύπρο με την ονομασία μελισσόχορτον.
Άλλα είδη που απαντώνται στην Κύπρο είναι το Ε. diffusum, το Ε. rawolfii, το Ε. cericeum, το Ε. elegans και το Ε. Halacsyi.
Βλέπε επίσης λήμμα μελισσόχορτον.