Στρατιωτικά σώματα Αλβανών μισθοφόρων στην υπηρεσία των Τούρκων που, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, εστέλλοντο κατά καιρούς στην Κύπρο. Οι Αλβανοί αυτοί στρατιώτες, άλλως Αρβανίτες, είχαν στην Κύπρο κατά τον 19ο αιώνα και οχυρά σε μερικά σημεία του νησιού, όπου διέμεναν ως φρουροί παρακτίων κυρίως περιοχών. Ένα τέτοιο οχυρό Αρναουτάδων πιθανό να βρισκόταν και στον Ακάμα, γι’ αυτό και το ομώνυμο ακρωτήρι, που μέχρι τον 19ο αιώνα ονομαζόταν είτε Ακάμας είτε Αγίου Επιφανίου, ονομάστηκε ακρωτήρι Αρναούτης.
Η παρουσία Αρναουτάδων στις τάξεις του τουρκικού στρατού που υπηρετούσε στην Κύπρο κατά την Τουρκοκρατία, μαρτυρείται και από σχετικές καταχωρήσεις στα κατάστιχα της Αρχιεπισκοπής, ενώ ο μεγάλος Κύπριος ποιητής Βασίλης Μιχαηλίδης αρχίζει το περίφημο επικολυρικό του ποίημα «Η Χιώτισσα», εν Λεμεσώ κατά το 1821, με τους στίχους:
Ἀντάν ἐκόψαν τούς δεσποτάες
μεσ' σ' κ ' εῖν τά βάσανα τά πολλά,
ποὖρταν καμπόσοι Ἀρναουτάες στήν Λεμεσόν μέ τό Χατζιαλᾶν
κ' εἶχαν τόν μαῦρον Χάρον μιτά τους
κ' ὁ κόσμος ἒτρεμεν τἂρματά τους...
Οι Αρναουτάδες αυτοί που αναφέρονται από τον Βασίλη Μιχαηλίδη διέμεναν σε γειτονιά της Λεμεσού που ονομάστηκε αρναουτογειτονιά.