Μαθιάτης- Mathiatis. Χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, περί τα 26,5 χμ. νότια της πρωτεύουσας. Είναι κτισμένος σε μέσο υψόμετρο 375 μέτρων με τα νότιά του σύνορα να αποτελούν μέρος των διοικητικών ορίων των επαρχιών Λευκωσίας- Λάρνακας. Το τοπίο του χωριού χαρακτηρίζεται από λοφώδη τοπογραφία και είναι διαμελισμένο από τους μικρούς παραπόταμους του ποταμού Γιαλιά που ρέουν στην περιοχή του.
Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν οι λάβες του πυριγενούς συμπλέγματος του Τροόδους και οι πρόσφατες αλλουβιακές αποθέσεις της Ολόκαινης γεωλογικής περιόδου. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν φαιοχώματα.
Ο Μαθιάτης δέχεται μέση ετήσια βροχόπτωση που φθάνει τα 436 χιλιοστόμετρα. Στην περιοχή του καλλιεργούνται εσπεριδοειδή, ελιές, λίγα φρουτόδεντρα, σιτηρά (κυρίως κριθάρι), νομευτικά φυτά, λίγες αμυγδαλιές, διάφορα είδη λαχανικών (πατάτες, καρπούζια, πεπόνια, τομάτες, κραμπιά, κουνουπίδια και κρεμμύδια), και λίγα όσπρια (κουκιά, λουβιά και ρεβίθια). Στην περιοχή του Μαθιάτη ανορύχθηκαν γεωτρήσεις που συνέβαλαν στην άρδευση σημαντικής έκτασης γης. Υπάρχουν επίσης αρκετές ακαλλιέργητες εκτάσεις όπου φυτρώνει άγρια φυσική βλάστηση, κυρίως πεύκα, θυμαριές, μυρτιές και τρεμιθιές. Μέρος του νότιου τμήματος του χωριού καταλαμβάνεται από το κρατικό δάσος Αετόμουττη.
Από κτηνοτροφικής απόψεως, στην περιφέρεια του οικισμού δημιουργήθηκαν μερικές σύγχρονες κτηνοτροφικές μονάδες.
Στην περιοχή του χωριού βρίσκονται δυο μεταλλεία, ένα στα βορειοανατολικά του οικισμού (περί το 1,5 χμ.) και ένα στα νότιά του (περί τα 2 χμ.) τα οποία στη διάρκεια της λειτουργίας τους διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην όλη οικονομική ανάπτυξη και ευημερία του Μαθιάτη. Μεταξύ των ετών 1936 και 1938 έγινε εκμετάλλευση των δυο μεταλλείων για παραγωγή χρυσού και αργύρου. Εξάλλου το μεταλλείο στα βορειοανατολικά του χωριού λειτούργησε από το 1965 για την παραγωγή σιδηροπυρίτη.
Από συγκοινωνιακής απόψεως, ο Μαθιάτης συνδέεται στα βορειοανατολικά με το χωριό Αγία Βαρβάρα (περί τα 5 χμ.), στα βορειοδυτικά με το χωριό Καταλιόντας (περί τα 6 χμ.), στα νοτιοδυτικά με το χωριό Λυθροδόντας (περί τα 4,5 χμ.) και στα νοτιοανατολικά με το χωριό Σια (περί τα 6 χμ.).
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:
Χρονολογία | Κάτοικοι |
---|---|
1881 | 209 |
1891 | 221 |
1901 | 227 |
1911 | 240 |
1921 | 247 |
1931 | 265 |
1946 | 331 (163 Ελληνοκύπριοι και 168 Τουρκοκύπριοι) |
1960 | 409 (201 Ελληνοκύπριοι και 208 Τουρκοκύπριοι) |
1973 | 257 (όλοι Ελληνοκύπριοι) |
1976 | 307 |
1982 | 390 |
1992 | 496 |
2001 | 581 |
2011 | 646 |
2021 | 670 |
Το χωριό γνώρισε συνεχή πληθυσμιακή αύξηση από το 1881 μέχρι το 1960. Μετά το 1964, εξαιτίας των διακοινοτικών ταραχών που ακολούθησαν την ανταρσία των Τουρκοκυπρίων, οι περισσότεροι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι του Μαθιάτη εγκατέλειψαν το χωριό τους και μετακινήθηκαν σε γειτονικά αμιγή τουρκοκυπριακά και μεικτά χωριά, στο πλαίσιο οδηγιών της Άγκυρας για δημιουργία στο νησί ισχυρών τουρκοκυπριακών θυλάκων. Μετά την τουρκική εισβολή του 1974 και την κατάληψη μεγάλου τμήματος της Κύπρου, οι ελάχιστοι Τουρκοκύπριοι που είχαν παραμείνει στον Μαθιάτη, όπως και οι άλλοι που είχαν μετακινηθεί σε κοντινά χωριά, μεταφέρθηκαν για εγκατάσταση στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού το 1975.
Ιστορικά στοιχεία
Ο Μαθιάτης υφίστατο από τα Μεσαιωνικά χρόνια, με την ίδια ακριβώς ονομασία. Σε παλαιούς χάρτες βρίσκεται σημειωμένο ως Matiati. Δεν αναφέρεται όμως σε μεσαιωνικά κείμενα και, ως φέουδο, δεν γνωρίζουμε σε ποια οικογένεια ευγενών ανήκε.
Βλέπε λήμμα: Μεταλλεία Μαθιάτη
Ωστόσο η περιοχή του Μαθιάτη ήταν κατοικημένη από τα αρχαία χρόνια, οπότε βρίσκονταν σε χρήση τα γειτονικά μεταλλεία χαλκού, χρυσού και αργύρου. Στην περιοχή υφίσταται αρχαιολογικός χώρος και βρέθηκαν αρχαία κατάλοιπα ιερών, καθώς και κινητά αντικείμενα. Μεταξύ αυτών, βρέθηκε λίθινο ανάγλυφο κεφαλής του θεού Διονύσου, έργο ελληνιστικής τέχνης, χρονολογούμενο στον 3ο ή 2ο π.Χ. αιώνα. Τούτο οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πιθανώς ο Διόνυσος λατρευόταν στην περιοχή. Επίσης, από το αρχαίο μεταλλείο χαλκού του Μαθιάτη προέρχονται χάλκινα εργαλεία, μήτρες για χύσιμο του χαλκού και άλλα αντικείμενα.
Για την ονομασία του χωριού δίνεται η εξήγηση ότι προήλθε από το εθνικό επίθετο των πρώτων οικιστών του, που πιθανώς ήσαν άνθρωποι από τις Αμμαθκιές της Τηλλυρίας (απ’ όπου Αμμαθκιάτης και Μαθκιάτης) σύμφωνα προς την ερμηνεία που δίνει ο Ν. Κληρίδης (Χωριά καί Πολιτεῖες τῆς Κύπρου, σ. 158). Την ίδια ερμηνεία παραδέχεται και ο Σίμος Μενάρδος.
Η εκκλησία του χωριού, αφιερωμένη στην αγία Παρασκευή, είναι του 18ου αιώνα αλλά έχει ενσωματωμένα αρχαιότερα αρχιτεκτονικά μέλη, όπως η νότια θύρα, χρονολογούμενη στον 16ο αιώνα. Έξω από το χωριό βρίσκεται άλλη εκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία Χρυσογαλακτούσα, επίσης του 18ου αιώνα. Ακόμη, μεταξύ Μαθιάτη και Σιας βρίσκεται ερειπωμένη βυζαντινή εκκλησία αφιερωμένη στον άγιο Ευτύχιο, που φέρει ίχνη τοιχογραφιών.
Μετά την αγγλική κατοχή της Κύπρου, το 1878, στον Μαθιάτη δημιουργήθηκε αγγλικό στρατόπεδο και στάθμευσαν εκεί κυρίως Ινδοί στρατιώτες. Πολλοί όμως προσβλήθηκαν από ελονοσία και μάλιστα πέθαναν μερικοί Άγγλοι που ετάφησαν στο χωριό, γι' αυτό και το στρατόπεδο σύντομα μετακινήθηκε.
Βλέπε λήμμα: Επιδημίες
Στην περιοχή του Μαθιάτη λειτουργεί σεισμολογικός σταθμός του Τμήματος Γεωλογικής Επισκόπησης, μέσω του οποίου παρακολουθείται, καταγράφεται και αξιολογείται η σεισμική δραστηριότητα στον κυπριακό χώρο.
Βλέπε λήμμα: Σεισμοί
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια