Λαγκ Χάμιλτον Sir Robert Hamilton Lang

Image

Σκωτσέζος έμπορος, τραπεζίτης, αρχαιοσυλλέκτης, διπλωμάτης και συγγραφέας. Γεννήθηκε το 1836 και πέθανε το 1913. Συνδέθηκε στενά με την Κύπρο κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο νησί από το 1861 μέχρι το 1872 και αργότερα λόγω του ενδιαφέροντός του για την Κύπρο.

 

Ο Λαγκ ήρθε στην Κύπρο σε ηλικία 25 χρόνων και εγκαταστάθηκε στη Λάρνακα, όπου αρχικά εργάστηκε για δυο χρόνια στον οίκο Riddell and Co. που ασχολείτο με το εισαγωγικό και εξαγωγικό εμπόριο. Στην Πύλα αγόρασε ένα μεγάλο κτήμα, στο οποίο απασχολούσε πολλούς εργάτες σε καλλιέργειες βαμβακιού και σιτηρών. Στην προσπάθειά του να εκσυγχρονίσει τη γεωργική του παραγωγή και να την κάμει όσο το δυνατό αποδοτικότερη και επικερδέστερη, δοκίμασε νέες βελτιωμένες αμερικανικές ποικιλίες βαμβακιού με σχετική επιτυχία και νέα γεωργικά εργαλεία, ανάμεσα στα οποία και μιαν αλωνιστική μηχανή χωρίς όμως επιτυχία. Από την ενασχόλησή του αυτή με τη γεωργία απέκτησε αρκετή πείρα για τις δύσκολες συνθήκες που επικρατούσαν στην Κύπρο για τους κατοίκους κάτω από την οθωμανική διοίκηση.

 

Το 1863 ο Λαγκ διορίστηκε διευθυντής του πρώτου και μοναδικού ως τότε τραπεζικού καταστήματος που λειτούργησε στην Κύπρο, της Αυτοκρατορικής Οθωμανικής Τράπεζας. Στη θέση αυτή υπηρέτησε μέχρι το 1872, οπότε μετετέθη στην Αίγυπτο, πάλι σαν διευθυντής του εκεί καταστήματος της ίδιας τράπεζας. Στη συνέχεια υπηρέτησε σε διευθυντικές πάντοτε θέσεις της Οθωμανικής Τράπεζας στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας, στην Κωνσταντινούπολη, ξανά στην Αίγυπτο και τέλος στο Λονδίνο.

 

Λόγω της θέσεώς του στην Κύπρο, ο Λαγκ είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τα πιο σημαντικά μέλη της ευρωπαϊκής κοινότητας της Λάρνακας καθώς και την ελληνική και τουρκική ηγετική τάξη του νησιού. Επί πλέον είχε πολύ στενή επικοινωνία με τους Τούρκους κυβερνήτες και ανώτερους κυβερνητικούς υπαλλήλους, διότι όλες οι οικονομικές δραστηριότητες της τοπικής διοίκησης διεξάγονταν μέσω της τράπεζάς του. Αυτό το τελευταίο τον καθιστούσε πλήρως ενήμερο για όλα τα θέματα που σχετίζονταν με τις προσόδους και τις δαπάνες της διοίκησης. Όταν έφθασε στην Κύπρο ήξερε γαλλικά και αραβικά και πολύ γρήγορα έμαθε και τα ελληνικά, για να μπορεί να επικοινωνεί πιο άνετα με τους Κυπρίους.

 

Πολύ νωρίς το ενδιαφέρον του τράβηξαν οι κυπριακές αρχαιότητες. Την εποχή εκείνη όποιος ήθελε να ασχοληθεί με τις «ανασκαφές» και τη συλλογή και εμπορία αρχαιοτήτων μπορούσε χωρίς άδεια, παίρνοντας μόνο κάποιες προφυλάξεις από τις τουρκικές αρχές που συνήθως αδιαφορούσαν, να σκάψει όπου ήθελε, να αποκτήσει ο,τιδήποτε ανεύρισκε ο ίδιος ή αγόραζε από τους χωρικούς και να μεταπωλεί είτε στο εσωτερικό είτε στο εξωτερικό σε πολύ ψηλές τιμές τις κυπριακές αρχαιότητες. Πολύ σημαίνοντα πρόσωπα της εποχής εκείνης που είτε κατοικούσαν στην Κύπρο (όπως π.χ. ο Αμερικανός πρόξενος Τσεσνόλα*, με τον οποίο ο Λαγκ συνδέθηκε φιλικά), είτε επισκέπτονταν την Κύπρο (όπως για παράδειγμα ο μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας Waddington και ο κόμης de Vogué) ασχολούνταν με τις «ανασκαφές» και τη συλλογή αρχαιοτήτων. Ο Λαγκ ανέπτυξε αρκετή δράση στον τομέα αυτό, ιδιαίτερα στην περιοχή του Δαλιού, όπου ανακάλυψε και ανέσκαψε ένα αρχαίο ιερό — που ταύτισε με τον ναό της Αφροδίτης — στο οποίο βρήκε σπουδαιότατα ευρήματα, ανάμεσα στα οποία και δυο θησαυρούς από ασημένια νομίσματα και μια δίγλωσση επιγραφή στα φοινικικά και στο κυπριακό συλλαβάριο, που βοήθησε στην αποκρυπτογράφηση της κυπριακής γραφής. Από τα σημαντικότερα αποκτήματά του ήταν ένας μοναδικός ίσως θησαυρός από 850 χρυσούς μακεδονικούς στατήρες του 4ου αιώνα π.Χ. που αγόρασε από Κυπρίους χωρικούς σε πολύ χαμηλή τιμή. Ο Λαγκ πολλά από τα ευρήματα και αποκτήματά του τα πούλησε στο Βρετανικό Μουσείο. Τις «ανασκαφικές» του δραστηριότητες τις περιέγραψε και σε διαλέξεις που έδωσε στην Αγγλία και σε άρθρα του σε περιοδικά. (Βλ. R.H. Lang , ’Narrative of Excavations in a Temple at Dali (Idalium) in Cyprus’, Read November 15, 1871. Reprinted from the Transactions of the Royal Society of Literature, vol. XI, Part I, New Series. Του ιδίου, ‘Reminiscences - Archaeological Researches in Cyprus’, Blackwood’s Edinburgh Magazine, vol. CLXXVII, 1905, σσ. 622-639).

 

Στον Λαγκ, που διατηρούσε πάντοτε τη θέση του διευθυντή της Οθωμανικής Τράπεζας στην Κύπρο, η βρετανική κυβέρνηση, σε περίπτωση απουσίας ή μετάθεσης του Άγγλου υποπροξένου στην Κύπρο, ανέθετε καθήκοντα αναπληρωτή υποπροξένου. Έτσι ο Λαγκ υπηρέτησε και σαν αναπληρωτής υποπρόξενος της Αγγλίας από το Δεκέμβριο του 1861 μέχρι τον Ιούνιο του 1862, από τον Μάιο μέχρι τον Νοέμβριο του 1864, από τον Οκτώβριο του 1865 μέχρι τον Απρίλιο του 1866 και από τον Απρίλιο του 1868 μέχρι τον Ιανουάριο του 1869. Υπηρέτησε επίσης σαν κανονικός πρόξενος από τις 9 Σεπτεμβρίου 1871 μέχρι το Μάρτιο του 1872. Ένα από τα σπουδαιότερα θέματα που αντιμετώπισε σαν πρόξενος ήταν το θέμα του δουλεμπορίου μαύρων δούλων, που διεξαγόταν κρυφά, παρά τις κάποιες απαγορεύσεις της οθωμανικής κυβέρνησης, και στην Κύπρο όπως και σ’ άλλα μέρη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Με δικά του διαβήματα ελευθερώθηκαν μερικοί δούλοι και καταδικάστηκαν οι αναμειγμένοι στο απαίσιο εκείνο εμπόριο. Ένα άλλο θέμα ήταν η αγορά στην Κύπρο 2.000 μουλαριών για τις ανάγκες του αγγλικού στρατού κατά τη διάρκεια του Αβησσυνιακού πολέμου.

 

Ο Λαγκ κάθε άνοιξη περιόδευε σε διάφορες περιοχές του νησιού και έτσι έγινε ένας πολύ καλός γνώστης της Κύπρου, των κατοίκων της, των πλουτοπαραγωγικών της πόρων και των κοινωνικών συνθηκών που επικρατούσαν στην Κύπρο τότε. Όταν η Κύπρος κατελήφθη από την Αγγλία το 1878, ο Λαγκ υπηρετούσε στη Ρουμανία. Από εκεί είδε να παρουσιάζεται στο προσκήνιο του διεθνούς ενδιαφέροντος η Κύπρος, την οποία γνώριζε τόσο καλά και για την οποία όλοι ζητούσαν αυθεντικές πληροφορίες. Ο Λαγκ έχοντας πολλά στοιχεία, σημειώσεις, εμπειρίες και αναμνήσεις από την Κύπρο, εξέδωσε τότε το πολύ ενδιαφέρον και χρήσιμο έργο του με τον τίτλο Cyprus: Its History, its Present Resources and Future Prospects, London, 1878. Από τη χρονιά εκείνη ασχολήθηκε επανειλημμένα με την Κύπρο και δημοσίευσε σε αγγλικά περιοδικά τα ακόλουθα άρθρα του:

 

Cyprus, Macmillan’s Magazine, vol. XXXVIII, 1878, σσ. 325-347.

Cyprus - Is it worth keeping?, Macmillan’s Magazine, vol. XL, 1879, σσ. 441-448.

Cyprus after twelve years of British Rule, Macmillan’s Magazine, vol.LXIII, 1890, σσ. 17-22.

Cyprus under British Rule, Blackwood’s Edinburgh Magazine, v. CLXXII, 1902, σσ. 181-188.