Φραγκολεβαντίνος που υπηρέτησε στην Κύπρο ως διερμηνέας του γαλλικού προξενείου της Λάρνακας από το 1816 μέχρι το 1823. Στη συνέχεια (1823-24) υπηρέτησε ως διερμηνέας του ρωσικού και του σουηδικού προξενείου. Γεννήθηκε το 1789 και πέθανε το 1846.
» Βλέπε λήμμα: Προξενεία
Πέρα από την εργασία του ως διερμηνέα, ο Γεώργιος Λαπιέρ ανέπτυξε και άλλες πολλές, όσο και ύποπτες δραστηριότητες για σειρά ετών στην Κύπρο. Μάλιστα με αθέμιτα και αισχρά πολλές φορές μέσα, κατόρθωσε να αποκτήσει πολλά πλούτη σε βάρος των υποδούλων Ελλήνων της Κύπρου. Εξεμεταλλεύθη ιδιαίτερα την ανώμαλη κατάσταση που δημιουργήθηκε στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1821 και τις εκτεταμένες σφαγές Ελλήνων, για να πλουτίσει μέχρι του βαθμού να καταστεί «οικονομικός δικτάτορας» στο νησί.
Σύμφωνα προς τις υπάρχουσες πληροφορίες, πρόκειται περί ανήθικου κι αισχρού ατόμου που διατηρούσε στενότατες φιλικές σχέσεις με τον Κουτσιούκ Μεχμέτ (τον σφαγέα των Ελλήνων του νησιού κατά το 1821) και άλλους Τούρκους κυβερνήτες. Ο Ιωάννης Φιλήμων (Δοκίμιον Ἱστορικόν..., τόμος Γ', 1860, σ. 262) γράφει ότι ο Λαπιέρ, Χριστιανός κατ’ όνομα, παρευρισκόταν στις εκτελέσεις των Κυπρίων που έγιναν στην πλατεία σεραγίου στη Λευκωσία, στις 9 και 10 Ιουλίου του 1821, μαζί με τον Κουτσιούκ Μεχμέτ, με τον οποίο έκανε περίπατο στον εξώστη του διοικητηρίου! Ακόμη ο Φιλήμων τον θεωρεί ως τά μέγιστα συντελέσαντα εἰς τήν θανάτωσιν τοσούτων ἀθώων, προκειμένου να επωφεληθεί από τον θάνατό τους και να γίνει κύριος των περιουσιών τους.
Εκτενέστερα για τη δραστηριότητά του αυτή έγραψαν ο Γεώργιος Κηπιάδης και ο Φίλιππος Γεωργίου, που εξαίρουν ταυτόχρονα τη φιλάνθρωπη δραστηριότητα άλλων ξένων διπλωματών, περιλαμβανομένου και του Γάλλου προξένου Mechain. Ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο της δράσεως του Λαπιέρ ήταν η παρέμβασή του για σωτηρία του ηγουμένου του μοναστηριού Μαχαιρά Γερμανού˙ ο τελευταίος σώθηκε από το θάνατο μόνο αφού πλήρωσε στον Λαπιέρ αδρά χρηματικά ποσά καθώς και 12 γκαμήλες που ανήκαν στο μοναστήρι.
» Βλέπε λημμα: Παναγία Μαχαιρά
Αναφορά στα έργα του άπληστου Λαπιέρ στην Κύπρο εκείνη την τραγική εποχή, κάνει και ο George Hill. Μεταξύ άλλων, συγκαταλέγεται και η κατηγορία ότι από τις αρχές του 1824, ο Λαπιέρ διαχειριζόταν, μαζί με τον πρόξενο της Πρωσσίας Γιακουμέττο Ματτέι (G. Mattei) και τον εξωμότη Χουρσίτ αγά (Ανδρέα Σολομωνίδη), το μονοπώλιο εμπορίας των προϊόντων του νησιού, που θεσπίστηκε από τον Τούρκο κυβερνήτη. Εξαιτίας της ληστρικής αυτής «επιχειρήσεως», καθώς και των άλλων δραστηριοτήτων του, ο Λαπιέρ υπερεπλούτισε αλλά και μισήθηκε ιδιαίτερα από τους Κυπρίους που συνεχώς τον αναθεμάτιζαν. Με καθοδήγηση του αρχιεπισκόπου Παναρέτου, οι Κύπριοι αξίωσαν την απέλαση από την Κύπρο του Γεωργίου Λαπιέρ, πράγμα που τελικά πέτυχαν. Η απομάκρυνσή του από την Κύπρο φαίνεται να έγινε μετά τον Αύγουστο του 1828, γιατί στις 19 Αυγούστου θα πρέπει να βρισκόταν ακόμη στην Κύπρο, αφού προσυπέγραψε τη γνωστή προς τον Καποδίστρια επιστολή του αρχιεπισκόπου Παναρέτου για σωτηρία της Κύπρου. Η προσυπογραφή της εκκλήσεως αυτής και από τον Λαπιέρ, είναι περίεργη και φανερώνει τη διπλοπροσωπία του ανθρώπου αυτού, που είχε γίνει ο ίδιος δυνάστης και τύραννος των Κυπρίων.
Μετά την απομάκρυνσή του από το νησί, παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη όπου για χρόνια κατέβαλλε προσπάθειες για να επιτραπεί η επάνοδός του στην Κύπρο. Ισχυριζόταν ότι οι Κύπριοι επεδίωκαν την εξορία του για να σφετεριστούν την περιουσία του και ν’ αποφύγουν την αποπληρωμή των προς αυτόν χρεών τους, κι επέμενε ν’ αποκρούει τις εναντίον του κατηγορίες. Ωστόσο δεν κατόρθωσε να επιστρέψει στην Κύπρο παρά μόνο μετά από 10 και πλέον χρόνια˙ επανήλθε το 1839 στο νησί, και παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του το 1846 (George Hill, A History of Cyprus, IV, pp. 138-141).
Μεταξύ άλλων, στην οικογένεια Λαπιέρ ανήκε και το τσιφλίκι της Κοντέας, που πωλήθηκε από τον αρχιεπίσκοπο Ιωακείμ στη Λοΐζα Λαπιέρ για 15.000 γρόσια.
» Βλέπε λήμμα: Έπαυλη Κοντέας
Πηγή: