Σημαντικός Κύπριος αγωνιστής στην ελληνική επανάσταση του 1821 με πολυσχιδή δραστηριότητα. Δεν γνωρίζουμε από ποιο ακριβώς μέρος της Κύπρου καταγόταν. Πάντως, σε σχετικά με τη δράση του κατά τον αγώνα πιστοποιητικά, αναφέρεται σαφώς ως Κύπριος την καταγωγή. Σε αίτηση της κόρης του Ελισάβετ, ημερομηνίας 19 Μαϊου 1865, με την οποία ζητούσε να της καταβληθεί κάποιο επίδομα μετά τον θάνατο του πατέρα της, αυτή αναφέρεται ως θυγατέρα του Χαραλάμπους Μάλη ὀνομαζομένου καί ἐκ Κύπρου τήν πατρίδα ὂντος...
Με την αίτησή της εκείνη, η κόρη του Μάλη υπέβαλε συνημμένως προς την αρμόδια ελληνική αρχή και αρκετά πιστοποιητικά, που σώζονται σήμερα και φανερώνουν τη συμβολή του Κυπρίου αγωνιστή στην ελληνική επανάσταση. Πέραν τούτων, ο Χαράλαμπος Μάλης είναι γνωστός και από την ανάμειξή του σε προσπάθειες απελευθερώσεως και της ιδιαιτέρας του πατρίδας Κύπρου, είχε δε υποβάλει και σχετικές αναφορές και υπομνήματα στην ελληνική διοίκηση.
Βλέπε Βίντεο
Ο Χαράλαμπος Μάλης βρισκόταν εκτός Κύπρου ήδη πριν από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης και επαγγελλόταν τον δάσκαλο. Κατά το 1820 γνωρίζουμε ότι βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί τον είχε συναντήσει ο Γρηγόριος Δικαίος, ο γνωστός Παπαφλέσσας, και τον είχε μυήσει στη Φιλική Εταιρεία. Τότε ο Μάλης είχε κάμει και μια πρώτη εισφορά προς την Εταιρεία από 250 γρόσια.
Το Δεκέμβριο του 1820, παραμονές της επανάστασης, ο Χαράλαμπος Μάλης κατήλθε στην Πελοπόννησο μαζί με τον Παπαφλέσσα και βρισκόταν εκεί όταν κηρύχθηκε η επανάσταση. Αμέσως μετά την πρώτη εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, ανέλαβε σημαντικό αξίωμα στη σχηματισθείσα κυβέρνηση: διορίστηκε γενικός γραμματέας του μινιστερίου (=υπουργείου) της Θρησκείας (με μινίστρον τον Ιωσήφ, επίσκοπο Ανδρούσης), ενώ επιφορτίστηκε και με το βάρος της γενικής γραμματείας του μινιστερίου του Δικαίου (=υπουργείου Δικαιοσύνης). Ο μισθός του δεν ήταν δυνατό, υπό τις συνθήκες, να του καταβάλλεται και απεδέχθη να εργάζεται αμισθί۬ πήρε μόνο μια απόδειξη, ότι το εθνικόν ταμείον του χρωστούσε 3.400 γρόσια, που θέλει τῷ δοθῶσιν ἅμα εὐπορήσῃ τό Ταμεῖον ἀπό χρήματα (η απόδειξη εξεδόθη στην Τριπολιτσά της Πελοποννήσου στις 18 Ιουνίου 1823).
Τον Ιούνιο του 1823 (που πήρε την απόδειξη για τα χρήματα) εγκατέλειψε τα καθήκοντά του στα δυο υπουργεία επειδή διορίστηκε γραμματέας του Ανδρέα Ζαΐμη που είχε αναλάβει να συγκροτήσει το μεγάλο στρατόπεδο στην Παλαιά Πάτρα. Στη νέα αυτή θέση (όπου επολιορκείτο η Πάτρα) εργάστηκε μέχρι τον Αύγουστο του 1824 και, σύμφωνα προς πιστοποιητικό που εξέδωσε ο Ζαΐμης, ἠγωνίσθη καί ἀγωνίζεται γενναίως καί ἀφιλοκερδῶς ὡς άνήρ τίμιος καί πατριώτης φιλογενέστατος.
Σε άλλο πιστοποιητικό, που εξεδόθη στις 3 Ιανουαρίου 1825, αναφέρεται και η πληροφορία ότι ο Μάλης τό μέν πρῶτον ἕτος τοῦ πολέμου ἦτον ὑπό τήν ὁδηγίαν τῆς ἐξοχότητός του τοῦ ὑπουργοῦ τῶν ἐσωτερικῶν κυρίου Γ. Δικαίου [=Παπαφλέσσα] καί περιφερόμενος μετ' αὐτοῦ εἰς τάς πολιορκίας καί τούς πολέμους.
Από το 1824 και εξής, ο Χαράλαμπος Μάλης παρέμεινε στην έδρα της διοικήσεως, στο Ναύπλιον, όπου είχε σχηματιστεί ένας πυρήνας από Κυπρίους που διέμεναν εκεί, στον οποίο μετείχε ενεργά και ο ίδιος. Η ομάδα αυτή των Κυπρίων εργάστηκε τότε σκληρά για να επιτύχει απελευθέρωση της Κύπρου από τον τουρκικό ζυγό. Εκτός από τον Μάλη, στον ίδιο κύκλο των Κυπρίων που εκινούντο τότε προς την κατεύθυνση αυτή, αναφέρουμε τους αδελφούς Θεόφιλο και Κυπριανό Θησέα, τον Κυπρίδημο Γεωργιάδη, τον Γ.Δ. Οικονομίδη, τον Κυπριανό Βικέντιο κ.ά. Αυτοί, με κοινό έγγραφό τους προς το Βουλευτικόν σώμα, ημερομηνίας 6 Απριλίου του 1825, υποστηρίζουν αναφορές που είχε υποβάλει ο Μάλης, περιλαμβανομένου και σχεδίου του, για την υπόθεση απελευθερώσεως της Κύπρου. Στο πλαίσιο των προσπαθειών αυτών, είχε επιστρατευθεί στο Λονδίνο ο Μαυροβούνιος στρατηγός ντε Βιντζ (που είχε πιο πριν υπηρετήσει τον Ναπολέοντα), προκειμένου να ηγηθεί επανάστασης στην Κύπρο, πράγμα που τελικά δεν πραγματοποιήθηκε.
Με αναφορά του προς τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, ημερομηνίας 13 Φεβρουαρίου του 1825, ο Χαράλαμπος Μάλης αναπτύσσει προς αυτόν σχέδιό του για απελευθέρωση της Κύπρου και σε πρώτο στάδιο εισηγείται όπως εξευρεθεί κυπριακό δάνειο από 20 εκατομμύρια γρόσια που να χρησιμοποιηθεί για οργάνωση εκστρατείας στην Κύπρο. Εισηγείται επίσης να σταλεί ομάδα από 2-3 άτομα στον Λίβανο για να μελετήσει επί τόπου πληροφορίες περί αντιτουρκικού και επαναστατικού πνεύματος εκεί. Υποκίνηση εξεγέρσεως κατά των Τούρκων στον Λίβανο και γενικότερα στη Συρία, μπορούσε ν' αποτελέσει σημαντική ενέργεια αντιπερισπασμού των επαναστατημένων Ελλήνων και τυχόν επανάστασης και στην Κύπρο.
Για το ζήτημα της εξέγερσης στον Λίβανο, αλλά και σε άλλα μέρη (όπως η Σερβία), ο Χαράλαμπος Μάλης επιμένει και αναπτύσσει τις απόψεις του με δεύτερο υπόμνημά του προς τον Μαυροκορδάτο, ημερομηνίας 27 Φεβρουαρίου του 1825 (τα δυο αυτά έγγραφα του Μάλη σώζονται επίσης· βλέπε παράθεσή τους στο βιβλίο του Εμ. Γ. Πρωτοψάλτη, Ἡ Κύπρος εἰς τόν ἀγῶνα τοῦ 1821, Αθήνα, 1971, όπου και αρκετές άλλες αναφορές στον Μάλη επίσης, για πιστοποιητικά δράσεως του Μάλη, βλέπε Λ. Φιλίππου, Κύπριοι Ἀγωνισταί, Λευκωσία, 1953, σσ. 58-70).
Η υπόθεση της εκστρατείας στον Λίβανο είχε αρχίσει να συζητείται από τον Οκτώβριο του 1824, όταν ο Χατζηστάθης Ρέζης μετέφερε στο Βουλευτικόν σώμα πρόταση του εμίρη του Λιβάνου Μπεσσίρ για σύναψη συμμαχίας με τους Έλληνες κατά των Τούρκων. Εκ μέρους των Ελλήνων είχαν οριστεί τότε αντιπρόσωποι για διαπραγματεύσεις με τον εμίρη. Οι αντιπρόσωποι ήσαν ο Χατζηστάθης Ρέζης, ο επίσκοπος Ευδοκιάδος Γρηγόριος και ο Χαράλαμπος Μάλης. Η τριμελής αυτή ομάδα απεστάλη στον Λίβανο το 1825 και είχε μακρές διαπραγματεύσεις. Είναι επίσης σημαντικό ότι το πρόγραμμα της ομάδας περιελάμβανε επίσκεψη στην Κύπρο, για μυστικές διαπραγματεύσεις με τον τότε αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό και τους λοιπούς ηγέτες των Ελλήνων Κυπρίων. Και τούτο, επειδή σε συνάρτηση προς την επανάσταση στον Λίβανο, εσυζητείτο και απελευθερωτικός κατά των Τούρκων αγώνας στην Κύπρο.
Τελικά το όλο σχέδιο εκρίθη ως παρακινδυνευμένο και δεν υιοθετήθηκε από την ελληνική κυβέρνηση, καθ' ην στιγμήν συναντούσε πολλές δυσκολίες και έβαινε προς αποτυχία και η άλλη προσπάθεια οργάνωσης εκστρατείας στην Κύπρο υπό τον στρατηγό ντε Βιντζ. Ωστόσο μερικοί οπλαρχηγοί, που είχαν μάθει το σχέδιο περί τον Λίβανο και την Κύπρο, αποφάσισαν να το προωθήσουν από μόνοι τους, αναλαμβάνοντας οι ίδιοι να οργανώσουν και διεξαγάγουν την εκστρατεία. Οι οπλαρχηγοί αυτοί ήσαν ο Βάσσος Μαυροβουνιώτης, ο Χατζημιχάλης Νταλιάνης και ο Νικόλαος Kριεζώτης. Την πρωτοβουλία τους πληροφορήθηκε ο Χαράλαμπος Μάλης που διεφώνησε ριζικά και τους κατήγγειλε στο Βουλευτικόν με έγγραφό του ημερομηνίας 29 Ιανουαρίου 1826. Ο Μάλης διαφωνούσε προς μια τέτοια επιχείρηση ατομικής
πρωτοβουλίας μερικών οπλαρχηγών, επιμένοντας ότι τυχόν εκστρατεία στον Λίβανο και στην Κύπρο θα έπρεπε να αναληφθεί επίσημα από την ελληνική κυβέρνηση.
Παρά τις αντιδράσεις του Μάλη, η ιδιωτική αυτή επιχείρηση διεξήχθη από τους οπλαρχηγούς την άνοιξη του 1826, με τη συμμετοχή 2.000 ανδρών και 14 καραβιών. Όπως το φοβόταν ο Μάλης, η όλη εκστρατεία απέτυχε παταγωδώς και τελικά εξελίχθηκε σε ληστρική επιχείρηση που περιέλαβε και τον Λίβανο και την Κύπρο.
Μετά το τέλος της επανάστασης, ο Χαράλαμπος Μάλης παρέμεινε στην απελευθερωμένη Ελλάδα όπου είχε δημιουργήσει οικογένεια εργαζόμενος, πιθανώς, ως δάσκαλος και πάλιν. Πιστοποιητικά της δράσης του κατά τον αγώνα και άλλα έγγραφα του, υπογράφονται από σημαντικές προσωπικότητες της επανάστασης, όπως οι Δημήτριος Υψηλάντης, Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, Ανδρέας Ζαΐμης, επίσκοπος Ανδρούσης Ιωσήφ και Ιωάννης Καποδίστριας. Σώζεται επίσης δίπλωμα και έγγραφο του 1838, οπότε απενεμήθη στον Χαράλαμπο Μάλη αργυρούν Αριστείον του Αγώνος. Πάντως, τον συναντούμε και μετά το τέλος του αγώνα να ενδιαφέρεται ζωηρά για την υπόθεση της Κύπρου, να υπογράφει αιτήσεις προς τον Καποδίστρια και ν' αποτελεί μέλος τριμελούς επιτροπής προς τον Καποδίστρια για εξασφάλιση βοήθειας προς τους Κυπρίους για ελευθερία.
Όπως προκύπτει από την αίτηση της κόρης του Ελισάβετ, που ζούσε στην Αθήνα το 1865, ο Κύπριος αυτός αγωνιστής είχε πεθάνει εκεί το έτος αυτό, ή λίγο πιο πριν. Στην αίτησή της, η Ελισάβετ Χ. Μάλη γράφει μεταξύ άλλων ότι ο αγωνιστής πατέρας της ἐκτός τοῦ ἀριστείου οὐδεμίαν ἄλλην ἀνταμοιβήν ἔλαβεν, ἀποβιώσας ἀπαραμύθητος. Έχοντας δε ανάγκη η ίδια, ζητεί να της εξοφλήσουν το παλαιό χρέος προς τον πατέρα της από 3.400 γρόσια (σύμφωνα προς την απόδειξη της 18 Ιουνίου 1823), που ο ίδιος, όπως φαίνεται, ουδέποτε ζήτησε να του καταβληθεί.