Δρυς η κληθρόφυλλος. Είδος χαμηλής δρυός που αυτοφύεται σε αφθονία στην Κύπρο αλλά δεν απαντάται πουθενά αλλού στον κόσμο. Επιστημονική ονομασία: Quercus alnifolia. Οικογένεια: Κυπελλοφόρων. Αγγλική ονομασία: Golden Cyprus Oak.
Το ενδημικό αυτό είδος δρυός είναι συγγενικό προς το επίσης ενδημικό της Κύπρου είδος Quercus coccifera, γνωστό στο νησί με την ονομασία περνιά* (η), ή και περναρκά (η), ή και περνάριν (το).
Η λατζ'ιά είναι θάμνος αειθαλής, ένα από τα κυριότερα χαμηλά είδη των δασών της Κύπρου, κι απαντάται σχεδόν παντού στις ορεινές περιοχές όπου σχηματίζει είτε αμιγείς συστάδες, είτε μεικτές με άλλα δασικά δέντρα και θάμνους και συνηθέστερα μαζί με την τραχεία πεύκη (Pinus brutia).
Το ξύλο της λατζ΄ιάς είναι εκλεκτής ποιότητας: είναι σκληρό, διαρκές, ασαπές. Για τον λόγο αυτό εχρησιμοποιείτο για ποικίλες κατασκευές και κυρίως για κατασκευές ξύλινων παραδοσιακών αρότρων και άλλων γεωργικών εργαλείων και αντικειμένων. Είναι επίσης πολύ καλό ως καύσιμη ύλη και δίνει καλής ποιότητας κάρβουνο.
Η λατζ'ιά αναπτύσσεται σε ύψος μέχρι και 10 μέτρα περίπου. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι τα φύλλα της, που έχουν χρώμα βαθύ πράσινο στην πάνω πλευρά και χρυσίζον καφέ στην κάτω πλευρά. Τα άνθη της, που παρουσιάζονται σε σχηματισμούς πάνω σε ανθοφόρους κλάδους, είναι δυο ειδών, αρσενικά και θηλυκά. Οι καρποί της ομοιάζουν προς το συνηθισμένο βαλανίδιν.
Αναπτύσσεται με πολλούς κλάδους, που ξεκινούν από την επιφάνεια του εδάφους και δημιουργούν μεγάλη κόμη. Έτσι το ρίζωμά της είναι πάντοτε σκιερό και γύρω απ' αυτό βλαστάνουν μανιτάρια, που λέγονται λατζ΄ιομανίταρα.
Επειδή η λατζ'ιά απαντάται μόνο στην Κύπρο, είναι γνωστή και με την ονομασία Quercus cypria.