Παρασκεύασμα που εχρησιμοποιείτο παλαιότερα στην Κύπρο για θεραπεία των μολύνσεων ή για ανακούφιση από τους πόνους που προέρχονταν από κρυολογήματα. Υπήρχαν δυο είδη λαππά που χρησιμοποιούνταν, ανάλογα με την ασθένεια.
Ο ένας γινόταν από λιναρόσπορον (σπόρο του λιναριού) και με αυτόν επάλειφαν ως μαλακτικό τους καρφίτες, τα εξογκώματα δηλαδή που δημιουργούνταν από σταφυλόκοκκους και μολύνσεις, ώστε να βοηθά στο άνοιγμά τους. Επρόκειτο για πολύ επικίνδυνη πάθηση, η οποία επέφερε πολλές φορές και το θάνατο, αν δεν προλάμβαναν ν’ ανοίξουν έγκαιρα τους «καρφίτες». Το είδος αυτό του λαππά παρασκευαζόταν ως εξής: Έβαζαν ένα ποτήρι λιναρόσπορο κι ένα ποτήρι νερό και τα έβραζαν μέχρι που να κοχλάσουν. Ο λιναρόσπορος ψηνόταν και γινόταν σαν πιλάφι. Τον άφηναν να κρυώσει, σε σημείο που να μπορούν να τον αγγίζουν, τον τύλιγαν σε ένα μάλλινο ρούχο και τον έβαζαν πάνω στον όγκο που, εκτός από καρφίτης, λεγόταν επίσης καρβούνιν, γαιματάς, καλαγκάθθιν ή άθρακας. Τον άφηναν εκεί μέχρις ότου κρυώσει τελείως. Στη συνέχεια τον ξανάβραζαν και τον ξανατοποθετούσαν πάνω στον όγκο ωσότου αυτός έσπαζε, εκκενωνόταν από το πύο και σιγά - σιγά θεραπευόταν.
Ο δεύτερος τύπος λαππά γινόταν με τον ίδιο τρόπο, μόνο που αντί λιναρόσπορον χρησιμοποιούσαν πίτουρα. Ο λαππάς αυτός εχρησιμοποιείτο για τη θεραπεία πόνων που προέρχονταν από κρυολογήματα, καθώς και για στηθικά νοσήματα, τον έβαζαν δε στο μέρος που τους πονούσε (το «πονιζάμενον») ή στο στήθος.