Λαόνα ονομάζεται περιοχή της επαρχίας Πάφου που καλύπτει το δυτικότερο τμήμα της Κύπρου. Το τμήμα αυτό εκτείνεται στα βορειοδυτικά του χωριού Στρουμπί και περιορίζεται μεταξύ της κοιλάδας της Πάφου στα δυτικά και της κοιλάδας της Χρυσοχούς στα ανατολικά. Η Λαόνα περιλαμβάνει ολόκληρη τη χερσόνησο του Ακάμα καθώς και τα χωριά Ανδρολύκου, Νέο Χωριό, Δρούσεια, Ίνια, Kρίτου Τέρρα, Φάσλι, Πάνω Αρόδες, Κάτω Αρόδες, Θελέτρα και Κάθικας.
Ανάγλυφο: Από μορφολογικής απόψεως, η Λαόνα αποτελεί ένα μακρόστενο οροπέδιο (απ' όπου και η ονομασία της), που υψώνεται σχεδόν κατακόρυφα από την κοιλάδα της Χρυσοχούς και από το βορειοδυτικό τμήμα της πεδιάδας της Πάφου, σε υψόμετρα που ξεπερνούν σε ορισμένες περιπτώσεις τα 600 μέτρα. Το ανάγλυφο της περιοχής αποτελείται από μια κορυφογραμμή που τη διασχίζει με ΒΔ-ΝΑ διεύθυνση. Οι κυριότερες κορφές της κορυφογραμμής αυτής είναι η Μαύρη Σιηνιά (428 μέτρα), στα βόρεια της γνωστής τοποθεσίας Σμιγιές, ο Βλάμπουρος (494 μέτρα), στα βορειοδυτικά του χωριού Φάσλι, η Λάρα (668 μέτρα), στα δυτικά του χωριού Δρούσεια και η κορφή Μαζί (683 μέτρα) στα νοτιοανατολικά του χωριού Κάθηκας. Από την κορυφογραμμή του οροπεδίου πηγάζουν πολυάριθμα ρυάκια, τα οποία χύνονται είτε στα δυτικά ακρογιάλια της περιοχής, είτε στον κόλπο της Χρυσοχούς, είτε καταλήγουν στην κοιλάδα της Χρυσοχούς, διαμελίζοντας σε μεγάλο βαθμό το τοπίο. Αρκετές στενές βαθιές κοιλάδες και μερικά αξιοσημείωτα φαράγγια δημιουργήθηκαν στο δυτικό τμήμα της περιοχής. Τα πιο εντυπωσιακά από τα φαράγγια αυτά είναι του Άβακα, της Ερήνης και του Διπόταμου που βρίσκονται στα δυτικά των Πάνω Αρόδων, κοντά στη θάλασσα.
Βλέπε λήμματα: Άβακας ή αυγάς και Διπόταμου φράγμα
Γεωμορφολογία: Τα κυριότερα γεωμορφολογικά χαρακτηριστικά της Λαόνας είναι ένα αντίκλινο, που συμπίπτει με την κορυφογραμμή της περιοχής και το οποίο προεκτείνεται στη χερσόνησο του Ακρωτηρίου. Επίσης παλαιές θαλάσσιες αναβαθμίδες, που είναι πολύ ευδιάκριτες στην πεδιάδα της Πάφου, συνεχίζονται μέχρι το νότιο τμήμα της χερσονήσου του Ακάμα. Οι διάφορες τεκτονικές κινήσεις στην περιοχή και η διαβρωτική ενέργεια των κυμάτων δημιούργησαν αρκετά νησάκια γύρω από τη χερσόνησο του Ακάμα. Τα κυριότερα από τα νησάκια αυτά είναι: Άγιος Γεώργιος, Χαμηλή, Μαζάκι, Καννούδκια, Κόππος ή νησί της Σκληνιτζιάς και Κιόνι.
Βλέπε λήμμα: Άγιος Γεώργιος Πέγειας
Γεωλογία: Από γεωλογικής απόψεως, στην περιοχή της Λαόνας απαντάται μια τεράστια ποικιλία γεωλογικών αποθέσεων ιζηματογενούς και ηφαιστειογενούς προελεύσεως. Γύρω από το ακρωτήρι του Ακάμα κυριαρχεί το σχετικά ανθεκτικό πέτρωμα του ασβεστολιθικού ψαμμίτη. Στο δυτικό τμήμα της χερσονήσου του Ακάμα από το ομώνυμο ακρωτήρι μέχρι τη νησίδα των Καννουδκιών κάμνουν αισθητή την παρουσία τους οι λάβες ενώ στο υπόλοιπο δυτικό τμήμα κυριαρχούν οι ασβεστολιθικοί ψαμμίτες, οι άμμοι, τα χαλίκια και οι πηλοί της Πλειστόκαινης περιόδου. Στην κορυφογραμμή του οροπεδίου απαντώνται οι σερπεντινίτες οι οποίοι πλαισιώνονται με γάββρους και λάβες. Ανατολικά των σερπεντινιτών βρίσκονται οι υφαλογενείς ασβεστόλιθοι του σχηματισμού Κορωνιάς. Προς τα νότια της χερσονήσου του Ακάμα απαντώνται τα πετρώματα του γεωλογικού σχηματισμού των Μαμωνιών. Νοτιότερα, ιδιαίτερα στην περιοχή των χωριών Κρίτου Τέρρα, Κάθηκας, Θελέτρα, Πάνω Αρόδες και Κάτω Αρόδες βρίσκονται οι υφαλογενείς ασβεστόλιθοι του σχηματισμού Τέρρα, οι άργιλλοι του σχηματισμού Μονής και οι κρητίδες, οι μάργες και οι ψαμμίτες του σχηματισμού Πάχνας.
Εδάφη: Πάνω στα πετρώματα της περιοχής αναπτύχθηκαν ποικίλα εδάφη. Στη χερσόνησο του Ακάμα απαντώνται τα φαιοχώματα, οι καφκάλλες, τα τέρρα ρόζα, τα πυριτιούχα και τα προσχωσιγενή εδάφη, ενώ νοτιότερα κυριαρχούν τα ασβεστούχα εδάφη και τα μαμώνια.
Βροχόπτωση: Η μέση ετήσια βροχόπτωση στη Λαόνα κυμαίνεται μεταξύ 450 και 650 χιλιοστομέτρων. Στις Σμιγιές η μέση ετήσια βροχόπτωση για την περίοδο 1951-1980 ήταν 534 χιλιοστόμετρα, στη Δρούσεια 614 χιλιοστόμετρα και στον Κάθηκα 651.
Γεωργία: Η ποικιλία του ανάγλυφου, των πετρωμάτων και εδαφών συνέβαλε στην ανάπτυξη πολλών καλλιεργειών, κυρίως ξηρικών.
1. ΑΡΔΕΥΟΜΕΝΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ: Οι αρδευόμενες εκτάσεις στην περιοχή είναι περιορισμένες και αυτό οφείλεται στην απουσία φραγμάτων και στην πολύ περιορισμένη ποσότητα υπόγειου νερού. Το 1985 η συνολική αρδευόμενη έκταση γης στα χωριά του οροπεδίου ανερχόταν στα 59 εκτάρια. Στις πολύ μικρές σκόρπιες αρδευόμενες εκτάσεις της Λαόνας καλλιεργούνται λίγα εσπεριδοειδή, λαχανικά, φρουτόδεντρα (κυρίως μηλιές, δαμασκηνιές και αχλαδιές), ελιές και αμπέλια (επιτραπέζιες ποικιλίες).
2. ΞΗΡΙΚΕΣ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΕΣ: Καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργούμενης γεωργικής γης των χωριών της περιοχής. Οι κυριότερες από τις καλλιέργειες αυτές είναι οι εξής:
α. Αμπέλια οινοποιήσιμων ποικιλιών: Η αμπελοκαλλιέργεια αποτελεί την κυριότερη απασχόληση των κατοίκων της περιοχής. Σύμφωνα με την Απογραφή Γεωργίας του 1985, η συνολική έκταση των αμπελιών οινοποιησίμων ποικιλιών στα χωριά της Λαόνας ανερχόταν στα 1.011 εκτάρια και η κατανομή τους κατά χωριό ήταν ως εξής: Κάθηκας 460 εκτάρια, Θελέτρα 155 εκτάρια, Πάνω Αρόδες 117 εκτάρια, Δρούσεια 92 εκτάρια, Ίνια 84 εκτάρια, Κρίτου Τέρρα 75 εκτάρια, Κάτω Αρόδες 25 εκτάρια και Νέο Χωριό 3 εκτάρια.
β. Σιτηρά: Καλλιεργούνται σε σχετικά μεγάλες εκτάσεις γης των χωριών του οροπεδίου. Τη μεγαλύτερη έκταση καταλαμβάνει το σιτάρι (420 εκτάρια το 1985) και ακολουθεί το κριθάρι (73 εκτάρια), ενώ σε πολύ μικρότερη έκταση σπέρνεται το σιφωνάρι (21 εκτάρια). Η μεγαλύτερη έκταση των σιτηρών καλλιεργείται στα χωριά Δρούσεια (152 εκτάρια) και Ίνια (135 εκτάρια). Μικρότερες εκτάσεις καλλιεργούνται επίσης στα χωριά Νέο Χωριό (74 εκτάρια), Πάνω Αρόδες (36 εκτάρια), Κρίτου Τέρρα (32 εκτάρια), Ανδρολίκου (32 εκτάρια), Κάθηκας (31 εκτάρια), Κάτω Αρόδες (6 εκτάρια) και Θελέτρα (16 εκτάρια).
γ. Κτηνοτροφικά φυτά: Τα κυριότερα νομευτικά φυτά που καλλιεργούνται στη Λαόνα είναι ο βίκος και το κριθάρι. Το 1985 εκαλλιεργούντο συνολικά στα χωριά της περιοχής 484 εκτάρια γης με διάφορα κτηνοτροφικά φυτά. Στη Δρούσεια εκαλλιεργούντο 157 εκτάρια, στην Ίνια 133, στην Ανδρολίκου 55, στο Νέο Χωριό 52, στον Κάθηκα 20, στην Κρίτου Τέρρα 19, στη Θελέτρα 18, στις Πάνω Αρόδες 16 εκτάρια και στις Κάτω Αρόδες 14 εκτάρια.
δ. Αμυγδαλιές: Σύμφωνα με την Απογραφή Γεωργίας 1985, οι αμυγδαλιές καλλιεργούνται κυρίως στα χωριά Θελέτρα (47 εκτάρια), Δρούσεια (20 εκτάρια), Κρίτου Τέρρα (10 εκτάρια) και Ίνια (9 εκτάρια). Σε πολύ μικρότερες εκτάσεις καλλιεργούνται επίσης στα χωριά Κάθηκας, Νέο Χωριό και Πάνω Αρόδες.
ε. Όσπρια ξηρικά: Καλλιεργούνται σε μικρές εκτάσεις των χωριών Θελέτρα, Πάνω Αρόδες, Κρίτου Τέρρα, Νέο Χωριό και Δρούσεια. Τα κυριότερα είδη οσπρίων που καλλιεργούνται είναι τα κουκκιά, τα λουβιά, τα ρεβύθια και η λουβάνα.
στ. Βαμβάκι: Καλλιεργείται στο χωριό Ανδρολίκου (27 εκτάρια το 1985).
ζ. Ελιές: Τα ελαιόδεντρα καλλιεργούνται κυρίως στα χωριά Δρούσεια (19 εκτάρια το 1985) και Νέο Χωριό (επίσης 19 εκτάρια). Σε μικρότερη έκταση καλλιεργούνται και στα υπόλοιπα χωριά της Λαόνας.
η. Χαρουπιές: Απαντώνται είτε ανάμεικτες με ελιές και σιτηρά είτε σε συμπαγείς εκτάσεις. Σύμφωνα με την Απογραφή Γεωργίας 1985, η έκταση των χαρουποδέντρων στα χωριά της περιοχής έχει ως εξής: Δρούσεια 25 εκτάρια, Νέο Χωριό 22 εκτάρια, Κάθηκας 21 εκτάρια, Ανδρολίκου 12 εκτάρια, Ίνια 5 εκτάρια, Κρίτου Τέρρα 5 εκτάρια και Πάνω Αρόδες 2 εκτάρια.
Στην περιοχή της Λαόνας εφαρμόστηκαν δυο σχέδια αναδασμού στα χωριά Πάνω Αρόδες (888 εκτάρια) και Νέο Χωριό (241 εκτάρια).
Κτηνοτροφία: Περιορίζεται κυρίως στην εκτροφή αιγοπροβάτων. Η χοιροτροφία και η αγελαδοτροφία είναι σχεδόν ανύπαρκτες ενώ η εκτροφή πουλερικών γίνεται πάνω σε οικιακή βάση.
Φυσική βλάστηση: Το ιδιάζον τοπίο της Λαόνας με την ποικιλία των πετρωμάτων και εδαφών, τις πλούσιες εξάρσεις και τη σχετικά ψηλή μέση ετήσια βροχόπτωση επιτρέπουν την ανάπτυξη μιας μεγάλης ποικιλίας φυσικής βλάστησης η οποία περιλαμβάνει και αρκετά ενδημικά είδη. Τα κυρίαρχα δέντρα στην περιοχή είναι ο πεύκος, ο αόρατος, η αγριοελιά και η αγριοχαρουπιά. Η θαμνώδης βλάστηση είναι πολύ πλούσια και ποικίλη, ιδιαίτερα στο δάσος του Ακάμα, και περιλαμβάνει τον σχίνο, τη ξισταρκά, την περνιά, τη μερσινιά, το θρουμπί, τη μαζ’ιά, το λάδανο, την τρεμιθιά, τη λατζ'ιά, και αρκετά άλλα είδη θάμνων. Μεταξύ των σπανίων θάμνων που φυτρώνουν στην περιοχή είναι η κουμαριά (Arbutus unedo), η οποία αποτελεί το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Ακάμα.
Τα αγριολούλουδα της Λαόνας
Στη Λαόνα βλαστάνουν επίσης πάρα πολλά αγριολούλουδα, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η σπάνια αγριοτουλίπα (Tulipa cypria), ενδημικό φυτό της Κύπρου που απαντάται μόνο στον Ακάμα και τη Μύρτου. Άλλα αγριολούλουδα που φυτρώνουν την άνοιξη στην περιοχή είναι το κυκλάμινο, οι μαργαρίτες, μια μεγάλη ποικιλία λαλέδες, τα δάκρυα της Παναγίας, το σιμιλλούδιν και τα κρινάκια. Απαντάται επίσης μια ποικιλία ορχιδέων μεταξύ των οποίων είναι τα ενδημικά είδη Orchis anatolica και Ophrys argolica ssp. elegans. Μεταξύ των σπανίων ορχιδέων της περιοχής συγκαταλέγονται επίσης το Orchis punctulata, πολύ σπάνιο στην Κύπρο και σπανιότατο σ' όλη την Ευρώπη, καθώς και το Orchis laxiflora σπάνιο στην Κύπρο. Άλλα ενδημικά είδη χλωρίδας που απαντώνται στην περιοχή της Λαόνας είναι τα: Arenaria rhodia ssp. cypria, Bosea cypria, Ballota integrifolia, Helianthemum obtusifolium, Thymus integer και Gladiolus triphylus. Επίσης τα ακόλουθα δυο σπάνια ενδημικά είδη που απαντώνται στο δάσος του Ακάμα περιλαμβάνονται στον Πίνακα Ι της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη Διατήρηση της Άγριας Ζωής και των Φυσικών Βιοτόπων, σαν αυστηρά προστατευόμενα είδη: Alyssum akamasicum, που βρίσκεται μόνο πάνω στο πέτρωμα του σερπεντινίτη στον Ακάμα, Phlomis cypria, που βρίσκεται σε απομονωμένες περιοχές του Ακάμα και στο δάσος της Πάφου.
Πανίδα: Εκτός από τη χλωρίδα μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η πανίδα της περιοχής. Απαντάται μια μεγάλη ποικιλία ειδών άγριας ζωής, μεταξύ των οποίων και αρκετά ενδημικά. Στη Λαόνα ζει το σπάνιο καβούρι του γλυκού νερού Potamion potamios, το οποίο κινδυνεύει να εκλείψει λόγω της χρήσης του DDT, καθώς και τα σαλιγκάρια Melanopsis propraemorsa και Theodoxus anatolicus.
Στα δάση της περιοχής ζουν σήμερα αρκετά είδη θηλαστικών μεταξύ των οποίων είναι ο λαγός (Lepus europaeus), η αλεπού (Vulpes vulpes), ο σκαντζόχοιρος (Erinaceus auritus), αρκετά είδη νυκτερίδων και διάφορα είδη ποντικών. Στο πρόσφατο παρελθόν ζούσε στις βραχώδεις ακτές του Ακάμα η μεσογειακή φώκια (Monachus albiventer).
Βλέπε λήμμα: Φώκια
Μεγάλη είναι επίσης η ποικιλία των πουλιών, ενδημικών και εποχιακών επισκεπτών, στην περιοχή της Λαόνας. Εδώ αναπαράγεται ένα σπάνιο είδος γύπα (Griffon vulture) το οποίο κινδυνεύει να εξαφανιστεί. Τα φαράγγια της Λαόνας είναι ιδιαίτερα πλούσια σε πουλιά και άλλα είδη άγριας ζωής. Εξάλλου τα νησάκια γύρω από τη χερσόνησο του Ακάμα αποτελούν καταφύγιο για χιλιάδες μεταναστευτικά πουλιά.
Στην παραλία της Λάρας αναπαράγονται κανονικά δυο είδη χελώνων, η πράσινη χελώνα (Chelonia mydas) και η κοινή χελώνα (Caretta caretta), σπάνια είδη στη Μεσόγειο. Επίσης στη Λαόνα απαντάται μια αρκετά μεγάλη ποικιλία από σαύρες, φίδια και άλλα ερπετά.
Βλέπε λήμμα: Χελώνα
Πληθυσμός και οικισμοί: Στην περιοχή της Λαόνας περιλαμβάνονται 10 χωριά από τα οποία τα 5 είναι χωριά όπου ζούσαν μόνο Ελληνοκρύπριοι, 3 που ζούσαν μόνο Τουρκοκύπριοι και τα 2 μεικτά. Τα χωριά αυτά είναι:
Αμιγή ελληνοκυττριακά χωριά: Δρούσεια, Ίνια, Θελέτρα, Κάθηκας και Νέο Χωριό.
Αμιγή τουρκοκυπριακά χωριά: Κάτω Αρόδες, Φάσλι και Ανδρολίκου.
Μεικτά χωριά: Πάνω Αρόδες και Κρίτου Τέρρα.
Ο πληθυσμός της Λαόνας γνώρισε συνεχή σχεδόν αύξηση από το 1881 μέχρι το 1946. Το 1881 ο συνολικός πληθυσμός που κατοικούσε στα χωριά της περιοχής ανερχόταν στους 2.851 κατοίκους οι οποίοι αυξήθηκαν στους 3.627 το 1891, στους 3.879 το 1901, στους 4.358 το 1911 και στους 4.604 το 1921. Το 1931 οι κάτοικοι μειώθηκαν στους 4.539 αλλά αυξήθηκαν στους 5.516 το 1946. Στη συνέχεια σημειώθηκε συνεχής πληθυσμιακή μείωση σαν αποτέλεσμα της αστυφιλίας και της αποδημίας που άρχισαν να αναπτύσσονται. Το 1960 οι κάτοικοι μειώθηκαν στους 4.891, στους 4.526 το 1973, στους 3.075 το 1976 και στους 2.494 το 1982.
Οι πιο πάνω πληθυσμιακές ροπές παρατηρούνται στα περισσότερα χωριά της Λαόνας. Εξαίρεση αποτελούν τα χωριά Ανδρολίκου και Φάσλι όπου ο πληθυσμός συνέχισε να αυξάνεται μέχρι το 1973 αντί μέχρι το 1946. Η σημαντική αύξηση του πληθυσμού του χωριού Ανδρολίκου μεταξύ των απογραφών των ετών 1960 (385 κάτοικοι) και 1973 (498 κάτοικοι), οφείλεται στη μετακίνηση στο χωριό Τουρκοκυπρίων κατοίκων του γειτονικού τουρκοκυπριακού χωριού Φάσλι. Το 1881 η Δρούσεια ήταν το δεύτερο σε πληθυσμό χωριό της επαρχίας Πάφου με 601 κατοίκους, η Κρίτου Τέρρα το τρίτο με 555 κατοίκους και οι Πάνω Αρόδες το έβδομο με 449 κατοίκους. Επίσης το 1946 έξι από τα 22 μεγαλύτερα χωριά της επαρχίας Πάφου βρίσκονταν στο οροπέδιο της Λαόνας. Αυτά ήσαν η Δρούσεια με 843 κατοίκους, ο Κάθηκας με 822 κατοίκους, η Ίνια με 682 κατοίκους, το Νέο Χωριό με 681 κατοίκους, η Κρίτου Τέρρα με 648 κατοίκους και οι Πάνω Αρόδες με 617 κατοίκους. Μετά το 1946 η φυγή προς το εξωτερικό και τις κυπριακές πόλεις είχε σαν αποτέλεσμα τη σταδιακή μείωση του πληθυσμού στα χωριά της Λαόνας. Επίσης μετά την τουρκική εισβολή του 1974 οι Τουρκοκύπριοι κάτοικοι τόσο των αμιγών τουρκοκυπριακών όσο και των μεικτών χωριών της περιοχής εξαναγκάστηκαν από την ηγεσία τους να εγκαταλείψουν τα χωριά τους και να μεταφερθούν, μαζί με όλους τους άλλους Τουρκοκυπρίους των ελεύθερων περιοχών, για εγκατάσταση στις κατεχόμενες περιοχές. Η μεταφορά τους έγινε το 1975. Στη συνέχεια σε μερικά από τα χωριά αυτά εγκαταστάθηκε μικρός αριθμός Ελληνοκυπρίων προσφύγων.
Σύμφωνα με την απογραφή πληθυσμού του 1982 ο πληθυσμός των χωριών της Λαόνας είχε ως εξής:
Χωριό | Κάτοικοι |
---|---|
1. Κάθηκας | 515 |
2. Ίνια | 480 |
3. Δρούσεια | 452 |
4. Νέο Χωριό | 329 |
5. Κρίτου Τέρρα | 245 |
6. Θελέτρα | 213 |
7. Πάνω Αρόδες | 194 |
8. Κάτω Αρόδες | 54 |
9. Ανδρολίκου | 12 |
10. Φάσλι | - |
Η σημαντική μείωση του πληθυσμού στα χωριά του οροπεδίου αντανακλάται και στον μεγάλο αριθμό των αδειανών σπιτιών που υπάρχουν σ' αυτά. Σύμφωνα με την απογραφή πληθυσμού του 1982, από ένα συνολικό αριθμό 1.361 σπιτιών στα χωριά της Λαόνας, τα 428 (δηλαδή ποσοστό 31,4%) ήσαν αδειανά.
Σύμφωνα όμως προς την απογραφή πληθυσμού του 2002, ο πληθυσμός των χωριών της Λαόνας ήταν:
Χωριό | Κάτοικοι |
---|---|
1. Κάθηκας | 386 |
2. Ίνια | 348 |
3. Δρούσεια | 386 |
4. Νέο Χωριό | 285 |
5. Κρίτου Τέρρα | 164 |
6. Θελέτρα | 203 |
7. Πάνω Αρόδες | 120 |
8. Κάτω Αρόδες | 20 |
9. Ανδρολίκου | 11 |
Προοπτικές: Η περιοχή της Λαόνας είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και ωραιότερες της Κύπρου, ιδιαίτερα δε η χερσόνησος του Ακάμα.
Βλέπε λήμμα: Ακάμας
Είναι μια περιοχή που έχει παραμείνει παρθένα κατά ένα μεγάλο μέρος της, που δεν έχει γνωρίσει την αλματώδη ανάπτυξη και αξιοποίηση που γνώρισαν άλλες ενδιαφέρουσες περιοχές της Κύπρου, αλλά που οφείλει τη γοητεία της ακριβώς στο γεγονός ότι δεν την έχει αγγίξει ακόμη σε καταστροφικό για το περιβάλλον βαθμό η ανάπτυξη αυτή. Ένα μεγάλο μέρος της χερσονήσου του Ακάμα εχρησιμοποιείτο παλαιότερα από τους Βρετανούς για στρατιωτικά γυμνάσια κατά καιρούς, αλλά αυτό έχει τερματισθεί προτού επιφέρει καταστροφικά αποτελέσματα στο περιβάλλον. Ο τουρισμός δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένος και οι επισκέπτες της περιοχής (Κύπριοι και ξένοι) είναι κυρίως φυσιολάτρες, βοτανολόγοι, πτηνολόγοι, φίλοι της θάλασσας και άλλοι που εκδράμουν εκεί για μονοήμερες επισκέψεις ή και για ολιγοήμερες κατασκηνώσεις τα καλοκαίρια.
Έτσι η Λαόνα εξακολουθεί να είναι σήμερα μια από τις ελάχιστες περιοχές της Κύπρου που παραμένουν «αναξιοποίητες», που δεν έχουν δηλαδή υποστεί ούτε τις ευεργετικές (για την οικονομική ανάπτυξη των κατοίκων) επιπτώσεις, ούτε τις καταστροφικές (για το περιβάλλον και την άγρια ζωή) επιπτώσεις από την τουριστική και άλλων ειδών εκμετάλλευση (όπως η οικοπεδοποίηση, η λατόμευση κλπ.).
Εδώ και πολλά χρόνια βρίσκεται στο επίκεντρο συζητήσεων και διαβουλεύσεων κυβερνητικό σχέδιο για τον Ακάμα. Τον Μάιο του 2009 εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο απόφαση για τη διαχείριση του Ακάμα, με στόχο να διαφυλαχθούν τα σημαντικά στοιχεία του περιβάλλοντος της περιοχής, αλλά και να ικανοποιηθούν τα αιτήματα και οι ανησυχίες των τοπικών κοινοτήτων. Οι συζητήσεις για την εφαρμογή του σχεδίου συνεχίζονται.
Αρχαιολογικές ανασκαφές
Η τοποθεσία της Παλαίπαφου αποτελεί το επίκεντρο ερευνών της Ερευνητικής Μονάδας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου από το 2002, υπό τη διεύθυνση της καθηγήτριας Μαρίας Ιακώβου. Συγκεκριμένα, το 2011, ο λόφος Λαόνας, ένα χιλιόμετρο ΒΑ του ιερού της Αφροδίτης αναγνωρίστηκε στο πλαίσιο του προγράμματος ανάλυσης τοπίου του PULP ως ανθρωπογενής τύμβος τεραστίων διαστάσεων, πολύ μεγαλύτερος του τύμβου της Σαλαμίνας, ο οποίος είχε ανεγερθεί πάνω από το καλούμενο «κενοτάφιο του Νικοκρέοντα». Εδώ και μια δεκαετία, ο τύμβος Λαόνας τυγχάνει εξειδικευμένων μελετών, αποτύπωσης με ψηφιακά μέσα, και σταδιακής ανασκαφής.
Βλέπε λήμμα: Παλαίπαφος- Ερευνητικά προγράμματα
Πηγή
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια