Λαυρέντιος αρχιεπίσκοπος

Αρχιεπίσκοπος Κύπρου κατά το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα, ο υπ' αριθμόν 63 του καταλόγου των Ορθοδόξων αρχιεπισκόπων Κύπρου της Μεγάλης Κυπριακής Εγκυκλοπαίδειας.

 

Δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία για τον αρχιεπίσκοπο αυτό, τον δεύτερο μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Τούρκους (1570-71) και την εκδίωξη της Λατινικής Εκκλησίας από το νησί. Διαδέχθηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου Τιμόθεο* Ντ' Ακρ (τέλη του 1571 ή αρχές του 1572, μέχρι και προ του 1579). Ο Λαυρέντιος ανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο πιθανότατα προ του 1579 και υπηρέτησε μέχρι το 1586 ή 1587. Διάδοχός του ήταν ο αρχιεπίσκοπος Νεόφυτος Β'* (1587-1592).

 

Για τους Νεόφυτο και Λαυρέντιο γίνεται αναφορά σε επιστολή του Γαβριήλ Σεβήρου, προϊσταμένου της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας. Ο Σεβήρος παραπονείται εναντίον του τότε τοποτηρητή του οικουμενικού πατριαρχείου Νικηφόρου (τέλη του 1587, οπότε απουσίαζε ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιερεμίας Β'), ότι ενήργησε όπως εκλεγεί αρχιεπίσκοπος Κύπρου ο Νεόφυτος, τον οποίο και κρίνει αυστηρότατα. Γράφει ότι (ο Νεόφυτος) είχε επιφέρει τεράστια ζημιά και σκάνδαλα και ατιμίες στην Κύπρο, όπως και ὁ σύν ἐκείνῳ Λαυρέντιος...

 

Ο Λαυρέντιος χαρακτηρίζεται ως απατεώνας ο οποίος είχε διενεργήσει εράνους στη Δύση, υπέρ των Εκκλησιών της Ανατολής, που όμως οικειοποιήθηκε (Λ. Φιλίππου, Ἡ  Ἐκκλησία Κύπρου ἐπί Τουρκοκρατίας, Λευκωσία, 1975, σ. 41).

 

Ο Λαυρέντιος είναι γνωστός και από προσυπογραφή ενός χωρίς ημερομηνία εγγράφου του οικουμενικού πατριάρχη Ιερεμία Β' (βλέπε και Κυπριακαί Σπουδαί, Η' [1946], σσ. 137-139).