Βρεττανός κυβερνήτης της Κύπρου από τον Ιούλιο του 1954 μέχρι τις 25 Σεπτεμβρίου του 1955. Επί των ημερών του άρχισε η ένοπλη απελευθερωτική επανάσταση των Ελλήνων Κυπρίων (1η Απρίλη 1955). Προκάτοχος του ήταν ο σερ Άντριου Μπάρκγουωρθ Ράιτ και διάδοχος του ο στρατάρχης σερ Τζων Χάρτιγκ.
Ο σερ Ρόμπερτ Άρμιτεϊτζ γεννήθηκε το 1907 στο Μαδράς των Ινδιών, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως διοικητής της αστυνομίας. Το πλήρες όνομά του ήταν Ρόμπερτ Πέρσιβαλ Άρμιτεϊτζ. Το δεύτερο όνομα (Πέρσιβαλ) το πήρε από τον Βρετανό πρωθυπουργό Πέρσιβαλ Σπένσερ που είχε δολοφονηθεί το 1812 και που ήταν πρόγονός του. Σπούδασε ιστορία στο Κολλέγιο Γουίντσεστερ και στο Νέο Κολλέγιο της Οξφόρδης. Το 1929 εισήλθε στη βρεττανική δημόσια υπηρεσία και τοποθετήθηκε ως διπλωμάτης στην Κίνα, όπου υπηρέτησε για 18 χρόνια. Το 1948 υπηρέτησε στη Δυτική Αφρική, ενώ το 1951 έγινε υπουργός Οικονομικών. Ο σερ Ρόμπερτ Άρμιτεϊτζ πέθανε τον Ιούνιο του 1990.
Ο διορισμός του Άρμιτεϊτζ ως κυβερνήτη της Κύπρου συνέπεσε και πρέπει να συνδυαστεί με τις νέες προσπάθειες των Άγγλων που εκδηλώθηκαν τον Ιούλιο του 1954, για εφαρμογή στην Κύπρο ενός νέου συντάγματος που διαφημιζόταν ως πολύ φιλελεύθερο. Ο νέος κυβερνήτης ανέλαβε την διαφήμιση του νέου αυτού συντάγματος, προκειμένου να πείσει τους Έλληνες της Κύπρου να το αποδεχθούν, όμως αντιμετώπισε την θυελλώδη οργή τους, ιδίως μετά την 28η Ιουλίου 1954. Τη μέρα αυτή, σε συζήτηση στη Βουλή των Κοινοτήτων, ο Βρεττανός υπουργός των Αποικιών Χένρυ Χόπκινσον είχε δηλώσει πως: μέσα στην Κοινοπολιτεία ορισμένες περιοχές, λόγω ιδιαζουσών συνθηκών, δεν μπορούν να περιμένουν ότι θα είναι ποτέ δυνατόν να καταστούν πλήρως ανεξάρτητες. Επειδή ο Χόπκινσον απαντούσε σε συγκεκριμένη ερώτηση για την Κύπρο του Εργατικού βουλευτή Τ. Γκρίφφιθς, η απάντησή του θεωρήθηκε ότι αναφερόταν ειδικά στην Κύπρο και προκάλεσε θυελλώδεις αντιδράσεις στο νησί, όπου το αίτημα για αυτοδιάθεση - ένωση με την Ελλάδα είχε ήδη τεθεί πιο αποφασιστικά από κάθε άλλη φορά κι επρόκειτο σύντομα να συζητηθεί στα Ηνωμένα Έθνη.
Ο κυβερνήτης Άρμιτεϊτζ, μιλώντας στον λαό της Κύπρου από το ραδιόφωνο την ίδια μέρα που στη Βουλή των Κοινοτήτων ακούστηκε το «ποτέ» του Χόπκινσον, έλεγε επίσης ότι: ...τώρα έχουμε και πάλι ακούσει, κατά τρόπο απλό και απερίφραστο, την από μακρού καθιερωθείσα πολιτική της βρεττανικής κυβερνήσεως, σύμφωνα προς την οποία δεν είναι δυνατό να υπάρξει μεταβολή στην επί της Κύπρου κυριαρχία. Αλλά τη φορά αυτή η ανακοίνωση διαφέρει κατά τούτο, ότι συνοδεύεται από την πληροφορία πως πρόκειται να εισαχθεί νέο σύνταγμα... Κι αφού στην ίδια ομιλία του ο κυβερνήτης ανέπτυξε τα πλεονεκτήματα της νέας κατάστασης που θα εδημιουργείτο με την εισαγωγή του νέου συντάγματος, καλούσε τους Κυπρίους να σκεφθούν ήρεμα τη νέα αυτή πρόταση της αγγλικής κυβέρνησης.
Την επομένη, ένα διάγγελμα του αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ' ανέφερε μεταξύ άλλων ότι «οἱ Ἂγγλοι δέν θά κατορθώσουν νά πλαστογραφήσουν τήν θέλησίν μας, δέν θά ἀλλοιώσουν τούς πόθους μας καί δέν θά παραποιήσουν τά αἰσθήματά μας. Οὐδείς θά θελήσῃ, συνεργαζόμενος μετά τοῦ κυριάρχου, νά χαλκεύσῃ τά δεσμά τῆς κυπριακῆς δουλείας...» (Βλέπε βρετανικό αφιέρωμα για τον Αγώνα της ΕΟΚΑ)
Λίγες μέρες αργότερα ο κυβερνήτης Άρμιτεϊτζ αποφάσισε ότι θα συνελάμβανε και θα εξόριζε το Μακάριο αν ο τελευταίος τολμούσε να μιλήσει υπέρ της ενώσεως, όπως είχε εξαγγείλει, στην Τροοδίτισσα στις 15 Αυγούστου 1954. Παρά το ότι ο Μακάριος έκαμε πράγματι μια καθαρά επαναστατική ομιλία την ημέρα εκείνη, ωστόσο τελικά η σύλληψή του δεν έγινε γιατί δεν υπήρχε σαφής νομική δικαιολογία. Οι σύμβουλοι του κυβερνήτη είχαν τη γνώμη πως ο Μακάριος, μιλώντας υπέρ της ενώσεως, εξέφραζε ευχή, όπως όταν κάποιος ζητά βροχή δεν σημαίνει ότι έχει και την πρόθεση να φτιάξει βροχή. Ακόμη πιο επαναστατική ομιλία έκαμε ο Μακάριος και λίγες μέρες αργότερα, στις 22 Αυγούστου 1954, στη Λευκωσία, ομιλία που έμεινε γνωστή ως «ο όρκος της Φανερωμένης», χωρίς και πάλι ο Άρμιτεϊτζ να μπορέσει να αντιδράσει.
Νωρίς το 1955 (Μάρτιος και Μάιος), ο κυβερνήτης πρότεινε δυο φορές στο Μακάριο να συναντηθούν για να συζητήσουν το Κυπριακό ζήτημα, όμως οι προτάσεις του απορρίφθηκαν. Ωστόσο στις 10 Ιουλίου 1955 ο κυβερνήτης συμμετείχε στις χωρίς αποτέλεσμα συνομιλίες μεταξύ Μακαρίου και Άλαν Λέννοξ Μπόυντ, υπουργού των Αποικιών, που έγιναν στο ξενοδοχείο «Λήδρα Πάλας» της Λευκωσίας. Στις συνομιλίες συμμετείχε και ο υφυπουργός των Αποικιών σερ Τζων Μάρτιν.
Έξι μέρες αργότερα, στις 16 Ιουλίου 1955, ο κυβερνήτης έθεσε σ' εφαρμογή έκτακτα μέτρα προκειμένου να αντιμετωπίσει την επαναστατική δραστηριότητα της ΕΟΚΑ. Μεταξύ αυτών ήταν και ένας νέος νόμος περί κρατήσεως προσώπων, που έδινε στον κυβερνήτη το δικαίωμα σύλληψης και κράτησης προσώπων χωρίς δικαστικό ένταλμα και χωρίς δίκη. Ήταν ο νόμος με βάση τον οποίο δημιουργήθηκαν και γέμισαν τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως στην Κοκκινοτριμιθιά, στην Πύλα κ.α.
Παρόλο ότι ο κυβερνήτης ενισχύθηκε σημαντικά με εσπευσμένη αποστολή στην Κύπρο αγγλικών στρατευμάτων, ωστόσο δεν μπόρεσε ν' αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την εξέγερση των Ελλήνων Κυπρίων. Γι' αυτό στις 25 Σεπτεμβρίου 1955 ανακοινώθηκε στο Λονδίνο η αντικατάστασή του από ένα στρατιωτικό, τον στρατάρχη σερ Τζων Χάρτιγκ. Ο νέος κυβερνήτης ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 3 Οκτωβρίου 1955.