Σίναπι, κοινώς λαψάνα ή και μαντολαψάνα. Επιστημονική ονομασία: Sinapis arvensis. Οικογένεια: Σταυρανθών (Cruciferae). Αγγλική ονομασία: Charlock. Ένα δεύτερο παρόμοιο είδος της ίδιας οικογένειας, που επίσης απαντάται στην Κύπρο κι ονομάζεται λαψάνα, είναι το είδος Sinapis alba.
Η λαψάνα είναι ένα από τα πιο κοινά αυτοφυή φυτά της Κύπρου και χαρακτηρίζεται ως ένα από τα χειρότερα ζιζάνια των σιταγρών. Αποτελεί ωστόσο ένα από τα πλέον συνηθισμένα αλλά κι ωραία αγριολούλουδα της κυπριακής χλωρίδας, απαντάται σχεδόν παντού στο νησί και κοσμεί κυρίως τις πεδινές περιοχές όπου αυτοφύεται σε μεγάλους αριθμούς. Αναπτύσσεται σε ύψος μέχρι και 80 εκατοστόμετρα κι ανθίζει μεταξύ Ιανουαρίου και Μαΐου.
Δίνει πολλά μικρά κίτρινα άνθη που είναι από τα πιο χαρακτηριστικά των πεδινών περιοχών του νησιού. Τα φύλλα του φυτού είναι ωραίου πράσινου χρώματος, αλλά όταν το φυτό ανθίζει, περισσότερο κυριαρχούν τα φωτεινού κίτρινου χρώματος, άνθη του. Τα άνθη έχουν τέσσερα σέπαλα και τέσσερα κίτρινα πέταλα ενός περίπου εκατοστομέτρου, σε διάταξη σχήματος σταυρού (χαρακτηριστικά των φυτών της οικογένειας των Σταυρανθών).
Το φυτό είναι ετήσιο και ανήκει σε γένος που περιλαμβάνει και πολυετή, ποώδη φυτά, ιθαγενή της Ευρώπης, της Δυτικής Ασίας και της Βόρειας Αφρικής. Ήταν γνωστό στους αρχαίους Έλληνες κι ο Διοσκουρίδης το ονομάζει λαμψάνην. Όταν είναι τρυφερό το φυτό, τρώγεται και από ανθρώπους και από ζώα. Κάπως επιβλαβές γίνεται όταν ανθίσει. Είναι πάντως φαρμακευτικό.
Από το είδος Sinapis alba (Σίναπι το λευκόν), που σε μερικές χώρες καλλιεργείται και ως κτηνοτροφικό και φαρμακευτικό, παράγεται η μουστάρδα (από τους σπόρους του φυτού), το νάπυ που αναφέρει ο Θεόφραστος.
Ένα άλλο είδος, γνωστό στην Κύπρο με την ονομασία κοτσ’ινολαψάνα (=κόκκινη λαψάνα), είναι επίσης ζιζάνιο των σιταγρών. Ανήκει κι αυτό στην οικογένεια των Σταυρανθών. Η επιστημονική του ονομασία είναι: Erucaria aleppica. Αγγλική ονομασία: Pink mustard.
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια